Η ΒΑΘΙΑ ΤΟΥΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Μετά την περυσινή εκατοστή επέτειο από το θάνατο του Λέοντος Τολστόι, μια άλλη εκατοστή επίσης επέτειος συμπληρώνεται εφέτος από το θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, τον οποίο μερικοί παρομοιάζουν με τον παραπάνω μεγάλο Ρώσο. Ομως, η πραγματική ομοιότητα υπάρχει με τον άλλο κορυφαίο Ρώσο, τον Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. Ετσι που πολλοί, όπως ο Γάλλος μελετητής Λε Γκιγιού, να τον χαρακτηρίζουν ως τον «Έλληνα Ντοστογιέφσκι». Αλλά ποια ομοιότητα μπορεί να υπάρχει όταν είναι ο Παπαδιαμάντης τόσο πρωτότυπος που να μοιάζει, όπως ο ίδιος λέει, με τον εαυτό του μόνο και με κανέναν από τους μεγάλους; Γι’ αυτό, αντί για ομοιότητα ή και όποια επίδραση, θα ήταν καλύτερα να μιλούμε στην περίπτωση αυτή, για ψυχική συγγένεια. Και είναι ακριβώς με μια τέτοια συγγένεια που πρέπει να προσεγγίσουμε εδώ, με αφορμή την 100ή επέτειο από το θάνατό του, τον Παπαδιαμάντη σε σχέση με τον Ντοστογιέφσκι, αρχίζοντας με τη βαθιά τους θρησκευτικότητα.
1. Η βαθιά θρησκευτικότητά τους ως έκφραση αγάπης προς τον Θεό και την Εκκλησία από την παιδική τους ηλικία
Ο
Ντοστογιέφσκι διακρινόταν από παιδί ακόμα, όπως και ο Τολστόι, για τη
θρησκευτικότητά του. Αν και αυτός απομακρύνθηκε αργότερα από την
Εκκλησία, σε αντίθεση με τον Ντοστογιέφσκι που παρέμεινε πάντα «το πιστό
τέκνο της Εκκλησίας», διατηρώντας σε όλη του τη ζωή την παραδοσιακή του
πίστη. Έχοντας παππού πρωθιερέα κι ευσεβείς γονείς, πήγαινε συχνά στην
εκκλησία από παιδί, όταν έμενε ακόμα στη Μόσχα, όπου ο πατέρας του
υπηρετούσε ως επιτελικός γιατρός. Κι ένιωθε μεγάλη χαρά κάθε φορά που
αυτός τον έπαιρνε, μαζί με τ´ άλλα του αδέλφια, για να πάνε στο Κρεμλίνο
και στους ναούς της Μόσχας. Εκεί όπου σε μια εκκλησία άκουσε πρώτη
φορά, οκτώ χρόνων τότε, την ιστορία του πολύπαθου Ιώβ που αργότερα τη
διάβασε ολόκληρη στην Παλαιά Διαθήκη. Και από τότε κάθε φορά που τη
διάβαζε, μεγάλος ακόμα, «γέμιζαν τα μάτια του με δάκρυα».
Μια τέτοια
θρησκευτικότητα που εκδήλωσε ο Ντοστογιέφσκι από παιδί και που διατήρησε
ως τα κατοπινά του χρόνια, διατήρησε επίσης και ο Παπαδιαμάντης σε όλη
του τη ζωή. Από τότε που μικρό παιδί ακόμα ευχαριστιόταν να βλέπει τα
γραφικά εξωκκλήσια της γενέτειράς του. Και ήταν αυτό, μαζί με άλλα, ένα
ιδιαίτερο διακριτικό που τον καθιέρωσε, σύμφωνα και με δικό του
χαρακτηρισμό, ως «θρησκευτικό συγγραφέα», όπως δείχνουν «οι πυκνές
αναφορές στα εξωκκλήσια, γύρω από τα οποία εκτυλίσσεται και η ζωή των
παπαδιαμαντικών προσώπων». Ο ίδιος ως παιδί ακολουθούσε σχεδόν πάντα τον
πατέρα του σε τέτοια εξωκκλήσια όπου έκανε και τον ψάλτη.
Ο μικρός
Αλέξανδρος ήταν γιος του ιερέα Αδαμαντίου, εγγεγραμμένος στις πρώτες
τάξεις του ελληνικού με τ´ όνομα Αλέξανδρος Παπα-Αδαμαντίου. Και ήταν
πραγματικά «παπα-διαμάντι» κι αυτός, όπως ο πατέρας του που καταγόταν
από παλιά ντόπια οικογένεια, με ιερομονάχους και ηγουμένους στη γενιά
του. Με τέτοια καταγωγή, λοιπόν, και ανάλογη αγωγή από τον πατέρα του,
ήταν φυσικό ν´ αγαπήσει την εκκλησία. Τόση ήταν η αγάπη του και στενή η
σχέση του προς αυτή που θα μπορούσε ν´ αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην
υπηρεσία της ως ιερωμένος κι αυτός, όπως ο πατέρας του. Ή και ν´
ακολουθήσει το μοναχικό βίο. Όμως, όταν πήγε, κατά τον Ιούλιο του 1872,
στο Άγιο Όρος, δεν έγινε μοναχός. Αλλά και όταν πάλι γύρισε στην
αγαπημένη του Σκιάθο με την ωραία της φύση, δεν έμεινε εκεί, για να
γίνει ασκητής. Έφυγε στην πολύκοσμη Αθήνα κι έγινε «κοσμοκαλόγερος». Όσο
ήταν στην Αθήνα, παρακολούθησε για δύο χρόνια μαθήματα στη Φιλοσοφική
Σχολή κι έμαθε μόνος του γαλλικά και αγγλικά, ασκώντας συνάμα και ως
βιοποριστικό του επάγγελμα τη δημοσιογραφία. Παράλληλα, όμως, πήγαινε
τακτικά και στον άγιο Ελισσαίο όπου έψελνε ως δεξιός ψάλτης. Και ήταν
ιδιαίτερα η αγάπη του αυτή για την εκκλησιαστική υμνολογία που τον
επηρέασε στη διαμόρφωση της ιδιότυπης γλώσσας του, με την οποία εξύμνησε
στα γραπτά του την αγάπη του προς την Ορθοδοξία, όπως και ο
Ντοστογιέφσκι στα έργα του με μια δική του γλώσσα
2. Η μεγάλη τους αγάπη προς την Ορθοδοξία ως διακρινόμενη για την ιδιαίτερή της έμφαση στην «Ανάσταση»
Η
μεγάλη αγάπη του Παπαδιαμάντη ήταν η Ορθοδοξία, την οποία ως «κάλλιστος
ψάλτης» ο ίδιος εξύμνησε και με τη γραφίδα του. Γι´ αυτό και
δικαιολογημένα ο Ομότ. Καθηγητής της Υμνολογίας και της Αγιολογίας,
ψάλτης επίσης και αυτός, ο Π. Β. Πάσχος, συγγραφέας, μεταξύ άλλων, και
του πολυσέλιδου βιβλίου του Ερως Ορθοδοξίας, χαρακτηρίζει τον
Παπαδιαμάντη ως «ψάλτη της Ορθοδοξίας». Ένα χαρακτηρισμό που δίνει σ´
αυτόν, στο βιβλίο του Παπαδιαμάντης, με υπότιτλο «Μνήμη δικαίου μετ´
εγκωμίων». Ιδιαίτερα στο βιβλίο του αυτό, αλλά και σε όσα έγραψε για τον
μεγάλο Σκιαθίτη, έχοντας ο συγγραφέας μια ψυχή συγγενική με τη δική
του, ακολουθεί ως «επίγονος του Παπαδιαμάντη» τα ίχνη του. Τα ίχνη αυτά
που θα τον φέρουν στις «παπαδιαμαντικές ρίζες», για να διαπιστώσει ότι ο
Παπαδιαμάντης δεν είναι μονάχα ψάλτης της Ορθοδοξίας, αλλά και της
ορθοπραξίας, ένα «τέκνον γνήσιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Έτσι που με
τη γνησιότητά του αυτή, μιαν αρμονική σύνδεση ορθοδοξίας κι ενάρετου
βίου, να τον δει o Πάσχος ως άγιο, εκφράζοντας την ευχή για μια
μελλοντική του αγιοποίηση από την Εκκλησία, καθώς αυτός έχει ήδη
καθιερωθεί στη συνείδηση του λαού ως «άγιος των νεοελληνικών γραμμάτων».
Γι´ αυτό και από πριν ο Πάσχος ως ειδικός και της αγιολογίας παραθέτει,
στο τέλος του βιβλίου του, ολόκληρη ακολουθία στη μνήμη του, δικά του
«υμνογραφικά σχεδιάσματα» όπως τα χαρακτηρίζει, μέσ´ από τα οποία
διαφαίνεται η μεγάλη αγάπη του Παπαδιαμάντη για την Ορθοδοξία.
Την
ίδια αγάπη με αυτή του Παπαδιαμάντη έχει ο Ντοστογιέφσκι, πιστεύοντας
ότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη ελπίδα σωτηρίας για τους ανθρώπους. Σε
αντίθεση κι εδώ με τον Τολστόι που τη βλέπει ως τον υπ´ αριθμό 1 εχθρό
του, ο Ντοστογιέφσκι δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς την Ορθοδοξία.
Σύμφωνα με αυτόν, Ορθοδοξία σημαίνει Ανάσταση, όπως μ´ έναν τέτοιο
χαρακτηρισμό, ως «Εκκλησία της Αναστάσεως», είναι γενικά γνωστή η
Ορθόδοξη Εκκλησία. Και ιδιαίτερα η Ρωσική που δίνει στην έβδομη μέρα την
ονομασία «Ανάσταση» (Voskresen[i]ye). Ανάλογη έμφαση δίνει και ο
Παπαδιαμάντης στη δική του Εκκλησία σε σχέση με τη μοναδική θέση που
έχει το Πάσχα στον ελληνικό λαό. «Ουδεμία άλλη χριστιανική εορτή
–αναφέρει– κατέχει παρ´ αυτώ τη θέσιν της εορτής του Πάσχα. Οι Δυτικοί
έχουσι τα Χριστούγεννα. Ημείς έχομεν την Ανάστασιν. Άυτη είναι η
Βασίλισσα των εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων ημών…»
3. Η ταύτιση της
Ορθοδοξίας με την ιδιαίτερη όσο και διαφορετική εθνική τους παράδοση και
η κοινή τους αντίδραση στο Ρωμαιοκαθολικισμό
Ο
Παπαδιαμάντης δεν είναι μονάχα γνήσιος Ορθόδοξος, δίνοντας ιδιαίτερη
έμφαση στην Ανάσταση, αλλά και γνήσιος Έλληνας, τονίζοντας επίσης και
την ιδιαίτερη σχέση της με το Πάσχα των Ελλήνων. Σύμφωνα με τον Πάσχο,
«είναι ακέραιος Έλλην και ακέραιος ορθόδοξος, όπως αυτά τα δύο ενώνονται
μέσα εις την ελληνορθοδοξίαν και όχι εις ανόμους συζεύξεις τύπου
ελληνοχριστιανικού πολιτισμού! Ζη την Ελλάδα ορθοδόξως και την
Ορθοδοξίαν με ελληνικήν ευπρέπειαν και ελληνικόν μέτρον». Όπως γράφει
και ο Ελύτης, «σ´ όποια σελίδα κι αν σταθούμε, αναγνωρίζουμε κάτω από το
Χριστιανό τον Έλληνα». Αυτό αποτελεί και «το στίγμα του –κατά τον
Γιώργο Πρίντζιπα– την ταυτότητά του: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Ρωμιός.
Αυτός που ζει και κινείται μέσα στην ελληνική παράδοση. Ο ορθόδοξος που
κέντρο της ζωής του έχει την εκκλησία». Μια γνησιότητα ως
ελληνορθοδόξου που φαίνεται και στην ίδια τη γλώσσα που χρησιμοποιεί,
ιδιόμορφη, προσωπική, στην προσπάθειά του να διατηρήσει την ελληνική της
ταυτότητα με επίδραση εκκλησιαστική, αποφεύγοντας τις ξένες επιδράσεις.
Αλλά
και ο Ντοστογιέφσκι από την άλλη μεριά που ως σλαβόφιλος απέφυγε κάθε
επίδραση από τους Δυτικόφιλους, υπήρξε κι αυτός με τη μεγάλη του αγάπη
για την Ορθοδοξία και τη βαθιά του εθνική συνείδηση, ακέραιος Ορθόδοξος
όσο και ακέραιος Ρώσος, χρησιμοποιώντας μια δική του «προφητική» γλώσσα.
Έτσι που στον περίφημο λόγο του στη Μόσχα, 8 Ιουνίου 1880, για τον
αγαπημένο του ποιητή, τον Πούσκιν, να ταυτίσει την Ορθοδοξία με το
«θεοφόρο» ρωσικό λαό. Ενα λαό που έχει προορισμό, όπως είπε, να
επιδιώξει, σύμφωνα και με το πνεύμα του Πούσκιν για την «παγκοσμιότητα»,
την αδελφική ένωση όλων των λαών, με βάση «τον ευαγγελικό νόμο του
Χριστού». Είναι ό,τι χαρακτηρίζει ο Ντοστογιέφσκι στο τελευταίο του
γραπτό (άρθρο) ως «ρωσικό σοσιαλισμό» σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό
σοσιαλισμό που είναι καταναγκαστική ένωση των ανθρώπων. Με τον αθεϊστικό
αυτό σοσιαλισμό που είναι γέννημα του Ρωμαιοκαθολικισμού, κατά του
οποίου τηρεί ο Ντοστογιέφσκι αρνητική στάση.
Μια ίδια, όμοια με τη
δική του, στάση παίρνει και ο Παπαδιαμάντης στο διήγημά του «Πάσχα
ρωμέικο», όπου «ο γηραιός φίλος» του, ο μπαρμπα-Πύπης, καταφέρεται
«θρησκευτικώς… κατά των Δυτικών», μη θέλοντας «ν´ ακούσει το όνομα του
Πάπα». Ανεξάρτητα, αν ο Σκιαθίτης διηγηματογράφος θα διαφωνούσε με το
φίλο του για κάποιες υπερβολές του, όπως θα μπορούσε να διαφωνήσει και
με τον Ντοστογιέφσκι για την υπερβολική του διάκριση του ρωσικού λαού.
Εκτός
απ´ όσα αναφέραμε στο άρθρο μας αυτό για τον Παπαδιαμάντη και τον
Ντοστογιέφσκι, υπάρχουν επίσης και τόσα άλλα. Ένα από αυτά, λογουχάρη,
είναι ο προβληματισμός τους για το κακό, όπως φαίνεται από «τον κόσμο
των δυστυχισμένων» του Ντοστογιέφσκι, όπου δεν έχουν «ποτέ τελειωμό τα
πάθια κ´ οι καημοί του κόσμου», σύμφωνα με «το μοιρολόγι της φώκιας»,
στ’ ομώνυμο διήγημα του Παπαδιαμάντη. Κι ακόμα για τα δάκρυα των μικρών
παιδιών που υποφέρουν από το κακό αυτό. Ένα κακό μάλιστα στην πιο ακραία
του μορφή, όπως στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη και στο έργο που πρώτος
αυτός μετέφρασε στα ελληνικά, στο Έγκλημα και τιμωρία του Ντοστογιέφσκι.
Όμως, για όλα αυτά πρέπει να κάνουμε ιδιαίτερο λόγο σε άλλο μας άρθρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου