Οι διαφορετικές εκδοχές
Το περιστατικό της βάπτισης του Ιησού σε
όλες τις εκδοχές του (Μτ. 3:13-17//Μκ. 1:9-11//Λκ. 3:21-22//Ιω. 1:29-34)
έχει προσαρμοστεί στις χριστολογικές ιδέες του κάθε ευαγγελιστή. Στο
κατά Μάρκον ο Ιησούς εισάγεται για πρώτη φορά στο προσκήνιο στο 1:9
καθώς έρχεται να βαπτιστεί από τον Ιωάννη στον ποταμό Ιορδάνη. Η διήγηση
είναι σύντομη και απλή χωρίς λεπτομέρειες. Είναι πράγματι παράξενο πως
ένα τόσο σημαντικό γεγονός περιορίζεται μόνο σε τρεις στίχους στο κατά
Μάρκον. Ο Ιησούς εδώ παρουσιάζεται χωρίς κάποιον χριστολογικό τίτλο με
τον τόπο καταγωγής του μόνο να δηλώνεται στο κείμενο (ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας).
Λίγο παρακάτω όμως, στο 1:11 ο Ιησούς φανερώνεται με θαυματουργικό
τρόπο ως Υιός του Θεού. Τώρα λοιπόν οι αναγνώστες του ευαγγελίου
πληροφορούνται ποιος πραγματικά είναι αυτός για τον οποίο ο Μάρκος θα
αφηγηθεί διάφορα περιστατικά στη συνέχεια. Στο κατά Μάρκον η βάπτιση του
Ιησού περιγράφεται ως μια προσωπική εμπειρία του ίδιου, ένα περιστατικό
μιας ιδιωτικής στιγμής χωρίς να γίνεται λόγος για παρουσία άλλων
προσώπων εκτός από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ακόμη, στην εκδοχή του
Μάρκου ο Ιησούς είναι ο μόνος που υπάρχει για να δει το άνοιγμα του
ουρανού και την κάθοδο του πνεύματος σε αυτόν. Συνεπώς είναι επίσης και ο
μόνος που ακούει την φωνή από τον ουρανό. Στα υπόλοιπα ευαγγέλια η
σκηνή έχει δημόσιο χαρακτήρα. Ίσως αυτή η αλλαγή να οφείλεται σε
απολογητικούς λόγους που ήθελαν να τονίσουν την αλήθεια των τριών
υπερφυσικών γεγονότων[1] που έλαβαν χώρα κατά τη βάπτιση του Ιησού.
Νομίζουμε πως η ιδιωτική ατμόσφαιρα της μάρκειας εκδοχής έχει σχέση με
το μεσσιανικό μυστικό που ο ευαγγελιστής διατηρεί ως ιδιαίτερο θεολογικό
χαρακτηριστικό στο ευαγγέλιό του. Συνεπώς η ιδιωτική ατμόσφαιρα της
βάπτισης του Ιησού να αποτελεί δική του επεξεργασία. Οι ερευνητές
σημειώνουν συχνά ότι η ιδέα του Ιησού από τη Ναζαρέτ ως Υιού του Θεού
δεσπόζει στο ευαγγέλιο του Μάρκου, δικαιολογεί την εξουσία που ο ίδιος
έχει σε διάφορα σημεία του ευαγγελίου και κορυφώνεται στην ομολογία του
εκατόνταρχου τη στιγμή του θανάτου του Ιησού στο σταυρό (Μκ. 15:39).
Στους άλλους δύο συνοπτικούς οι
αναγνώστες έχουν πληροφορηθεί τη γέννηση του Ιησού και δεν ακούν γι’
αυτόν, αλλά ούτε για θεϊκή παρέμβαση που συνδέεται με τη ζωή του πρώτη
φορά. Ο Ματθαίος πριν το περιστατικό της βάπτισης διασώζει μόνο αυτός
έναν διάλογο μεταξύ του Ιησού και του Ιωάννη του Βαπτιστή σύμφωνα με τον
οποίο ο δεύτερος αρνείται να βαπτίσει τον πρώτο λόγω κατωτερότητας τους
ίδιου (3:14-15)[2]. Προφανώς ο Ματθαίος θέλει να δικαιολογήσει γιατί ο
Ιησούς ως ανώτερος δέχτηκε το βάπτισμα του Ιωάννη και έτσι φανερώνει την
εύλογη απορία που εκφραζόταν στην κοινότητά του. Ο λόγος είναι για να
εκπληρωθεί το σχέδιο του Θεού (Μτ. 3:15). Μετά από αυτή τη διαβεβαίωση ο
Ιωάννης δέχεται να βαπτίσει τον Ιησού. Εξάλλου συχνά στο κατά Ματθαίον,
όπου ο Ιησούς παρουσιάζεται ως Υιός του Θεού, εκτελεί το θέλημα του
Πατέρα. Στην εκδοχή της βάπτισης του Ιησού στο κατά Ματθαίον (3:13-17) η
φωνή που ακούγεται από τον ουρανό (3:17) απευθύνεται σε τρίτο
πρόσωπο[3] «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός» και όχι σε δεύτερο «σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός»,
όπως στο Μάρκο και τον Λουκά (στο Ιω. 1:34 έχουμε πάλι τρίτο πρόσωπο
αλλά εκεί παρουσιάζεται να μιλά ο Βαπτιστής για το περιστατικό που έλαβε
χώρα). Φαίνεται πως η φωνή απευθύνεται πρωτίστως στον Ιωάννη τον
Βαπτιστή και ίσως στο πλήθος των παρευρισκόμενων. Ο Ματθαίος καινοτομεί
έναντι του Μάρκου. Ενώ στο κατά Μάρκον το βάρος της διήγησης ρίχνεται
στα γεγονότα που ακολουθούν της βάπτισης του Ιησού, στο κατά Ματθαίον
θεωρείται δεδομένο ότι ο Ιησούς είναι Υιός του Θεού και επιχειρείται να
εξηγηθεί γιατί χρειαζόταν αυτός να βαπτιστεί.
Στα δύο πρώτα κεφάλαια του ευαγγελίου του
Λουκά οι διηγήσεις τις παιδικής ηλικίας του Ιωάννη του Βαπτιστή και του
Ιησού διαδέχονται η μία την άλλη. Ο Ιησούς έχει ήδη στο Λκ. 1:32
ονομαστεί «υἱὸς ὑψίστου» και παρουσιαστεί ως μεσσίας και
επομένως οι αναγνώστες του δεν εκπλήσσονται με την ανακοίνωση ότι είναι ο
αγαπητός γιος του Θεού κατά τη βάπτισή του. Στο τέλος του γενεαλογικού
καταλόγου που ακολουθεί μετά τη βάπτιση στο κατά Λουκάν ο Ιησούς είναι
γιος του Θεού (Λκ. 3:38). Μετά τη βάπτιση ο Ιωάννης εξαφανίζεται από το
προσκήνιο και ο Ιησούς είναι πλέον το κεντρικό πρόσωπο του ευαγγελίου. Ο
Λουκάς διατηρεί μια καινοτομία. Στο 3:20 μας πληροφορεί ότι ο Ιωάννης ο
Βαπτιστής έχει συλληφθεί και αμέσως μετά ακολουθεί η αφήγηση της
βάπτισης του Ιησού. Ίσως η πληροφορία αυτή λειτουργεί προς όφελος των
μελών της Εκκλησίας του Λουκά, αφού ο ευαγγελιστής περνά γρήγορα το
γεγονός της βάπτισης του Ιησού χωρίς ν’ αναφέρει το όνομα του Βαπτιστή.
Ιωάννης και Ιησούς δεν συναντώνται ποτέ στο κατά Λουκάν, αν και η
συνάντησή τους έγινε κατά τη βάπτιση του δεύτερου, όπως προκύπτει από το
κείμενο. Προκειμένου να φανεί το φαινομενικά παράδοξο αυτό γεγονός, ας
σημειωθεί εδώ ότι ο τρίτος ευαγγελιστής είναι εκείνος που τονίζει
περισσότερο από τους υπόλοιπους το ρόλο του Ιωάννη ως προδρόμου του
Ιησού. Επίσης ο Λουκάς είναι ο μόνος από τους συνοπτικούς που δεν
σημειώνει ότι ο Ιησούς έρχεται από τη Γαλιλαία.
Ο Λουκάς δεν δίνει βαρύτητα στην ίδια την
πράξη της βάπτισης αλλά στην κάθοδο του πνεύματος και στην ουράνια
διακήρυξη. Αν ήθελε ο ευαγγελιστής να συνδέσει το βάπτισμα με την κάθοδο
του πνεύματος, σωστά παρατηρεί ο Dunn, θα είχε στο κείμενο βαπτιζομένου και όχι βαπτισθέντος.
Ο Λουκάς μας παρέχει ακόμη μια πληροφορία. Η κάθοδος του πνεύματος
γίνεται καθώς ο Ιησούς προσεύχεται[4] αμέσως μετά τη βάπτισή του (Λκ.
3:21). Κανένας άλλος ευαγγελιστής δεν κάνει αναφορά σε προσευχή του
Ιησού και επιπλέον ο Λουκάς διευκρινίζει στο 3:22 ότι το πνεύμα
εμφανίστηκε με τη σωματική μορφή ενός περιστεριού. Η κάθοδος του
πνεύματος στο κατά Λουκάν συνδέεται επομένως με την προσευχή του Ιησού
και όχι με τη βάπτισή του. Η προσθήκη της φράσης «σωματικῷ εἴδει»
δεν υπάρχει σε καμία από τις υπόλοιπες εκδοχές της διήγησης. Στην
εκδοχή του Λουκά η βάπτιση γίνεται μπροστά σε αρκετούς παρευρισκόμενους
(3:21) που είχαν νωρίτερα βαπτιστεί. Ασφαλώς η έκφραση «ἅπαντα τὸν λαὸν»
είναι υπερβολή, αφού στο Λκ. 7:30 λέγεται πως δεν ανταποκρίνονταν όλοι
οι Ιουδαίοι στο βάπτισμα του Ιωάννη. Η αναφορά στην κάθοδο του πνεύματος
επίσης είναι πιο συγκεκριμένη (3:22) από ότι στους άλλους δύο
συνοπτικούς και επιπλέον η φωνή που ακούγεται παραθέτει μεγαλύτερο μέρος
του Ψλ. 2:7. Στο κατά Λουκάν ο Ιησούς βαπτίζεται στον Ιορδάνη επειδή ο
Θεός το ήθελε. Η ιδέα είναι πολύ κοντά στην αντίστοιχη εξήγηση του
Ματθαίου. Η αλλαγή όμως σε τρίτο ενικό (οὗτός ἐστιν) στο κατά
Ματθαίον χαλαρώνει τη σύνδεση με το Ψλ. 2:7. Ο Λουκάς περιέχει επίσης
στο Πραξ. 10:38 μια σύντομη αναφορά στη βάπτιση του Ιησού σε μια ομιλία
του Πέτρου και εκεί όμως τονίζει ξεκάθαρα την χρίση του πνεύματος και
όχι την ίδια τη βάπτιση. Αναγνωρίζει ωστόσο τη μεγάλη σημασία του
συγκεκριμένου γεγονότος.
Στο κατά Ιωάννην από την άλλη, δεν
λέγεται ρητά ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή αλλά
κάτι τέτοιο υπονοείται στο 1:32-34. Ο τέταρτος ευαγγελιστής δεν
περιγράφει το γεγονός της βάπτισης του Ιησού. Ο Βαπτιστής λειτουργεί εδώ
ως μάρτυρας της καθόδου του πνεύματος στον Ιησού κατά την βάπτισή του. Ο
Ιωάννης βρήκε τον εξυπνότερο τρόπο να αποφύγει τυχόν παρανοήσεις
σχετικά με τα πρόσωπα και το ρόλο των δύο πρωταγωνιστών της βάπτισης.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τέταρτος ευαγγελιστής δεν θα έπρεπε να
δώσει αφορμή σε μαθητές του Ιωάννη που υπήρχαν κατά την εποχή του να
προκαλέσουν ζήτημα ανωτερότητας του Βαπτιστή και πιθανώς της δικής τους
θρησκευτικής ομάδας. Αποκρύπτει έτσι την ίδια τη βάπτιση του Ιησού, ενώ
όμως διατηρεί τη θεοφάνεια που συνέβη αμέσως μετά. Οι ομοιότητες με τη
συνοπτική παράδοση είναι προφανείς, αλλά εδώ ο δημόσιος χαρακτήρας του
γεγονότος είναι πιο έκδηλος. Ο τέταρτος ευαγγελιστής επιθυμεί να δείξει
ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν υποδεέστερος του Ιησού. Για το λόγο αυτό,
όπως σημειώνει ο Βασιλειάδης, αποσύρει όσο είναι δυνατό από το
προσκήνιο τη βαπτιστική ιδιότητα του Ιωάννη. Στο τέταρτο ευαγγέλιο
επίσης, ο Ιωάννης δεν αποκαλείται πουθενά Βαπτιστής. O ευαγγελιστής
Ιωάννης έχει ακόμη δύο καινοτομίες. Σε αντίθεση με το Μάρκο παρουσιάζει
τη θεοφάνεια στο 1:33-34 να είχε αποδέκτη τον Βαπτιστή και όχι τον
Ιησού. Επιπλέον, ο τέταρτος ευαγγελιστής δεν καταγράφει τα λόγια της
φωνής αλλά ξεκαθαρίζει ότι ο Βαπτιστής είδε το πνεύμα να κατεβαίνει στον
Ιησού σαν περιστέρι (1:32-33).
Οι πηγές
Σε αντίθεση με τις διηγήσεις της παιδικής
ηλικίας, εδώ έχουμε ένα περιστατικό από το βίο του ιστορικού Ιησού που
δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε. Αυτό σηματοδοτεί την έναρξη της δημόσιας
δράσης του Ιησού και η ιστορικότητά του επιβεβαιώνεται από το γεγονός
ότι δύσκολα θα είχε επινοηθεί από την πρώτη εκκλησία[5]. Ο λόγος είναι
πως οι πρώτοι χριστιανοί δεν θα παρουσίαζαν ποτέ τον αρχηγό της πίστης
τους να βαπτίζεται από τον Ιωάννη, ο οποίος επιτελούσε «βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν»
(Mκ. 1:4). Μια τέτοια ενέργεια θα φαινόταν αδικαιολόγητη, καθώς ο
ανώτερος δεν θα είχε κανένα λόγο να βαπτιστεί από κάποιον κατώτερο.
Από την άλλη, δεν λείπουν και σε αυτήν
την περίπτωση φωνές που αμφισβητούν την ιστορικότητα του περιστατικού.
Ως προς το φιλολογικό είδος η διήγησή μας μοιάζει με βιογραφικό μύθο,
αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν έχουμε να κάνουμε με μία επιφάνεια ή
θεοφάνεια, με μια αποκαλυπτική σκηνή, μια μορφή ανακήρυξης ή ένα όραμα
κλήσης[6].
To Mκ. 1:9-11 προέρχεται από την
προφορική παράδοση της κοινότητας του Μάρκου και δεν αποτελεί δική του
σύνθεση. Ωστόσο σε κάποια σημεία της περικοπής, όπως στο 1:9,
διακρίνεται το συντακτικό χέρι του ευαγγελιστή. Δεν μπορούμε να
γνωρίζουμε αν το Μκ. 1:9-11 συνδεόταν με το Μκ. 1:1-8 πριν τη σύνταξη
του ευαγγελίου ή αν ο Μάρκος συνένωσε δύο διαφορετικές παραδόσεις. Οι
διαφορετικές εκδοχές στους άλλους δύο συνοπτικούς οφείλονται στην
προσωπική τους επεξεργασία και δεν αντλούν τη διήγηση από την Πηγή των
Λογίων (Q) στην οποία η βάπτιση του Ιησού απουσιάζει. Η Πηγή των Λογίων,
αν και περιέχει το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή, δεν πρέπει να
περιείχε τη βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη. Η συμφωνία μεταξύ Ματθαίου
και Λουκά είναι πολύ μικρή για να υποθέσουμε κάποια άλλη πηγή εκτός του
κατά Μάρκον. Ο Ιωάννης αντίθετα, κάνει τη δική του επιλογή χωρίς να
γνωρίζουμε την πηγή του, εφόσον παραλείπει τη σκηνή της βάπτισης και
καταγράφει μόνο την κάθοδο του πνεύματος στον Ιησού. Είναι επίσης από τα
ελάχιστα περιστατικά του βίου του Ιησού που ο τέταρτος ευαγγελιστής
έχει σε συμφωνία με τους συνοπτικούς.
Η συνάφεια των κειμένων
Ο Μάρκος αρχίζει το ευαγγέλιό του με το
κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή (1:1-8) και αμέσως μετά αφηγείται τη
βάπτιση του Ιησού (1:9-11). Στην πρώτη ενότητα οι αναγνώστες
πληροφορούνται την προφητεία ότι αναμένεται κάποιος σημαντικότερος από
τον Βαπτιστή που θα βαπτίζει ἐν πνεύματι ἁγίῳ. Η σκηνή της
βάπτισης του Ιησού στον Ιορδάνη περιγράφεται λακωνικότατα. Στην ουσία
μόνο το Μκ. 1:9 αναφέρεται στο γεγονός της βάπτισης και τα Μκ. 1:10-11
σε όσα ακολούθησαν αυτής. Σε αυτό το επίσης σύντομο δεύτερο μέρος
δίνεται μεγαλύτερη θεολογική σημασία. Περίεργη φαίνεται η επιλογή του
Λουκά να τοποθετήσει αμέσως μετά τη βάπτιση του Ιησού, το γενεαλογικό
του κατάλογο (3:23-38) και όχι, όπως οι άλλοι δύο συνοπτικοί, τη διήγηση
των πειρασμών. Σίγουρα η επιλογή δεν είναι τυχαία.
Ιστορία της πρόσληψης και της επιδράσεως του κειμένου
Στη λατρεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας
καθορίστηκε η περικοπή Μτ. 3:13-17 να αποτελεί το ευαγγελικό ανάγνωσμα
της γιορτής των Θεοφανείων και το Ιω 1:29-34 της 7ηςΙανουαρίου.
Η ίδια η γιορτή τοποθετήθηκε στο χριστιανικό εορτολόγιο ως ανάμνηση της
βάπτισης του Χριστού και την αμέσως επομένη καθιερώθηκε να γιορτάζεται η
μνήμη του Ιωάννη του Πρόδρομου. Για πρώτη φορά μαθαίνουμε από τον Κλήμη
τον Αλεξανδρέα πως οι Γνωστικοί του Βασιλείδη γιόρταζαν τη βάπτιση του
Ιησού στην Αλεξάνδρεια στις 6 Ιανουαρίου[7]. Πριν προχωρήσουμε θα πρέπει
εδώ να σημειώσουμε πως η μοναδικότητα του βαπτίσματος του Ιησού στον
Ιορδάνη είναι τέτοια ώστε πουθενά στην Κ.Δ. δεν απαντά μια παραίνεση για
μίμησή του από τους χριστιανούς. Εισερχόμενοι τώρα στα λατρευτικά
δρώμενα της Εκκλησίας η θεολογία του απ. Παύλου είναι εκείνη που
συνέβαλε στη θεολογική κατοχύρωση του βαπτίσματος των πιστών. Ο Παύλος
είναι ο πρώτος που κατανοεί το βάπτισμα ως μία τελετή στην οποία
ενεργοποιούνταν τελετουργικά ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού (Ρωμ.
6:3-11). Η παλιά ζωή του πιστού συνδεόταν με το θάνατο και η νέα με την
ανάσταση. Το βάπτισμα πρόσφερε έτσι μια νέα γέννηση (Ιω. 3:5.Tιτ. 3:5. Ιουστίνου, Α΄ Aπολογία 61.3. Πράξεις Θωμά
132) και τη δωρεά του Πνεύματος. Η χριστιανική κοινότητα θεωρούσε ότι
το βάπτισμα συστήθηκε από τον Ιησού λίγο πριν τη ανάληψή του (Μκ.
16:16//Μτ. 28:19), με την εντολή να γίνεται στο όνομα του Πατρός και του
Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Οι λειτουργιολόγοι επίσης θεωρούν ότι
ακριβώς στο παραπάνω περιστατικό θεμελιώνεται το μυστήριο του
βαπτίσματος[8]. Η διήγηση της βάπτισης του Ιησού στον Ιορδάνη έχει τη
δική της συμβολή στο βάπτισμα των χριστιανών και δεν περιορίστηκε μόνο
σε αυτό, καθώς σε αυτή θεμελιώνονται και οι ακολουθίες του μικρού και
του μεγάλου αγιασμού και φυσικά η γιορτή των Θεοφανείων.
Η βάπτιση του Ιησού και το βάπτισμα των χριστιανών
Στη βάπτιση του Ιησού φανερώνονται τρία
βασικά θεολογικά στοιχεία. Η ίδια η πράξη του βαπτίσματος, δηλαδή η
κατάδυση στο νερό, η δωρεά του πνεύματος και η διακήρυξη της υιότητας.
Πολύ νωρίς οι πρώτοι χριστιανοί, όπως μαρτυρούν οι επιστολές του απ.
Παύλου που κάνουν λόγο για το βάπτισμα των πιστών (Γαλ. 4:4-7 και Ρωμ.
8:3-4, 14-17) αλλά και οι Πράξεις (2:38) δείχνουν ότι κατά την
τελετουργία των βαπτιζομένων η ιδέα της υιότητας των πιστών συνδεόταν με
τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Όλα τα παραπάνω δεδομένα οδήγησαν
αρκετούς ερευνητές να θεωρήσουν ότι στο Μκ. 1:9-11 ίσως απηχείται το
τελετουργικό της βάπτισης των χριστιανών. Μάλιστα ο Bultmann θεώρησε πως
η διήγηση της βάπτισης του Ιησού είναι μυθική και επινοήθηκε από την
Εκκλησία για να αποτελέσει κατόπιν πρότυπο για το βάπτισμα των μελών
της[9]. Το παράδοξο είναι ότι αν και η θέση του Bultmann δεν
ακολουθήθηκε από τη σύγχρονη έρευνα, στην ιστορία της Εκκλησίας η
θεώρηση της βάπτισης του Ιησού ως αιτία της θεολογικής θεμελίωσης του
χριστιανικού βαπτίσματος επικρατεί μέχρι σήμερα χωρίς καμία αμφιβολία.
Στην Κ.Δ. δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι η
βάπτιση του Ιησού αποτέλεσε το πρότυπο για το βάπτισμα των χριστιανών. Η
βάπτιση του Ιησού είναι μοναδική σε όλα της. Οι συγγραφείς των βιβλίων
της Κ.Δ δεν αναφέρουν, ούτε υπαινίσσονται πουθενά ότι η βάπτιση των
χριστιανών είναι όπως ακριβώς η δική του. Ακόμη και η δωρεά του
πνεύματος δεν κατανοείται με τον ίδιο τρόπο. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η
βάπτιση του Ιησού συνέβαλλε στην καθιέρωση της βάπτισης των πρώτων
μελών της Εκκλησίας αλλά δεν αποτελούσε κατά τα πρώτα χρόνια το πρότυπο
της βασικής αυτής λατρευτικής πράξης.
Η σύνδεση με τον θάνατο του Ιησού
Η
σημασία της βάπτισης του Ιησού για τον αρχέγονο χριστιανισμό ήταν
θεμελιώδης και για το βάπτισμα των χριστιανών. Κάποια στιγμή αυτή
αποτέλεσε το πρότυπο του δεύτερου. Βασική ιδέα σε αυτήν την εξέλιξη
αποτέλεσε η σύνδεση που ήθελε τη βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη να
αποτελεί προτύπωση του θανάτου και της ανάστασής του. Σύμφωνα με τη
βαπτισματική θεολογία το βάπτισμα των χριστιανών σημαίνει συμμετοχή στον
θάνατο και την ανάσταση του Χριστού. Άλλωστε η τριπλή κατάδυση των
βαπτιζομένων συνδέεται και με την τριήμερη παραμονή του Ιησού στον τάφο.
Έτσι συχνά σε όλες τις εποχές της ιστορίας της Εκκλησίας έγινε μια
σύνδεση της παύλειας βαπτισματικής θεολογίας με τη βάπτιση του Ιησού.
Ακόμη και η φωνή που ακούγεται από τον ουρανό θεωρήθηκε ότι αποτελεί
προάγγελο της ανάστασης[10].
Η ανατολική Εκκλησία, όπως σωστά παρατηρεί ο πρώην Πάπας Βενέδικτος στο βιβλίο του: Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ,
εξέφρασε αυτή την κατανόηση της βάπτισης του Ιησού μέσα από τις
ακολουθίες της εορτής των θεοφανείων αλλά και τη θεολογία της εικόνας
της βάπτισης[11]. Μετά την Κυριακή του Πάσχα στην Ανατολή, η ημέρα των
θεοφανείων ήταν η μέρα που συνήθιζαν να βαπτίζονται τα νέα μέλη της
Εκκλησίας. Όπως σημειώνει ο Σκαλτσής στην παννυχίδα της συγκεκριμένης
γιορτής, αμέσως μετά την ακολουθία του όρθρου προσέρχονταν ομαδικά στο
βάπτισμα οι κατηχούμενοι[12]. Τα λόγια του Ιησού στο Μτ. 3:15 συνδέθηκαν
με εκείνα που ειπώθηκαν στη Γεθσημανή σύμφωνα με το Μτ. 26:39. Η
Ορθόδοξη Εκκλησία διαβλέπει μια συνάρτηση μεταξύ του περιεχομένου της
εορτής των Θεοφανείων και του Πάσχα. Επιπλέον, τα λειτουργικά άσματα από
την 3η-5ηΙανουαρίου αντιστοιχούν σε εκείνα του
χρονικού διαστήματος από τη Μεγάλη Τετάρτη μέχρι το Μεγάλο Σάββατο. Το
ίδιο συμβαίνει και με την τέχνη. Νωρίς οι καλλιτέχνες άρχισαν να
παριστάνουν το νερό του ποταμού ως υγρό τάφο του Ιησού και την κατάδυσή
του ως την κάθοδό του στον Άδη. Οι ερμηνείες του Κυρίλλου
Ιεροσολύμων[13] και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου[14] συνέβαλλαν και σε
αυτήν την πτυχή της λατρευτικής έκφρασης της Εκκλησίας. Ξεχωριστοί χώροι
για βαπτισμούς, τα γνωστά Βαπτιστήρια εμφανίστηκαν κατά τον 4ο
αι. Νωρίτερα το βάπτισμα τελούνταν σε οποιοδήποτε χώρο, όπως μας
πληροφορεί ο Ιουστίνος, αρκεί να υπήρχε νερό[15]. Κατά την τελετουργία
του βαπτίσματος στα Βαπτιστήρια οι φωτιζόμενοι προσέρχονταν στη
σταυρόσχημη ή κυκλική δεξαμενή, η οποία πλημμύριζε με τρεχούμενο νερό
μέσω ενός υπόγειου σωλήνα. Η επίδραση του Ιορδάνη ποταμού είναι
προφανής. Μάλιστα ο Κύριλλος παρομοιάζει την παραπάνω στιγμή του
βαπτίσματος των πιστών με την εναπόθεση του σώματος του Χριστού στο
μνήμα[16]. Αρκετά Βαπτιστήρια είναι επίσης οκταγωνικά. Το σχήμα τους
μπορεί να προέρχεται από τις ρωμαϊκές θέρμες αλλά στο χριστιανισμό
αποκτούν μια συμβολική σημασία. Ο αριθμός οκτώ συμβολίζει την όγδοη
ημέρα, την ανάσταση[17]. Με αυτόν τον τρόπο η βάπτιση του Ιησού εντός
της λατρείας παρουσιάζεται ως συμπύκνωση ολόκληρης της ιστορίας της
Θείας Οικονομίας.
Προτείνω εδώ να δούμε τη θεολογική
σύνδεση της βάπτισης και του θανάτου του Ιησού, όπως διακηρύσσεται στη
λατρεία μέσα από μια εικόνα. Σε κάποιες σκηνές της ανάστασης ο Χριστός
αντί για λάβαρο κρατά ένα χειρόγραφο που δεν είναι άλλο από το χρεόγραφο
του Κολ. 2:14. Έτσι οι καλλιτέχνες δήλωναν την αρπαγή αυτού του
χρεόγραφου κατά τη στιγμή που ο Κύριος εγείρεται από το βασίλειο των
νεκρών. Σε ένα γεωργιανό εικονογραφημένο χειρόγραφο απεικονίζεται μια
ιδιαίτερη σκηνή της βάπτισης του Ιησού στον Ιορδάνη. Ο Βαπτιστής, ενώ
βρίσκεται μέσα στο νερό, πατά ένα οφιόμορφο τέρας, που πιθανότατα είναι ο
διάβολος, το οποίο κρατά στο στόμα του αυτό το χρεόγραφο. Με τον τρόπο
αυτό δεν μας δίνεται μόνο μια γεύση για όσα θα ακολουθήσουν αλλά η
επίδραση της λατρευτικής πρακτικής της Εκκλησίας είναι εμφανέστατη. Ο
Κύριλλος Ιεροσολύμων σε μία από τις κατηχήσεις του κάνει λόγο για κάθοδο
του Ιησού με τη βάπτισή του στα νερά του θανάτου όπου κατοικεί ο δράκος
της θάλασσας και τη συντριβή του[18]. Κατά την ακολουθία του
βαπτίσματος ο ιερέας διαβάζει στην ευχή του καθαγιασμού του ύδατος, η
οποία περιέχεται και στην ακολουθία του μεγάλου αγιασμού την εξής φράση «Σὺ
καὶ τὰ Ἰορδάνια ῥεῖθρα ἡγίασας, οὐρανόθεν καταπέμψας τὸ Πανάγιον σοῦ
Πνεῦμα, καὶ τάς κεφαλὰς τῶν ἐκεῖσε ἐμφωλευόντων συνέτριψας δρακόντων…».
Σύμφωνα με τους λειτουργιολόγους[19] ο ιερέας εκείνη τη στιγμή μιμείται
τον Χριστό που συνέτριψε με τη βάπτισή του τα κεφάλια των δρακόντων στα
νερά του Ιορδάνη.
Η σημασία του ποταμού Ιορδάνη για τον χριστιανικό κόσμο
Πολύ νωρίς ο ποταμός Ιορδάνης άρχισε να
διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ευσέβεια των χριστιανών. Ήταν ο
ποταμός που βαπτίστηκε ο Κύριος. Αφού είχε ήδη συνδεθεί το βάπτισμα των
πιστών με εκείνο του Χριστού, τα υπόλοιπα εξελίχθηκαν ως φυσικό
επακόλουθο. Ενώ λοιπόν στα ευαγγέλια η ακριβής τοποθεσία του Βαπτιστή
δεν προσδιορίζεται παρά μόνο γενικά στο Ιω. 1:28 με τη φράση «ἐν Βηθανίᾳ ἐγένετο πέραν τοῦ Ἰορδάνου», ακόμη γενικότερα στο 10:40 και διαφορετικά στο 3:23 «ἐν Αἰνὼν ἐγγὺς τοῦ Σαλείμ»,
οι χριστιανοί κατά τα βυζαντινά χρόνια συνήθιζαν να επισκέπτονται μια
περιοχή λίγα χιλιόμετρα βορείως της Νεκράς Θάλασσας στην ανατολική όχθη
του Ιορδάνη. Εξαιτίας της αδυναμίας εντοπισμού της Βηθανίας ο Ευσέβιος
ακολουθώντας το υπόμνημα του Ωριγένη στο κατά Ιωάννην προσδιόρισε την
περιοχή στη δυτική όχθη[20], θεωρώντας πως πρόκειται για τη
Βηθαβαρά[21], όπου στις μέρες του βαπτίζονταν πιστοί. Στο ψηφιδωτό χάρτη
της Μάδαβα που ανάγεται στον 6ο αι. μ.Χ. η Βηθαβαρά
σημειώνεται εσφαλμένα στη δυτική όχθη του Ιορδάνη[22]. Ο Ιησούς
ερχόμενος από τη Γαλιλαία, όπως διευκρινίζεται στις εκδοχές του Μάρκου
και του Ματθαίου, για να αποφύγει τη Σαμάρεια θα διέσχισε πιθανόν τον
Ιορδάνη και θα βρέθηκε στην ανατολική του όχθη.
Ο Ευσέβιος αναφέρει ακόμη πως η μητέρα
του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, η αγία Ελένη, επισκέφτηκε ένα σπήλαιο όπου
πιστευόταν ότι έζησε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και έκτισε ένα ναό προς
τιμήν του. Αργότερα οι προσκυνητές επιβεβαιώνουν την παρουσία ενός ναού
στην περιοχή αυτή. Η χριστιανική παράδοση συνέδεσε επίσης τη βάπτιση του
Ιησού με μια άλλη αποφασιστική στιγμή της ιστορίας του Ισραήλ, τη
διάβαση του Ιορδάνη από τον Ιησού του Ναυή και τους Ισραηλίτες. Ο
συμβολισμός είναι ξεκάθαρος και αξιοποιήθηκε στη λατρεία. Εκτός από το
ίδιο όνομα του λυτρωτή μετά την έξοδο από τα νερά του ποταμού αρχίζει η
σωτηρία. Η συγκεκριμένη περιοχή στη λαϊκή ευσέβεια ταυτίστηκε επίσης με
την τοποθεσία όπου ο προφήτης Ηλίας αναλήφθηκε στον ουρανό. Κάποια
σύνδεση του Βαπτιστή με τον Ηλία θα έπαιξε σίγουρα ρόλο. Η υπερβολή δεν
σταμάτησε εδώ, αφού μία παράδοση θέλει τον χώρο όπου οικοδομήθηκε ο εν
λόγω ναός να αποτελεί το σημείο, όπου ο Ιησούς άφησε τα ρούχα του για να
βαπτιστεί. Σε όλους αυτούς τους χώρους οι πιστοί κατά το προσκυνηματικό
τους ταξίδι στους Αγίους Τόπους συνέρρεαν σε μεγάλους αριθμούς και
μάλιστα για να βαπτιστούν και οι ίδιοι. Οι προσκυνητές επίσης συνήθιζαν
να μεταφέρουν πίσω στις οικίες τους φλασκιά (ampullae) με νερό από τον Ιορδάνη ως ευλογία. Όλα τα παραπάνω φανερώνουν τη σημασία που αυτός απέκτησε στη χριστιανική ευσέβεια.
Κατά τον 20ο αι. άρχισαν
ανασκαφές στην περιοχή και ανακαλύφθηκαν ερείπια από τη ρωμαϊκή περίοδο
και ένα βυζαντινό μοναστήρι (Tell el-Kharrar). Από την εποχή του Ιησού
ανακαλύφθηκαν λίθινες υδρίες, οι χαρακτηριστικές ιουδαϊκές που
χρησιμοποιούνταν κυρίως για καθαρμούς μέχρι το 70 μ.Χ. Δεξαμενές με
σκαλιά (τύπου κολυμβήθρων και όχι μικβότ) ήρθαν επίσης στο φως, γεγονός
που αποδεικνύει τη χρήση τους για τελετουργικούς βαπτισμούς. Κάτω από το
ναό της αγίας Ελένης υπήρχε ένα διάδρομος με 22 σκαλοπάτια που οδηγούσε
κάτω από το επίπεδο του ποταμού. Αυτό έκανε τους ειδικούς να προτείνουν
πως οι πιστοί έρχονταν και βαπτίζονταν σε αυτόν τον χώρο που πλημμύριζε
από τα νερά του Ιορδάνη. Ασφαλώς το βάπτισμα στα νερά του ποταμού που
βαπτίστηκε ο Κύριος ήταν σίγουρα κατ’ αυτούς πολύ διαφορετικό με την
πνευματική φυσικά έννοια από οποιοδήποτε άλλο βάπτισμα.
Το
2004 εμφανίστηκε στο προσκήνιο ακόμη μία πρόταση που συνέδεσε μια
αρχαιολογική ανακάλυψη με τον Βαπτιστή και το έργο του. Ένα σπήλαιο που
είχε ανακαλυφθεί το 1999 στη Σούμπα, δυτικά της Ιερουσαλήμ και πολύ
κοντά στην περιοχή της καταγωγής του Ιωάννη του Βαπτιστή που θεωρούνταν η
Βηθαβαρά[23], είχε στο εσωτερικό του ειδικά διαμορφωμένο χώρο για να
λειτουργεί ως τελετουργικό λουτρό (μικβέ). Το σπήλαιο βρίσκεται
κοντά στην πρώτη περιοχή στην οποία αναφερθήκαμε νωρίτερα. Οι
αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι η χρήση του πρέπει να άρχισε τον 6ο
αι. π.Χ. για κάποιους τελετουργικούς σκοπούς[24]. Ένας ειδικά
διαμορφωμένος βράχος μαρτυρεί μια άγνωστη τελετουργία που αφορούσε χρίση
με έλαιο του δεξιού ποδιού[25] και μάλιστα κατά τα τέλη του 1ου αι. π.Χ. μέχρι τις αρχές του 1ου
αι. μ.Χ. Η κεραμική που ανακαλύφθηκε όμως εντός του, δείχνει εκτεταμένη
χρήση κατά τους χριστιανικούς χρόνους. Ιδιαίτερη σημασία έχουν
βραχογραφίες που ανακαλύφθηκαν στα τοιχώματα του σπηλαίου πάνω από τη
δεξαμενή. Σε αυτές παριστάνονται χριστιανικοί σταυροί και μια μορφή που
εξαιτίας της αμφίεσης προτάθηκε ότι είναι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής[26].
Πιθανότατα αυτές χαράχθηκαν από μοναχούς της βυζαντινής περιόδου οι
οποίοι διατηρούσαν κάποια παράδοση ότι εδώ βάπτιζε ο Ιωάννης ή οι
μαθητές του κάποιους που αργότερα έγιναν μέλη της Εκκλησίας. Ασφαλώς
πρόκειται για υπόθεση, η οποία δείχνει όμως κάτι που έχει ενδιαφέρον.
Κάποιοι μοναχοί διατηρούσαν στη μνήμη τους ένα συγκεκριμένο σπήλαιο σε
σύνδεση με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και επέλεξαν να συνεχίσουν τη
συγκεκριμένη παράδοση στην περιοχή της Βηθαβαρά.
Σήμερα υπάρχουν διάφορα παρεκκλήσια και
στις δύο όχθες του Ιορδάνη που σηματοδοτούν πιθανές περιοχές όπου
πιστεύεται ότι μπορεί να έδρασε ο Ιωάννης. Με το πέρασμα του χρόνου η
ροή του ποταμού άλλαζε πορεία αναγκάζοντας τους πιστούς να ακολουθούν
την κατεύθυνση του Ιορδάνη και να οικοδομούν ναούς ή μονές σε σύνδεση με
τον Βαπτιστή[27] και το βίο του, αφού το νερό του ποταμού είχε
καθιερωθεί πολύτιμο για τη θρησκευτική τους ευσέβεια.
Η βάπτιση του Ιησού στην χριστιανική τέχνη των πρώτων αιώνων
Οι αρχαιολόγοι συχνά υποστηρίζουν ότι κατά τη διάρκεια του 3ου και του 4ου
αι. μ.Χ. μία από τις πλέον δημοφιλείς βιβλικές σκηνές ήταν η βάπτιση
του Ιησού[28]. Στην κατακόμβη του Αγίου Καλλίστου μάλιστα απαντά το
αρχαιότερο δείγμα της σκηνής της βάπτισης του Ιησού. Στη συγκεκριμένη
κατακόμβη έχουμε τρία δείγματα[29]. Παρόμοια δείγματα υπάρχουν επίσης
στις κατακόμβες της Δομιτίλλας και του Πέτρου και Μαρκελλίνου[30]. Σε
όλες αυτές τις σκηνές εικονίζονται ο Ιησούς και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής
και σε αρκετές υπάρχει και το περιστέρι. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός
ότι ο Ιησούς εικονίζεται μικρότερος σε μέγεθος από τον Ιωάννη και φυσικά
σε νεαρότερη ηλικία. Με εξαίρεση μία σκηνή από την κατακόμβη του Αγίου
Καλλίστου, όπου ο Ιησούς είναι ντυμένος, στις άλλες είναι εντελώς
γυμνός. Οι αρχαιολόγοι βεβαιώνουν πως πρόκειται για τη βάπτιση του Ιησού
και όχι για σκηνή βάπτισης κάποιου πιστού. Αυτή η σκηνή επαναλαμβάνεται
αργότερα πολύ συχνά και η δημοτικότητά της δεν οφείλεται σε κάποια
προηγούμενη εκδοχή της σκηνής από τους εθνικούς, όπως για παράδειγμα η
μορφή του Ορφέα που αργότερα εκχριστιανίστηκε και τα στοιχεία της
αποδόθηκαν στον Χριστό. Η γυμνότητα του Ιησού ακόμη και η διαφορά στο
σωματικό μέγεθος των δύο αντρών θα μπορούσε να φανερώνει τη σύνδεση με
το χριστιανικό βάπτισμα. H παιδική εμφάνιση του Ιησού έρχεται σε
αντίθεση με τις ευαγγελικές διηγήσεις σύμφωνα με τις οποίες ο Ιησούς
ήταν ενήλικος όταν βαπτίστηκε. Μάλιστα το Λκ. 3:1-2 αναφέρεται στο
χρονικό διάστημα 28-30 μ.Χ. και επομένως ο Ιησούς ήταν πάνω από 30
ετών[31]. Αυτό αποτέλεσε αφορμή να υποστηρίξουν ορισμένοι πως η
συγκεκριμένη απεικόνιση του Ιησού στη σκηνή της βάπτισης αντανακλά την
πρακτική του νηπιοβαπτισμού[32]. Σίγουρα και η επίθεση των χεριών του
Βαπτιστή στο κεφάλι του Ιησού ενισχύει μια τέτοια υπόθεση και ειδικά
εφόσον γνωρίζουμε ότι στην αρχαία εκκλησία με την ενέργεια αυτή
χορηγούνταν η δωρεά του πνεύματος. Κατά τον Τερτυλλιανό ο βαπτίζων
τοποθετούσε τα χέρια του πάνω στον βαπτιζόμενο και αυτή ήταν η μετά το
βάπτισμα χρίση[33].
Επειδή η πρώτη εκκλησία ήταν μία
κατεξοχήν ιεραποστολική κοινότητα, ο νηπιοβαπτισμός κατά τα πρώτα χρόνια
επισκιάζεται από το βάπτισμα των ενηλίκων, κάτι που στους επόμενους
αιώνες άλλαξε ριζικά. Κατά τους αποστολικούς χρόνους δεν γίνεται λόγος
για νηπιοβαπτισμό αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν βαπτίζονταν μικρά
παιδιά. Υπάρχουν άμεσες και έμμεσες αναφορές από το 2ο αι. και εξής στους Ιουστίνο, Ειρηναίο, Τερτυλλιανό, Κυπριανό, Κλήμη Αλεξανδρέα και Ωριγένη. Στη διάρκεια του 3ου αι. το βάπτισμα των μικρών παιδιών ήταν κοινή συνήθεια[34].
Οι αρχαιολόγοι και οι ιστορικοί της
τέχνης ισχυρίζονται ότι οι χριστιανοί χρησιμοποίησαν στοιχεία από τη
διήγηση της βάπτισης του Ιησού στις σκηνές αυτές, αλλά ο συμβολισμός των
στοιχείων δεν προκύπτει από την ερμηνεία του ευαγγελικού κειμένου. Έτσι
οι καλλιτέχνες την περίοδο αυτή χρησιμοποιούν πολύ συχνά συμβολισμούς
της ειρήνης και της εχθρότητας. Έτσι το περιστέρι αντί να συμβολίζει το
Άγιο Πνεύμα οι ερευνητές δέχονται πως συμβολίζει την ειρήνη[35]. Ο
Ιησούς ελευθερώνει από το εχθρικό περιβάλλον, το οποίο στις σκηνές που
μας ενδιαφέρουν συμβολίζεται με το νερό. Συνεπώς ο Ιησούς παρουσιάζεται
και ως θαυματοποιός που εξαγνίζει τις καταστροφικές δυνάμεις του νερού.
Το νερό πάλι συνδέεται με τον εθνικό κόσμο που απειλεί την Εκκλησία. O
Ιγνάτιος θα γράψει σε μία από τις επιστολές του «καὶ ἐβαπτίσθη ἵνα τῷ πάθει τὸ ὕδωρ καθαρίσῃ»[36] και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ομοίως «᾿Εβαπτίσθη μὲν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ” ἁμαρτίας ἔλυσεν ὡς θεός· οὐ καθαρσίων αὐτὸς δεόμενος, ἀλλ” ἵνα ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα»[37].
Έτσι ο Ιγνάτιος θα συμβάλει στο να θεωρηθεί η βάπτιση του Ιησού το
πρότυπο του χριστιανικού βαπτίσματος αλλά και θα προσθέσει και μία νέα
ιδέα, εκείνη του αγιασμού του ύδατος. Οι Αποστολικές Διαταγές το αναφέρουν ως μέρος της τελετουργίας του βαπτίσματος όπου διαβάζουμε «Αὐτὸν οὖν καὶ νῦν παρακαλείτω ὁ ἱερεὺς πρὸς τῷ βαπτίσματι καὶ λεγέτω, ὅτι· Κάτιδε ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἁγίασον τὸ ὕδωρ τοῦτο…»[38]. Σύμφωνα με το ευχολόγιο στην ακολουθία του μεγάλου αγιασμού ψάλλεται «Σήμερον τῶν ὑδάτων, ἁγιάζεται ἡ φύσις…». Το νέο αυτό στοιχείο χρησιμοποιήθηκε στις ακολουθίες του μικρού και του μεγάλου αγιασμού.
Με την κατάδυση του σταυρού αγιάζεται
τελετουργικά το νερό. Η σύνδεση με το πάθος και την ανάσταση του Χριστού
φαίνεται από την τελετουργική ενέργεια του ιερέα «Είτα, λαβών τον
τίμιον Σταυρόν, ευλογεί τα ύδατα εκ τρίτου, κατάγων και ανάγων αυτόν
όρθιον, και ψάλλων: Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου, και εύλόγησον την κληρονομίαν σου
…» κατά την ακολουθία του μικρού αγιασμού. Ο ιερέας καταδύει και
αναδύει το σταυρό του Κυρίου σε όρθια θέση και το ίδιο κάνει και στην
ακολουθία του μεγάλου αγιασμού. Μάλιστα κατά τη δεύτερη σημειώνεται στο
ευχολόγιο: «Καὶ εὐθύς, εὐλογῶν τὰ ὕδατα σταυροειδῶς, βαπτίζει τὸν τίμιον
Σταυρόν, ὄρθιον αὐτὸν κατάγων ἐν τῷ ὕδατι καὶ ἀνάγων, ψάλλων καὶ τὸ
παρὸν: Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις…».
Κατά την εορτή των θεοφανείων αγιάζονται όλα τα ύδατα, και αγιάζονται
επειδή ακριβώς καταδύεται ο σταυρός του Χριστού. Η ακολουθία του μεγάλου
αγιασμού τελείται δύο φορές το χρόνο στις 5 και 6 Ιανουαρίου. Κατά την
παραμονή, το αγιασμένο ύδωρ μεταφέρεται στα σπίτια των πιστών και
φυλάσσεται για διάφορους λόγους. Ο μέγας αγιασμός φυλάσσεται επίσης
στους ναούς σε όλη τη διάρκεια του έτους σε ειδικό σκεύος. Σε αυτό το
σημείο μπορούμε να σταχυολογήσουμε μερικές φράσεις από το ποίημα του
Πατριάρχη Ιεροσολύμων Σωφρονίου που εμπεριέχεται στην ακολουθία του
μεγάλου αγιασμού.
«Σήμερον τὰ τοῦ Ἰορδάνου νάματα εἰς
ἰάματα μεταποιεῖται τῇ τοῦ Κυρίου παρουσίᾳ. Σήμερον ῥείθροις μυστικοῖς
πᾶσα ἡ κτίσις ἀρδεύεται. Σήμερον τὰ τῶν ἀνθρώπων πταίσματα τοῖς ὕδασι
τοῦ Ἰορδάνου ἀπαλείφονται. Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω, θεωρῶν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον».
Στο Πασχάλιο Χρονικό μπορεί
επίσης να εντοπιστεί μία άλλη καινοτομία. Ο συγγραφέας του υπολογίζει
ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε στον Ιορδάνη την πέμπτη ημέρα της εβδομάδας και
τη συνδέει με το Γεν. 1:20 κατά το οποίο γέμισαν τα νερά με ζωντανές
υπάρξεις[39]. Ο Χριστός λοιπόν και σύμφωνα με το κείμενο αυτό αγίασε το
νερό κατά τη βάπτισή του.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι από τον 5ο
αι. μ.Χ. προστέθηκε στη σκηνή της βάπτισης του Ιησού και ένα ακόμη
στοιχείο, το οποίο εξακολουθεί να παρουσιάζεται μέχρι σήμερα και
συνδέεται με το νερό. Μια ανδρική φιγούρα που εκπροσωπεί τη θεότητα του
ποταμού, άλλοτε παρακολουθεί από την όχθη τη βάπτιση του Ιησού και
άλλοτε βρίσκεται και αυτή μέσα στο νερό. Ορισμένες φορές κρατά μια
υδροχόο που συμβολίζει την πηγή του νερού. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν
αναφέρει καμία ευαγγελική εκδοχή της βάπτισης του Ιησού και μάλιστα
χρονικά η εμφάνιση μιας τέτοιας φιγούρας δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Τα
χαρακτηριστικότερα δείγματα βρίσκονται στα δύο Bαπτιστήρια (Αρειανών
και Ορθοδόξων) στη Ραβέννα. Ας σημειωθεί εδώ ότι στη θόλο τω
Βαπτιστηρίων πέρα από τα διακοσμητικά και συμβολικά στοιχεία στα
υπόλοιπα μέρη του οικοδομήματος, επικράτησε να απεικονίζεται η σκηνή της
βάπτισης του Ιησού. Αυτό φανερώνει ασφαλώς τη λατρευτική σύνδεση του
χριστιανικού βαπτίσματος με τη βάπτιση του Ιησού. Αρκετοί ιστορικοί της
τέχνης προτιμούν να ερμηνεύσουν αυτήν την φιγούρα σαν προσωποποίηση του
Ιορδάνη ή ένα αρχαιότερο μοντέλο το οποίο αργότερα χρησιμοποιήθηκε για
να απεικονιστούν στοιχεία της φύσης όπως η γη, το νερό και άλλα
παρόμοια. Μάλιστα η απεικόνιση της φιγούρας αυτής μαρτυρείται σε δύο
τύπους που εμφανίστηκαν ταυτόχρονα. Ο ανατολικός τύπος έχει προσδώσει
στη φιγούρα του Ιορδάνη περισσότερο δαιμονικά στοιχεία. Η επιλογή αυτή
οφείλεται στην ιδέα του αγιασμού του νερού του ποταμού κατά τη βάπτιση
του Ιησού που εκφράστηκε σε κάποια πατερικά έργα και κυρίως στα
λειτουργικά στοιχεία της τελετουργίας του βαπτίσματος[40]. Οι εξορκισμοί
και η χρίση με έλαιο των βαπτιζομένων που γίνονται κατά την ακολουθία
του βαπτίσματος, απηχούν μια τέτοια ιδέα και την αντίληψη για το νερό ως
χώρο κατοικίας δαιμονικών στοιχείων.
Σε όσες σκηνές εικονίζονται και μορφές
που συνδέονται με θεότητες του ποταμού, ο παραπάνω συμβολισμός
ενισχύεται. Σίγουρα το βάπτισμα των πιστών και η θεολογία του (π.χ. Ρωμ.
6:3 εξ.) και κυρίως η μεταγενέστερη σύνδεση με τη βάπτιση του Ιησού
άρχισε κάποια στιγμή να έχει σημαντική επίδραση στη χριστιανική
ζωγραφική. Η παρουσία της σκηνής της βάπτισης στις κατακόμβες και σε
σαρκοφάγους αποτελεί ένδειξη αυτής της σύνδεσης. Το ίδιο ίσως και η
γυμνότητα του βαπτιζόμενου Ιησού και όχι μόνο σε σύνδεση με τον θάνατο
αλλά και την ανάσταση. Επιπλέον, έχουμε και δείγμα χριστιανικής τέχνης
που φανερώνει τη σύνδεση της βάπτισης του Ιησού με τον σταυρικό του
θάνατο. Σε μία σαρκοφάγο από τη βασιλική του Αγίου Απολλιναρίου in
Classe στη Ραβέννα που προέρχεται από την περίοδο 460-470 μ.Χ.
(επαναχρησιμοποιήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Θεόδωρο) εμφανίζεται ένα
περιστέρι να κατεβαίνει κάθετα σε ένα σταυρό. Δεν είναι σίγουρα τυχαίο
το γεγονός ότι μετά την επικράτηση του χριστιανισμού στη σκηνή της
βάπτισης ο Ιησούς δεν εικονιζόταν πλέον σε παιδική ηλικία και η
προσωποποίηση του ποταμού ή οι θεότητες του νερού κάνουν πολύ πιο
αισθητή την παρουσία τους.
Συνοψίζουμε
τώρα όλα τα παραπάνω με τη σκηνή της βάπτισης του Ιησού σε ένα
ευαγγελιστάριο από τη Μονή του Αγίου Παντελεήμωνος του Αγίου Όρους (φ.
212β, κωδ. 2, χρονολογείται στο διάστημα 1120-1170). Η σκηνή ακολουθεί
τις ευαγγελικές διηγήσεις αλλά περιέχει λεπτομέρειες που προέρχονται από
τη λειτουργία των Θεοφανείων[41]. Το Άγιο Πνεύμα ως περιστέρι κρατά
κλάδο ελιάς. Ο Χριστός όρθιος καλυμμένος μέχρι τους ώμους από τα νερά
του Ιορδάνη τα ευλογεί με το δεξί του χέρι για να αγιαστούν. Κάτω
αριστερά υπάρχει μια φιγούρα που αποτελεί προσωποποίηση του Ιορδάνη και
την οποία το τροπάριο της γιορτής κατανοεί συμβολικά. Ο Βαπτιστής
απλώνει το χέρι του πάνω στο κεφάλι του βαπτιζόμενου Ιησού με
τελετουργικό τρόπο. Τέλος, τα αγγελικά όντα στη δεξιά πλευρά της όχθης
συμβολίζουν τη φράση του Γαλ. 3:27 «ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε)».
Ύστερα απ’ όσα αναφέρθηκαν γίνεται
αντιληπτό ότι ένα τέτοιο θέμα δεν μπορεί να εξαντληθεί, παρά μόνο να
παρουσιαστούν μερικές από τις πτυχές τις λατρευτικής ζωής των πιστών
στις οποίες μία τόσο σπουδαία ευαγγελική διήγηση έχει σίγουρα ασκήσει
πολλές και ποικίλες επιδράσεις.
[1] Αυτά τα τρία στην ιουδαϊκή παράδοση σηματοδοτούν την εγκαθίδρυση της εσχατολογικής βασιλείας του Θεού. Βλ. J. R. Edwards, The Gospel according to Mark, PNTC, Eerdmans, Michigan 2001, 34.
[2] Οι δύο αυτοί στίχοι φανερώνουν το συντακτικό χέρι του Ματθαίου.
[3] Σύμφωνα με τον R. A. Guelich, Mark 1-8:26,
WBC 34A, Word Books, Dallas 1989, 35 αυτό αποτελεί ένδειξη της χρήσης
της διήγησης στην παράδοση της Εκκλησίας των πρώτων χρόνων.
[4] Η πληροφορία αυτή αποτελεί λουκάνεια
επιλογή, αφού ο ευαγγελιστής παρουσιάζει στο σύνολο του ευαγγελίου τον
Ιησού να προσεύχεται σε σημαντικά γεγονότα της δράσης του.
[5] Aκόμη και το κριτήριο της πολλαπλής
μαρτυρίας του γεγονότος, επιβεβαιώνεται, αν κανείς δει με προσοχή τις
εκδοχές του Ματθαίου και του Λουκά αλλά και του Ιωάννη.
[6] Ορισμένοι ερευνητές αποφεύγουν να
αποκαλούν το περιστατικό θεοφάνεια ή επιφάνεια, καθώς ο Θεός δεν
εμφανίζεται αλλά πρόκειται για αποκαλυπτικό γεγονός.
[7] Στρωματείς, 1, 21, 146, 1-3. Βλ. σχετικά J. Finegan, Handbook of Biblical Chronology: Principles of Time Reckoning in the Ancient World and Problems of Chronology in the Bible, Princeton University Press, Princeton 1998, 325.
[8] Π. Σκαλτσή, «Οι Συμβολισμοί στην Ακολουθία του Βαπτίσματος», στο Λειτουργικές Μελέτες Ι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, 55.
[9] R. Bultmann, The History of the Synoptic Tradition,
(μτφρ. J. Marsh), Basil Blackwell, Oxford 1963, 247-248. Παρόμοια γνώμη
είχε και ο M. Dibelius. Τα παράλληλα από τις βιογραφίες του Αισώπου και
του ποιητή Αρχίλοχου δεν είναι πειστικά κατά τη γνώμη μας και διαφέρουν
από τη διήγηση της βάπτισης του Ιησού στα ευαγγέλια.
[10] Βλ. Γ. Ράτσιγκερ (Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄), Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ. Α΄ Μέρος: Από τη Βάπτιση στον Ιορδάνη έως τη Μεταμόρφωση, (μτφρ. Σ. Δεσπότης), τ. 1, Ψυχογιός, Αθήνα 2007, 39.
[11] Γ. Ράτσιγκερ (Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄), στο ίδιο, 39-40.
[12] Βλ. Π. Σκαλτσή, «Η Προβαπτισματική Νηστεία», στο Λειτουργικές Μελέτες Ι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, 93.
[13] «῞Ωσπερ γὰρ ᾿Ιησοῦς τὰς
οἰκουμενικὰς ἁμαρτίας ἀναλαβὼν ἀπέθανεν, ἵνα θανατώσας τὴν ἁμαρτίαν
ἀναστῇ ἐν δικαιοσύνῃ· οὕτω καὶ σὺ καταβὰς εἰς τὸ ὕδωρ, καὶ τρόπον τινὰ
ἐν τοῖς ὕδασιν ἐνταφεὶς, ὥσπερ ἐκεῖνος ἐν τῇ πέτρᾳ, ἐγείρῃ πάλιν ἐν
καινότητι ζωῆς περιπατῶν», Κατήχησις Γ΄ Φωτιζομένων, 3, 12, 6-10.
[14] Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν, PG 57, 185, 45-50.
[15] C. I. K. Story, «Justin’s Apology I. 62-64: Its Importance for the Author’s Treatment of Christian Baptism», VC 16 (1962) 172-173.
[16] «Μετὰ ταῦτα ἐπὶ τὴν ἁγίαν τοῦ θείου βαπτίσματος ἐχειραγωγεῖσθε κολυμβήθραν, ὡς ὁ Χριστὸς ἀπὸ τοῦ σταυροῦ ἐπὶ τὸ προκείμενον μνῆμα», Κατήχησις Μυσταγωγική Β΄ Περί Βαπτίσματος, 2, 4, 1-3.
[17] Βλ. J. Daniélou, Αγία Γραφή και Λειτουργία. Η Βιβλική Θεολογία των Μυστηρίων και των Εορτών κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Αθήνα 1981, 44.
[18] Κατήχησις Γ΄ Φωτιζομένων, 3, 11, 11-15.
[19] Βλ. σχετικά Ι. Κογκούλη-Χ. Οικονόμου-Π. Σκαλτσή, Το Βάπτισμα, Θεία Λατρεία και Παιδεία 2, Θεσσαλονίκη 1992 182.
[20] Η περιοχή ανήκει σήμερα στην Ιορδανία.
[21] Στο έργο του Περὶ τῶν τοπικῶν ὀνομάτων τῶν ἐν τῇ θείᾳ γραφῇ, γνωστό ως Ονομαστικόν, σημειώνει «Βηθααβαρά
(Ιω. 1, 28). «ὅπου ἦν ᾿Ιωάννης βαπτίζων», «πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου». καὶ
δείκνυται ὁ τόπος, ἐν ᾧ καὶ πλείους τῶν ἀδελφῶν εἰς ἔτι νῦν τὸ λουτρὸν
φιλοτιμοῦνται λαμβάνειν».
[22] Βλ. αναλυτικά R. Khouri, «Where John Baptized», BAR 31 (2005) 34-39.
[23] Στο Λκ. 1:39 προσδιορίζεται ως «πόλιν Ἰούδα». Σε αυτή την περιοχή επίσης σύμφωνα με τον Ωριγένη βάπτιζε ο Ιωάννης.
[24] Βλ. σχετικά S. Gibson-J. D. Tabor, «John the Baptist’s Cave», BAR 31 (2005) 36-41 όπου και σχετικό φωτογραφικό υλικό.
[25] Βλ. σκίτσο αναπαράστασης της τελετουργίας και επιπλέον πληροφορίες στο S. Gibson, Οι Τελευταίες Ημέρες του Ιησού με βάση τα Αρχαιολογικά Ευρήματα, (μτφρ. Σ. Δεσπότη), Αθήνα 2010, 71-74.[26] Ο H. Shanks, «John the Baptist’s Cave???», BAR 30 (2004) 18-19 διαφωνεί με μια τέτοια πρόταση.
[27] J. Murphy-O’Connor, The Holy Land: An Oxford Archaeological Guide from Earliest Times to 1700, Oxford Archaeological Guides, Oxford University Press, Oxford 52008, 328.
[28] Βλ. G. F. Snyder, Ante Pacem: Archaeological Evidence of Church Life before Constantine, Macon, Mercer University Press, 2003, 111.
[29] Βλ. φωτογραφίες στη μελέτη της R. M. Jensen, Living Water: Images, Symbols, and Settings of Early Christian Baptism, Supplements to Vigiliae Christianae. Texts and Studies of Early Christian Life and Language 105, Brill, Leiden 2011, 14 και 16.
[30] Φωτογραφίες στο R. M. Jensen, στο ίδιο, 18 και 20, 23-25.
[31] C. J. Humphreys, Η Ημέρα που Σταυρώθηκε ο Ιησούς. Ανασυνθέτοντας τις Τελευταίες Ημέρες του Πάθους, (μτφρ. Α. Κλήμη-επιστ. επιμ. Μ. Γκουτζιούδης), Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2015, 142-143.
[32] R. M. Jensen, Understanding Early Christian Art, Routledge, New York 2000, 176.
[33] De Baptismo, 7-8.
[34] Η σύνοδος της Καρθαγένης (253 μ.X.) αποφάσισε τη βάπτιση των νηπίων σε πολύ μικρή ηλικία χωρίς καθυστέρηση.
[35] Βλ. G. F. Snyder, στο ίδιο, 112.
[36] Προς Εφεσίους, 18, 2.
[37] Λόγος (29) Θεολογικὸς Τρίτος. Περὶ Υἱοῦ, 20, 1-2. Στην ίδια γραμμή θα κινηθεί και ο Εφραίμ ο Σύρος.
[38] Βλ. 7, 43, 22-24. Η ιδέα αυτή
παγιώθηκε θεολογικά και ακολουθήθηκε από τους: Τερτυλλιανό, Κλήμη
Αλεξανδρέα, Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, Εφραίμ Σύρο, Μεθόδιο Ολύμπου και
άλλους.
[39] «῎Εγνωμεν οὖν ὡς ἐν πέμπτῃ τῆς
ἑβδομάδος ἡμέρᾳ ἐβαπτίσθη ὁ Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς θεὸς ἡμῶν ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ
ποταμῷ, καθ” ἣν πέμπτην ἡμέραν ἐν ἀρχῇ τῆς τοῦ κόσμου γενέσεως αὐτὸς ὁ
τῶν ἁπάντων δεσπότης καὶ δημιουργὸς προσέταξεν ἐξαγαγεῖν τὰ ὕδατα,
ἑρπετὰ ψυχῶν ζωσῶν, αὐτὸς ἐπὶ συντελείᾳ τῶν αἰώνων, ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ
ἐβαπτίσθη ἐν ὕδατι καὶ ἡγίασεν τὸ ὕδωρ καὶ σωτήριον αὐτὸ καὶ ζωοποιὸν
ἡμῖν ἀπειργάσατο», 394, 21-395, 6.
[40] R. M. Jensen, «What are Pagan River Gods Doing in Scenes of Jesus’ Baptism?», BR 9 (1993) 40-41.
[41] Βλ. Γ. Γαλάβαρη, Ελληνική Τέχνη: Ζωγραφική Βυζαντινών Χειρογράφων, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, 133 και 241.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου