Η πατερική ανθρωπολογία, η θεολογία του ανθρώπινου προσώπου, και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Η αναγνώριση της στενής σχέσης μεταξύ των τριών αυτών θεμάτων είναι απαραίτητη για την έκφραση μιας σωστής Ορθόδοξης θεολογίας σχετικά με τη φύση και την κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Ειδικά ενώπιον της κοσμικότητας, της τεχνολογίας, της βίας, και των άλλων συγχρόνων προκλήσεων ενάντια στο νόημα της ανθρωπότητας.
Οι απόψεις των Πατέρων της εκκλησίας σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι «άνθρωπος» ενόψει της θεϊκής αποκάλυψης του Ιησού Χριστού ακτινοβολούν ως φάροι, φωτίζοντας τις ζοφερές σκιές στις σύγχρονες σκέψεις και βιώματα. Οι Πατέρες μελέτησαν εις βάθος την σημασία των δυο όρων, «εικόνα» και «ομοίωση» (Γεν.1:26) που χρησιμοποιούνται στη Γένεση για να περιγράψουν την δημιουργία της ανθρωπότητας. Για τους Πατέρες, η θεϊκή εικόνα του ανθρώπου ήταν κάτι έμφυτο στην ίδια την ανθρώπινη φύση και δεν δύναται να εξαλειφθεί ή να εξολοθρευθεί ολοσχερώς, όσο και εάν επικαλυφθεί από την αμαρτία. Από την άλλη πλευρά, οι Πατέρες θεωρούσαν την ομοίωση ως ορισμένα «χαρακτηριστικά» που πρέπει να αποκτηθούν, και επεσήμαναν ότι ο σκοπός, ή το θεόδοτο «πρόγραμμα» της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι η συνεχή κίνηση προς την ένωση με το Θεό, μια πορεία που εκφράζεται με την λέξη «θέωση». Η πατερική διάκριση ανάμεσα στην εικόνα και την ομοίωση είναι όσο σημαντική και επίκαιρη σήμερα όσο ήταν και στην εποχή τους.
Η σύγχρονη Ορθόδοξη σκέψη, με βάση αυτή την θεολογική οξυδέρκεια των Πατέρων, επικεντρώνεται στο πρόσωπο, στον «προσωπικό τρόπο ύπαρξης» (Χρήστος Γιανναράς), ως ζωτική πτυχή της θείας εικόνας στην ανθρώπινη ύπαρξη, βασισμένη στα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος . Αυτή η δυναμική άποψη διακρίθηκε και επικράτησε στην Ρωσία του 19ου αιώνα ως μια Χριστιανική απάντηση στις αντί-προσωπικές και αθεϊστικές φιλοσοφίες που μείωναν την ανθρώπινη ύπαρξη σε απλά μια από τις πτυχές της, όπως την οικονομική κατάσταση, την κοινωνική τάξη, την εθνικότητα, ή την σεξουαλικότητα. Οι κορυφαίοι θεολόγοι της Ρωσικής θρησκευτικής αναγέννησης επεσήμαναν τη μοναδικότητα και το αναντικατάστατο του ατόμου, αποδίδοντάς μια άπειρη αξία σε κάθε άνθρωπο.
Μια επέκταση αυτού του σκεπτικού τονίζει τη σημασία του ανθρώπου εν κοινωνία. Βασισμένη στην αγάπη, και πάλι θεμελιωμένη στην Αγία Τριάδα, αυτή η προσέγγιση υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι είναι εν πληρότητι πρόσωπα μόνο όταν υπάρχουν εν κοινωνία αγάπης με τον Θεό και με τον πλησίον. Αντίθετα, το άτομο θεωρείται ότι υπάρχει αυτόνομα: ένα ανεξάρτητο, εγωκεντρικό και εγωιστικό όν. Με βάση τη διάκριση μεταξύ προσώπου και ατόμου, αρκετοί Ορθόδοξοι πιστεύουν ότι η Ορθοδοξία προωθεί τις διαπροσωπικές σχέσεις αγάπης με σκοπό την ολοκλήρωση και πραγματοποίηση της αληθινής ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ ο Δυτικός κόσμος υπερασπίζεται τον ατομικισμό. Στο όραμα αυτό, η δυτική κατανόηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνδέεται με την προώθηση του ατομικισμού, και έτσι αντιτίθεται στο Ορθόδοξο φρόνημα περί ανθρώπινης ύπαρξης, που επικεντρώνεται στο πρόσωπο-εν-σχέσει.
Μια τέτοια έκφραση προσωποκρατικής θεολογίας είναι αναγωγική και επίπλαστα δϋιστική. Σε ορισμένες διατυπώσεις, αυτή η αντίληψη απονέμει «προσωπικότητα», και τα συμπεριλαμβανόμενα δικαιώματα και αξιοπρέπεια, μόνο σ’ αυτούς που επιτυγχάνουν έναν υψηλό βαθμό τελειότητας εν αγάπη Θεού και πλησίον. Όσοι δεν έχουν φτάσει σε αυτό το επίπεδο παραμένουν απλώς “άνθρωποι” η “άτομα” και δεν δικαιούνται την αξιοπρέπεια ή τα δικαιώματα που ανήκουν σε «πρόσωπα». Με αυτό το σκεπτικό, η τελειότητα της ανθρώπινης ύπαρξης ως πρόσωπο-εν-σχέσει είναι αυτό που επιφέρει δικαιώματα και προνόμια, όχι μόνο η ίδια η ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτό το σκεπτικό είναι η βάση του εγγράφου “Βασική Διδασκαλία Σχετικά με την Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια, Ελευθερία και Δικαιώματα” της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τα δικαιώματα περιορίζονται από πνευματικά και ηθικά κριτήρια, εν ελλείψει των οποίων δεν μπορούν να διεκδικηθούν. ¨Η, χρησιμοποιώντας την πατερική φρασεολογία, τα δικαιώματα και η αξιοπρέπεια συνοδεύουν όχι την Θεϊκή εικόνα έμφυτη σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά την αποκτώμενη θεϊκή ομοίωση.
Οι κίνδυνοι αυτής της θεολογίας είναι σαφείς. Ακόμη κι αν αγνοήσουμε το ερώτημα του «ποιος είναι σε θέση να καθορίσει τον βαθμό θείας ομοιότητας (θέωσης) που κατέχει ο κάθε άνθρωπος;» έχουμε ακόμη το πρόβλημα ότι μια τέτοια αντίληψη αφήνει την πλειοψηφία της ανθρωπότητας ανυπεράσπιστη ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση και τυραννία. Αφού οι άνθρωποι είναι απλά «άτομα» και όχι αληθινά πρόσωπα, δεν μπορούν να διεκδικήσουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια η τα ανθρωπινά δικαιώματα τα οποία ανήκουν μόνο σε πρόσωπα. Τα δικαιώματα και η αξιοπρέπεια γίνονται κάτι αξιοκρατικό, αντί κάτι που είναι έμφυτο στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Δεν φταίει η Ορθόδοξη προσωποκρατία, αλλά μια υπερβολικά περιοριστική άποψη του τι συνιστά «πρόσωπο». Όταν προσπαθούμε να αναθέσουμε πνευματικά και ηθικά κριτήρια στην προσωπικότητα, η θεολογία αυτή μειώνει την ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια. Εάν οι άνθρωποι δεν είναι ούτε «πρόσωπα» ούτε «άτομα», είναι απλά εναλλάξιμα και αναλώσιμα δείγματα του υποείδους Χόμο Σάπιεν (homo sapien).[1] Αυτή η υπεραπλουστευτική, αναγωγική αντίληψη της ανθρωπότητας ευχαριστεί μόνο τους σύγχρονους κοσμικιστές, για τους οποίους οι άνθρωποι δεν είναι παρά έξυπνα ζώα.
Τονίζοντας την αναπαλλοτρίωτη θεία εικόνα σε κάθε άνθρωπο, οι Πατέρες της Εκκλησίας επιδίωξαν να εξευγενίσουν την ανθρώπινη ύπαρξη και να ανυψώσουν την ανθρωπότητα σε κάτι παραπάνω από μια απλή μαριονέτα στο έλεος μιας απρόσωπης μοίρας ή κάποιων ανήθικων θεών. Στο σύγχρονο πλαίσιο, αυτή η πραγματοποίηση του «πατερικού νου» (Γιώργος Φλορόφσκι) σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη έγκειται στην αναγνώριση ότι κάθε άνθρωπος είναι πρόσωπο από την πρώτη στιγμή της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Τα δικαιώματα και οι αξιοπρέπεια απορρέουν από την προσωπικότητα, εγγενή στην ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη, και είναι, επομένως, ιδιοκτησίες της θείας εικόνας. Η θεϊκή ομοιότητα είναι η εκπλήρωση και η πραγματοποίηση αυτής της εγγενούς προσωπικότητας. Μια πληρότητα που αντικατοπτρίζεται στην αγάπη προς Θεόν και πλησίον, στον δρόμο προς τη θέωση.
Μια τέτοια ολιστική θεολογία της θείας εικόνας, του προσώπου, και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι απόλυτα σύμφωνη με το πατερικό όραμα για την ανθρωπότητα. Βασίζεται στην έμφαση που έδωσαν οι Πατέρες στην θεία εικόνα, στην ανθρώπινη ελευθερία, και στην δυνατότητα ανάπτυξης προς μια θεϊκή ομοιότητα (θέωση). Αυτή η Πατερική ανθρωπολογία χρησιμοποιεί σύγχρονες Ορθόδοξες οντολογικές έννοιες, και προστατεύει τα ασθενέστερα μέλη της κοινωνίας, αυτούς που από οποιαδήποτε αδυναμία δεν επιτυγχάνουν, ή δεν φαίνεται να επιτυγχάνουν, την πληρότητα του ανθρώπινου προσώπου εν Κυρίω. Σε αυτό το πλαίσιο συμπεριλαμβάνονται οι διανοητικά ή ψυχικά ασθενείς -ιδιαίτερα μεταξύ των φτωχών και των ηλικιωμένων-, τα άτομα με σοβαρές αναπηρίες, τα βρέφη, τα μικρά παιδιά και φυσικά τα αγέννητα έμβρυα.
Το θεϊστικό πρόσωπο, θεμελιωμένο στην πατερική ανθρωπολογία, είναι ένα ισχυρό προπύργιο που προστατεύει τον Χριστιανισμό από την πανωλεθρία των αναγωγικών κοσμικών φιλοσοφιών σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη, όπως αυτές των Μαρξ, Νίτσε, Φρόιντ, Χίτλερ, Ζαν-Πολ Σαρτρ, και Ρίτσαρντ Ντόκινς. Ωστόσο, ταυτόχρονα, το πρόσωπο, και τα συνακόλουθα ανθρώπινα δικαιώματά του, ανοίγουν τον δρόμο για διάλογο με συντηρητικούς ανθρωπιστές, οι οποίοι επίσης υπερασπίζουν την έπαρση της ανθρώπινης ύπαρξης ενάντια στις αναγωγικές φιλοσοφίες.
*Translator: Katherine Chaffee
[1] “Human Beings or Human Persons?” 6 Ιουνίου, 2017.
Ο Παύλος Λαντοκούρ (Paul Ladouceur) είναι Επίκουρος Καθηγητής στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή στο Trinity College (Πανεπιστήμιο του Τορόντο) και Professeur associé, Faculté de théologie et de sciences religieuses, στο Université Laval (Κεμπέκ, Καναδά).
To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών, των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου