Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Τὸ γράμμα τοῦ νόμου Γράφει ο π. Δημήτριος Μπόκος


Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης, ὁ Πρό­δρο­μος καὶ Βα­πτι­στὴς τοῦ Κυ­ρί­ου, ἐ­τε­λεί­ω­σε μαρ­τυ­ρι­κὰ τὴ ζω­ή του μὲ ἀ­πο­κε­φα­λι­σμό.
Ὁ θά­να­τός του ἦ­ταν ἀ­πο­τέ­λε­σμα τῆς ἐμ­μο­νῆς τοῦ Ἡ­ρώ­δη στὴν τή­ρη­ση ἑ­νὸς ὅρ­κου, μὲ τὸν ὁ­ποῖ­ο δε­σμεύ­τη­κε ἀ­πέ­ναν­τι στὴ Σα­λώ­μη, κό­ρη τῆς Ἡ­ρω­διά­δας. Θε­ώ­ρη­σε ἀ­πό­λυ­τη τὴ δέ­σμευ­σή του αὐ­τὴ καὶ δὲν θέ­λη­σε νὰ ἐ­κτε­θεῖ στὰ μά­τια τῶν προσκεκλη­μέ­νων του ἀ­θε­τών­τας την, ἔ­στω κι ἂν λυ­πή­θη­κε ποὺ ἦ­ταν ὑ­πο­χρε­ω­μέ­νος νὰ τὴν τη­ρή­σει (Μάρκ. 6, 17-29).
Τὸ ἐ­ρώ­τη­μα εἶ­ναι: Ἔ­πρε­πε ὁ Ἡ­ρώ­δης νὰ τη­ρή­σει τὸν ὅρ­κο του ἢ ὄ­χι; Πό­σο δεσμευτικὸς εἶ­ναι ἕ­νας ὅρ­κος ποὺ ἔρ­χε­ται εὐ­θέ­ως σὲ ἀν­τί­θε­ση μὲ τὸν νό­μο τοῦ Θε­οῦ;
Ἐ­δῶ μπαί­νει τὸ θέ­μα τῆς σω­στῆς τή­ρη­σης τοῦ νό­μου τοῦ Θε­οῦ. Γιὰ νὰ μᾶς βο­η­θή­σει σ’ αὐ­τὸ ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή, ἐ­φι­στᾶ τὴν προ­σο­χή μας στὸ νὰ ἀ­να­ζη­τοῦ­με τὸ πνεῦ­μα τοῦ νό­μου τοῦ Θε­οῦ καὶ αὐ­τὸ νὰ τη­ροῦ­με. Νὰ μὴ μέ­νου­με προ­σκολ­λη­μέ­νοι στὸ γράμ­μα. Ἔ­τσι ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος μι­λά­ει γιὰ μιὰ σαρ­κι­κὴ πε­ρι­το­μή, ποὺ γί­νε­ται κα­τὰ τὸ γράμ­μα τοῦ νό­μου, ἀλ­λὰ ἀ­πὸ μό­νη της εἶ­ναι οὐ­σι­α­στι­κὰ ἀ­νώ­φε­λη, δὲν ἀρ­κεῖ νὰ ἀ­να­γεν­νή­σει πραγ­μα­τι­κὰ τὸν ἄνθρω­πο. Γι’ αὐ­τὸ πα­ράλ­λη­λα μι­λά­ει καὶ γιὰ μιὰ πνευ­μα­τι­κὴ πε­ρι­το­μὴ τῆς καρ­διᾶς, ἀχειροποίητη (ἀ­φαί­ρε­ση-κά­θαρ­ση τῶν πα­θῶν, τῆς ἁ­μαρ­τί­ας), ποὺ ἀ­να­δει­κνύ­ει τὸν ἄν­θρω­πο ἀ­λη­θι­νὸ τη­ρη­τὴ τοῦ θεί­ου νό­μου (Ρωμ. 2, 25-29· Κολ. 2, 11-13) καὶ ὄ­χι «ἀ­πε­ρί­τμη­τον τῇ καρ­δί­ᾳ» (Ἱ­εζ. 44, 7).
Ὁ Θε­ὸς ἔ­κα­νε μα­ζί μας μιὰ νέ­α δι­α­θή­κη, γιὰ νὰ ἐμ­φυ­σή­σει μέ­σα μας ἕ­να δι­α­φο­ρε­τι­κὸ πνεῦ­μα. Μᾶς κα­λεῖ νὰ γνω­ρί­σου­με ποι­ὸ εἶ­ναι τὸ δι­κό του πνεῦ­μα, αὐ­τὸ ποὺ τὸν ἐκ­φρά­ζει πραγ­μα­τι­κὰ (Λουκ. 9, 55). Τη­ρών­τας μὲ ἀ­κρί­βεια, κα­τὰ γράμ­μα, τὸν νό­μο, μπο­ρεῖ νὰ διαπράξου­με τὶς με­γα­λύ­τε­ρες ἀ­δι­κί­ες. Γι’ αὐ­τὸ ἡ νέ­α δι­α­θή­κη τοῦ Θε­οῦ δὲν εἶ­ναι δι­α­θή­κη «γράμ­μα­τος, ἀλ­λὰ πνεύ­μα­τος· τὸ γὰρ γράμ­μα ἀ­πο­κτέν­νει, τὸ δὲ πνεῦ­μα ζω­ο­ποι­εῖ» (Β΄ Κορ. 3, 17). Ὅ­ταν γνω­ρί­σου­με τὸ πνεῦ­μα τοῦ Θε­οῦ, μπαί­νου­με σ’ ἕ­να χῶ­ρο ἐ­λευ­θε­ρί­ας, ὅ­που δὲν ἔ­χει θέ­ση καμ­μιὰ δου­λι­κὴ ὑ­πο­τα­γὴ στὸ νε­κρὸ γράμ­μα νο­μι­κῶν σχη­μά­των (Β΄ Κορ. 3, 17). Ὁ νό­μος δὲν ἔ­χει δο­θεῖ οὔ­τε εἶ­ναι ἀ­ναγ­καῖ­ος ἄλ­λω­στε γιὰ τὸν δί­και­ο ἄν­θρω­πο (Α΄ Τιμ. 1, 9).
Ἔ­τσι λοι­πὸν δὲν μπο­ρεῖ κα­νέ­νας νὰ ὀ­χυ­ρώ­νε­ται πί­σω ἀ­πὸ τὸ γράμ­μα τοῦ θεί­ου νό­μου, ὅ­ταν κα­τα­στρα­τη­γεῖ τὸ πνεῦ­μα καὶ τὸ ἀ­λη­θι­νὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τοῦ νό­μου αὐ­τοῦ.
Ἕ­νας ἄν­θρω­πος ζή­τη­σε ἀ­πὸ κά­ποι­ον γέ­ρον­τα νὰ με­σο­λα­βή­σει ἀ­νά­με­σα σ’ αὐ­τὸν καὶ τὸν ἀ­δελ­φό του, για­τὶ εἶ­χαν μα­λώ­σει. Ὁ γέ­ρον­τας κά­λε­σε τὸν ἄλ­λον ἀ­δελ­φὸ καὶ προ­σπά­θη­σε νὰ τὸν πεί­σει νὰ εἰ­ρη­νεύ­σει μὲ τὸν ἀ­δελ­φό του. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως ἀν­τέ­δρα­σε λέ­γον­τας:
-   Δὲν μπο­ρῶ νὰ συμ­φι­λι­ω­θῶ μα­ζί του, για­τὶ ὁρ­κί­στη­κα στὸ σταυ­ρὸ νὰ μὴν τὸ κά­μω».
Χα­μο­γέ­λα­σε ὁ γέ­ρον­τας καὶ τοῦ λέ­ει:
-   Δη­λα­δὴ εἶ­πες: Μὰ τὸν τί­μιο σταυ­ρό, Χρι­στέ, δὲν θὰ φυ­λά­ξω τὶς ἐν­το­λές σου, ἀλ­λὰ θὰ κά­μω τὸ θέ­λη­μα τοῦ  ἐ­χθροῦ σου τοῦ δι­α­βό­λου».
Καὶ τοῦ δί­δα­ξε πό­σο ση­μαν­τι­κὴ εἶ­ναι ἡ με­τά­νοι­α καὶ ὄ­χι ἡ τή­ρη­ση ἑ­νὸς ἄ­νο­μου ὅρ­κου (Ἰ­ω. Μό­σχου, Λει­μών, 216).
Τέ­τοι­οι ὅρ­κοι πρέ­πει νὰ σπᾶ­νε ἀ­μέ­σως καὶ νὰ συμ­μορ­φώ­νε­ται ὁ ἄν­θρω­πος ὁ­λό­ψυ­χα μὲ τὸ ἀ­λη­θι­νὸ θέ­λη­μα τοῦ Χρι­στοῦ. Καὶ ὁ Ἡ­ρώ­δης, ἂν εἶ­χε τὸ ἴ­διο πνεῦ­μα, δὲν θὰ ἔ­με­νε προσκολ­λη­μέ­νος στὸ γράμ­μα τοῦ νό­μου. Δὲν θὰ φο­βό­ταν νὰ ἀ­θε­τή­σει τὸν ἄ­νο­μο ὅρ­κο του.
Ὄ­χι λοι­πὸν προ­σχή­μα­τα εὐ­λα­βεί­ας, ἀλ­λὰ ἀ­λη­θι­νὴ με­τά­νοι­α καὶ γνή­σια ὑ­πα­κο­ὴ στὸ θέλη­μα τοῦ Θε­οῦ.
π. Δημητρίου Μπόκου

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 373, Αὔγ. 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου