Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου: «Εμπειρική Δογματική»
Άγιοι λέγονται όλοι όσοι, κατά διαφόρους
βαθμούς, μετέχουν της αγιοποιού-θεοποιού ενεργείας του Θεού. Στην
κατηγορία των Αγίων συγκαταλέγονται οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι
Πατέρες και όλοι οι δια μέσου των αιώνων φίλοι του Χριστού, όσοι
μετέχουν της φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, μεταξύ τών
οποίων οι μάρτυρες, οι όσιοι ασκητές, κληρικοί και λαϊκοί, άνδρες και
γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι. Όλοι αυτοί λέγονται Άγιοι.
Άγιοι δεν είναι οι καλοί άνθρωποι, αλλά όσοι συνδέονται με τον άσαρκο και σεσαρκωμένο Λόγο, τον Χριστό. Η αγιότητα είναι το κοινό γνώρισμα όλων των Προφητών, Αποστόλων, Πατέρων, Μαρτύρων, Ασκητών. Όλοι είναι Άγιοι, διότι έχουν την αγιοποιό ενέργεια του Θεού, και είναι Πατέρες, διότι γεννούν πνευματικά παιδιά.
«Η διάκριση
μεταξύ Αγίων και Πατέρων δεν υπάρχει στους Πατέρες. Στους Πατέρες της
Εκκλησίας, οι Άγιοι είναι οι Πατέρες και Πατέρες είναι οι Άγιοι».
Άγιοι λέγονται όσοι δια της καθάρσεως και του φωτισμού φθάνουν στην θέωση, μετέχουν της θεοποιού ενεργείας του Θεού.
«Εκείνοι που
έχουν φθάσει στην θέωση και έχουν γίνει Άγιοι, είναι μια πραγματικότητα ή
δεν είναι πραγματικότητα; Αυτό είναι το θεμέλιο».
Η αγιότητα
δεν έχει μια ουμανιστική και ηθικολογική έννοια, αλλά θεολογική. Άγιοι
είναι όσοι θεραπεύθηκαν πνευματικά, δηλαδή όσοι, αφού η καρδιά τους
καθαρίσθηκε, έφθασαν στον φωτισμό του νου και την θέωση. Αυτοί είναι τα
πραγματικά -ενεργεία- μέλη του Σώματος του Χριστού.
«Υπάρχει η
αντίληψη σήμερα ότι αν είναι κανείς καλός άνθρωπος, νομοταγής κλπ. Τότε
είναι καλός Χριστιανός, υποψήφιος άγιος. Οπότε, όλες οι γιαγιάδες μας
και οι παππούδες μας είναι υποψήφιοι Άγιοι. Αυτά, βέβαια, με τα κριτήρια
των ηθικολόγων. Εάν έχη κανείς ηθικολογική αντίληψη περί αγιότητος,
τότε μπορεί να έχη τέτοιες αντιλήψεις.
Στην πατερική
θεολογία, όμως, υπάρχει άλλη αντίληψη. Όποιος θεραπευθή, αυτός ο
θεραπευμένος είναι άγιος. Διότι άγιος στην πατερική παράδοση σημαίνει
ένας θεραπευμένος άνθρωπος και τίποτε άλλο· σημαίνει εκείνος που έχει
περάσει από την κάθαρση, έφθασε στον φωτισμό και από τον φωτισμό έχει
περάσει στην θέωση. Αυτός είναι ο θεραπευμένος και, επομένως, αυτός ο
θεραπευμένος είναι άγιος.
Γι’ αυτόν τον
λόγο, στην αρχαία Εκκλησία, ο ένας αποκαλούσε τον άλλο Άγιο, πριν
πεθάνουν ακόμα. Γιατί ελέγοντο Άγιοι οι Χριστιανοί, οι Άγιοι της
Θεσσαλονίκης, οι Άγιοι της Κορίνθου κλπ. Και αποκαλούσαν τους ζωντανούς
Αγίους; Γιατί; Διότι τα μέλη της Εκκλησίας στην αρχαία εποχή ήσαν αυτοί
που ήσαν σε κατάσταση φωτισμού. Είχαν τουλάχιστον την νοερά προσευχή.
Και αφού είχαν την νοερά προσευχή και ευρίσκοντο σε κατάσταση φωτισμού,
ελέγοντο Άγιοι».
Η νοερά
ενέργεια στην ζωή της πτώσεως δεν λειτουργεί ή υπολειτουργεί. Έτσι, όταν
η νοερά ενέργεια αποδεσμεύεται από την λογική ενέργεια και
ενεργοποιήται, τότε ο νους φωτίζεται και ο άνθρωπος με την ενέργεια του
Θεού και την δική του συνεργεία φθάνει στην θέωση. Αυτός είναι άγιος. Ο
άγιος, με την ενέργεια του Θεού και την δική του συνεργεία, καθίσταται
Ναός του Αγίου Πνεύματος.
Ο Απόστολος
Παύλος αναλύει αυτό το γεγονός. Γράφει: «όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται,
ούτοί εισιν υιοί Θεού» (Ρωμαίους Η’, 14). Το να άγεται κανείς υπό του
Πνεύματος, σημαίνει ότι έλαβε το άγιον Πνεύμα και απέκτησε το χάρισμα
της υιοθεσίας: «ου γαρ ελάβετε Πνεύμα δουλείας πάλιν εις φόβον, αλλ’
ελάβετε Πνεύμα υιοθεσίας»
(Ρωμαίους Η’,
15). Το πνεύμα δε της υιοθεσίας εκφράζεται με την καρδιακή προσευχή:
«εν ω κράζομεν Αββά ο Πατήρ» (Ρωμαίους Η’, 15). Και το σημαντικό είναι
ότι «αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού»
(Ρωμαίους Η’, 16). Όταν κάποιος δεν έχη αυτό το Πνεύμα, δεν έχη νοερά
προσευχή, δεν είναι Υιός κατά Χάρη του Θεού και, επομένως, δεν είναι
πραγματικό μέλος του Σώματος του Χριστού: «ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ
έχει, ούτος ουκ εστίν αυτού» (Ρωμαίους Η’, 9).
Αυτά τα γνωρίσματα είναι εκείνα που χαρακτηρίζουν τον Άγιο.
«Ο Απόστολος
Παύλος λέγει ότι δεν ομιλούμε με σοφία ανθρώπινη, αλλά με την δύναμη του
Αγίου Πνεύματος. Τι εννοεί αυτό και γιατί αντιπαρατάσσεται η δύναμη του
Αγίου Πνεύματος με την σοφία του κόσμου τούτου; Είναι η δύναμη της
ενεργείας του Αγίου Πνεύματος μέσα στον άνθρωπο.
Ο καθένας που
βλέπει έναν Άγιο καταλαβαίνει ότι είναι Ναός του Αγίου Πνεύματος. Δεν
πείθεται περί του ότι είναι Ναός του Αγίου Πνεύματος με φιλοσοφικά
επιχειρήματα ή με θεολογίες του ενός και του άλλου. Βλέπει ότι είναι
Ναός του Αγίου Πνεύματος. Γιατί; Γιατί πολλές φορές ακούει κιόλας, που
κάνει μέσα του τον παπά.
Τι λέει η
μαρτυρία του Πνεύματος στο πνεύμα του ανθρώπου: ότι εσμέν τέκνα Θεού
κ.ο.κ. Αυτή η μαρτυρία για την οποία μιλάει ο Απόστολος Παύλος, που λέει
ότι κράζει: Αββά ο Πατήρ εν ταις καρδίαις ημών κλπ, αυτό το Πνεύμα που
κράζει μέσα στις καρδιές μας, είναι μια πραγματικότητα που περιγράφει ο
Απόστολος Παύλος ή είναι μια φαντασιοπληξία;
Ο Απόστολος
Παύλος στις επιστολές του μιλάει γι’ αυτήν την δύναμη του Αγίου
Πνεύματος, μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Τι είναι αυτή η δύναμη; Και αν
προσέξει κανείς αυτά που γράφει ο Απόστολος Παύλος, βλέπει ότι μιλάει
για πραγματική προσευχή μέσα στην καρδιά του ανθρώπου».
Η διαφορά
μεταξύ τρελλών και Αγίων βρίσκεται στο πώς λειτουργεί η νοερά ενέργεια.
Εάν η νοερά ενέργεια στον άνθρωπο ταυτίζεται με την λογική ενέργεια και
αυτή εκτρέπεται από την κανονική λειτουργία, αυτό είναι τρέλα. Εάν η
νοερά ενέργεια κινείται κατά Θεόν και υπό του Αγίου Πνεύματος, τότε ο
άνθρωπος είναι άγιος.
«Η διαφορά
μεταξύ τρέλας και αγιότητος είναι στο ότι στην μια περίπτωση η νοερά
ενέργεια είναι αδέσμευτη, αχαλιναγώγητη κ.ο.κ. και επηρεάζει την
προσωπικότητα του ανθρώπου κατά τέτοιο τρόπο, που κανείς γίνεται τρελός,
διότι δεν λειτουργεί κανονικά, όπως ένας κανονικός άνθρωπος».
Όταν ο
άνθρωπος μετέχη της φωτιστικής και της θεοποιού ενεργείας του Θεού, τότε
βιώνει την θεία Χάρη σε όλη του την ύπαρξη, στην ψυχή, με την νοερά
προσευχή, και στο σώμα, με την υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Έτσι
οδηγείται στο μαρτύριο.
«Οι βίοι των
Νεομαρτύρων είναι μια απόδειξη ότι η κατάσταση του φωτισμού, όπως
υπάρχει στην αρχαία Εκκλησία στα χρόνια των διωγμών, συνέχιζε να υπάρχη
ως καρδιά της Ορθοδοξίας κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Αυτή η δύναμη
του πιστού να υποστή τα μαρτύρια, είναι εκείνο που έσωσε την Ορθοδοξία
στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και δεν τουρκέψανε όλοι οι Ρωμηοί. Οι
περισσότεροι Ρωμηοί τουρκέψανε. Η μικρή μειοψηφία που είχε μείνει, γιατί
δεν τούρκεψε; Είχε πολλή εμπιστοσύνη στους Αγίους της Εκκλησίας, ότι
είναι φορείς της θείας Χάριτος και ότι μέσα τους υπήρχε πραγματικά η
θεία δύναμη. Και τι είναι θεία δύναμη; Είναι η δύναμη αυτή να μπορή να
υποστή όλα τα μαρτύρια και τα βασανιστήρια του σώματος για να μην αρνηθή
τον Χριστό. Αυτό ήταν απόδειξη της ορθής πίστεως».
Επομένως, οι
Άγιοι δεν είναι οι καλοί άνθρωποι, αλλά οι Θεούμενοι. Υπάρχουν μερικοί
που υποκρίνονται τον Άγιο, αλλά αυτοί στην πραγματικότητα είναι
υποκριτές-λαοπλάνοι. Ακόμη και οι αιρετικοί είναι καλοί άνθρωποι, μπορεί
να έχουν ηθική ζωή, αλλά αφού δεν έχουν την Ορθόδοξη θεολογία και την
ασκητική της Εκκλησίας παραμένουν στην ηθική ζωή, δεν μετέχουν της
θεοποιού ενεργείας του Θεού και δεν μπορούν να θεραπεύουν άλλους
ανθρώπους.
«Σε ένα
Συνέδριο, κάποιος σηκώθηκε και είπε ότι ο Άρειος ήταν άγιος άνθρωπος.
Διότι δεν ήξερε τι ήταν αγιότητα. Ήταν και άλλοι παρόντες εδώ και το
άκουσαν με τα αυτιά τους, ότι ο Άρειος ήταν άγιος άνθρωπος. Τι εννοούσε;
Εννοούσε ότι ο Άρειος ήταν καλός άνθρωπος. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία
ότι ήταν καλός άνθρωπος, ήταν πάρα πολύ καλός άνθρωπος ο Άρειος».
Άλλο, όμως
καλός άνθρωπος και άλλο άγιος. Οι Άγιοι μετέχουν της θεοποιού ενεργείας
του Θεού και αυτό είναι έκδηλο, γιατί μπορούν να βοηθούν τους ανθρώπους,
κάνουν θαύματα και τους θεραπεύουν. Και οι ψευδογιατροί μπορεί να είναι
καλοί άνθρωποι, αλλά δεν μπορούν να θεραπεύσουν.
«Πας σε έναν
κομπογιαννίτη γιατρό και λέει ναι, ξέρεις, θα κάνουμε τούτο, θα κάμουμε
εκείνο, μερικές εντριβές, έχεις αυτό, έχεις εκείνο, και μαζεύει τα
χιλιάρικα, δεν ξέρω πόσους μήνες. Στο τέλος αναγκάζεται ο άλλος να πάη
σε άλλο γιατρό. Τότε καταλαβαίνει ότι αυτός ήταν κομπογιαννίτης».
Έτσι, ο
σκοπός της Εκκλησίας είναι να αγιάση τα μέλη της, αλλά ταυτοχρόνως και
να χρησιμοποίηση τον κατάλληλο τρόπο για να επιτύχη αυτόν τον στόχο.
Έχει τονισθή κατά κόρον ότι η αγιότητα βιώνεται με την ενέργεια του Θεού
και την συνεργεία του ανθρώπου. Ο Θεός ενεργεί και ο άνθρωπος συνεργεί.
«Εδώ πρέπει
να θίξουμε την ελευθερία του ανθρώπου. Θυμάμαι πάντοτε η μητέρα μου, μου
έλεγε, «παιντί μου», λέει, και με τα Καππαδοκικά, «παιντί μου, άντρωπος
άγιος με το ζόρι ντεν γίνεται». Δεν μπορεί, βέβαια, ο άνθρωπος με το
ζόρι να γίνη άγιος, ο καθένας πρέπει να επιλέξη τον δρόμο της ασκητικής
θεραπείας».
Η ασκητική
θεραπεία συνδέεται αναπόσπαστα με την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.
Πρόκειται για την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση που το συναντούμε
σε όλη την πατερική διδασκαλία της Εκκλησίας. Και η ασκητική θεραπεία
συνδέεται αναπόσπαστα με τα Μυστήρια της Εκκλησίας.
Εδώ πρέπει να
εντοπισθή ότι υπάρχει διάκριση μεταξύ λογικής και νοεράς ενεργείας. Η
νοερά ενέργεια πρέπει να ενεργοποιηθή με την προσευχή, οπότε ο νους
είναι φωτισμένος. Στην πρώτη φάση πρέπει να αδειάση ο νους από όλους
τους λογισμούς και όχι η λογική από τους λογισμούς. Δεν είναι θέμα
αγραμματοσύνης, αλλά ιδιαίτερης ασκητικής και εκκλησιαστικής μεθόδου.
«Οι Πατέρες
δεν εννοούσαν ποτέ πως με την αγραμματοσύνη μπορεί να φθάση κανένας στην
αγιότητα, αλλά από το άδειασμα του νου από τους λογισμούς. Αυτό,
εννοούσαν, όχι δια της αγραμματοσύνης της λογικής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου