Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ «ΠΡΟΣΛΗΜΜΑ»ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗ



Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ «ΠΡΟΣΛΗΜΜΑ»
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Σέ λίγες µέρες θά κληθοῦµε ἀπό τήν Ἐκκλησία µας νά συµ­­µε­τά­σχουµε στά Πάθη καί στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ µας, µέ ἕναν ξεχωριστό τρόπο.
Οἱ κατανυκτικοί ὕµνοι τῆς Μεγάλης Ἑβδοµάδος, µέ τήν ἁγιο­πνευµατική διεισδυτικότητά τους στήν ἀνθρώπινη ψυχή, µᾶς ἐξηγοῦν µέ κάθε λεπτοµέρεια ποιά εἶναι τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, τό πῶς ἔπαθε καί ποιά εἶναι ἡ σχέση τῶν Παθῶν αὐτῶν µέ τόν καθένα µας.
Μαθαίνουµε ἀπό τούς ὕµνους αὐτούς ὅτι τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἑκούσιο, ἀλλά ὁ νοῦς µας, µαθηµένος νά σκέπτεται βιωτικά καί γήϊνα, δέν μπορεῖ χωρίς πνευματική χειραγωγία νά συλλάβη τό πῶς αὐτό τό «ἑκούσιον Πάθος» τοῦ Χριστοῦ μας ἀφορᾶ ἄμεσα ὅλους ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους καί καθορίζει ὁλόκληρο τό Μυστήριο τῆς Σωτηρίας µας.
Εἶναι ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ θεολογική χειραγωγία µας ὥστε νά εἴµεθα εἰς θέσιν νά κατανοήσουµε τό πῶς κατεργάσθηκε ἡ Θεία Χάρις τήν Σωτηρία µας, ἀναπληρώνοντας ὅλα τά κενά καί τίς ἐλλείψεις τῆς πεπτωκυΐας ἀνθρωπίνης φύσεώς µας.
πνευματικός βηματισμός μας πρέπει νά εἶναι πολύ προσε­κτι­κός γιατί στό θέμα αὐτό ὑπάρχει μεγάλη θεολογική σύγχυση, ἀκόμη καί σέ Πανεπιστημιακούς Καθηγητές Θεολογίας, πρᾶγμα πού ἔχει ἀπό τό 1989 γίνει φανερό μέσῳ δημοσίου γραπτοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, πού προκάλεσε εὐλαβής καί παραδοσιακός καθηγητής τῆς Ἱστορίας τῶν Δογμάτων, ἐπικρίνοντας μέ ἀντορθόδοξα ἐπιχειρήματα τό ἄρθρο μου «Διεκινδύνευσε ὁ Χριστός;»1, μέ τό ὁποῖο εἶχα ἀνα­σκευ­άσει –ὅπως ἔγραφα τότε– «τίς ἐσφαλμένες διατυπώσεις τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ περί τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ».
Ὀρθόδοξη Δογµατική µᾶς διδάσκει ὅτι ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς Πρόσωπό της τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου καί γι’ αὐτό, λόγῳ αὐτῆς τῆς Ὑποστατικῆς ἑνώσεως, ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἐθεώθη «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» στήν κοιλία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ὡς Θεωθεῖσα, δέν ἔφθειρε κατά τόν τοκετόν τήν παρθενία τῆς Παναγίας µας.
Ἡ θεωθεῖσα ἀνθρώπινη φύση δέν ἐµποδίζεται οὔτε περιορίζεται ἀπό τόν χῶρο καί τόν χρόνο, γι’ αὐτό καί κατά τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός ἐξῆλθε «ἐσφραγισµένου τοῦ µνήµατος» καί, λίγο ἀργότερα, «εἰσῆλθε τῶν θυρῶν κεκλεισµένων πρός τούς µαθητάς Του». Ἡ Ἀν­θρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ, ὑπῆρξε Τελεία «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» καί παρέµεινε Τελεία καθ’ ὅλη τήν ἐπίγεια Ζωή Του καί κατά τήν Ἀνάστασή Του καί θά παραµένη Τελεία εἰς τούς ἀτελευτήτους αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ὁ Χριστός, ἀπό τῆς συλλήψεώς Του κατά τόν Εὐαγγελισµό τῆς Θεοτόκου µέχρι καί τῆς Ἀναστάσεώς Του παραµένει ὁ Αὐτός, Τέλειος Θεός καί Τέλειος Ἄνθρωπος.
Αὐτό πού διδάσκει ἡ Δογµατική, τό διακηρύσσει καί ἡ Ὑµνολογία τῆς Ἐκκλησίας µας: «Κύριε, ἐσφραγισμένου τοῦ Τάφου ὑπό τῶν παρανόμων, προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος καθώς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου», ὥστε νά διαλυθῆ ἡ πλάνη πολλῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν –ἀντίθετα ἀπό τήν Ἐκκλησία µας– ὅτι ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἐτελειοποιεῖτο βαθµηδόν καί ὅτι ἡ τελειοποίηση αὐτή ὁριστικοποιήθηκε μέ τήν Ἀνάστασή Του!
Ἡ ἀντορθόδοξη αὐτή θεώρηση υἱοθετεῖται καί ἀπό ἀρκετούς νέους θεολόγους, οἱ ὁποῖοι σήμερα χαρακτηρίζονται ἐπικριτικά ὡς Με­τα­πα­­τερικοί, κατ’ οὐσίαν, ὅμως, συνεχίζουν τήν θεολογία πού σπού­­­δα­σαν σέ παλαιοτέρους καθηγητές Δογματικῆς μέ συγκεχυμένη Χρι­­­στο­­­λογία. Αὐτοί οἱ Καθηγητές, στήν προσπάθειά τους νά τονίσουν τήν πραγματικότητα τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀπο­φύ­γουν τόν ἀφθαρτοδοκητισμό, κατήντησαν νά δημιουργήσουν τήν θε­ο­λο­γία τῆς …πνευματικῆς «διακινδυνεύσεως τοῦ Χριστοῦ»(!), υἱο­θετοῦντες τήν βλάσφημη ἐκδοχή ὅτι μποροῦσε ὁ Χριστός ἐπί τῆς γῆς νά ἁμαρτήση(!), ἀφοῦ –κατά τή γνώμη τους– «ὁ Ἰησοῦς δέν ἦτο ἀδιάφορος ἔναντι τῆς ἁμαρτίας οὔτε ἄτρωτος καί ἀπαθής, ἐν τῇ ἐννοίᾳ τοῦ Ὁμηρικοῦ Ἀχιλλέως. Ἡ ἁμαρτία ἠνώχλει αὐτόν, ὅτε ἐπει­ράζετο ὑπ’ αὐτῆς, διαρκῶς δέ ἠγωνίζετο κατ’ αὐτῆς»(!)2. Τελικά, κατ’ αὐτούς, ὁ Χριστός, νίκησε τήν ἁμαρτία …«ὡς κατόρθωμα τῆς προσωπικῆς του ἐλευθερίας»3!
κολουθῶντας τήν καταδικασμένη ἀπό τήν Ἑκκλησία θεολογία καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας, ἔγραψε τό 1989: «Ὅποιος νομίζει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἔπεσε ἀπό τόν Οὐρανό τέλεια καί ἀναμάρτητη, σάν μετέωρο μαγικοῦ αἰφνιδιασμοῦ… αὐτός δέν θά κα­τα­λάβει ποτέ τό βαθμό τῆς κενώσεως πού καταδέχθηκε ὁ Θεός Λόγος»!
Βεβαίως, δέν μᾶς ἐξήγησαν ποτέ, αὐτῶν τῶν ἀπόψεων οἱ θεο­λό­γοι, πῶς μέ τέτοιες θεολογικές τοποθετήσεις θά ἀποφύγουν τό «ἀνάθεμα» τῆς Ε΄ Οἰκουμενικῆς Συ­νό­δου «Εἴ τις ἀντιποιεῖται Θεοδώ­ρου τοῦ ἀσεβοῦς τοῦ Μοψουεστίας, τοῦ εἰπόντος ἄλλον εἶναι τόν Θεόν Λόγον καί ἄλλον τόν Χριστόν, ὑπό παθῶν ψυχῆς καί τῶν τῆς σαρκός ἐπιθυμιῶν ἐνοχλούμενον καί τῶν χειρόνων κατά μικρόν χωριζόμενον... ἀνάθεμα!»; Οὔτε ἔχουν δείξει μέχρι σήμερα μέ τά γρα­πτά τους διάθεση νά συναριθμηθοῦν μέ τούς ὁμόφρονας τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, ἀφοῦ προϋπόθεση γι’ αὐτήν τήν συναρίθμηση εἶναι ἡ ἀποδοχή τοῦ «Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας», τό ὁποῖο ἐν προ­­κει­­­μέ­νῳ ἀποφαίνεται: «Τῶν λεγόντων ὅτι ἡ σάρξ τοῦ Κυ­ρίου, ἐξ αὐτῆς ἑνώ­σεως ὑπερυ­ψω­θεῖ­σα, καί ἀνωτάτω πάσης τι­μῆς ὑπερ­κειμέ­νη, ὡς ἐξ ἄκρας ἑνώ­σε­ως ὁμόθεος γενομένη, ἀμε­τα­βλή­τως, ἀνα­λοι­ώ­τως, ἀσυχγύτως, καί ἀτρέπτως, διά τήν καθ’ Ὑπό­στα­­σιν Ἕνω­σιν, καί ἀχωρίστως καί ἀδιασπάστως μένουσα τῷ προσ­λα­βομένῳ αὐτήν Θεῷ Λόγῳ, ἰσοκλεῶς αὐτοτιμᾶται καί προσκυνεῖται μιᾷ προσκυνήσει, καί τοῖς βασιλικοῖς καί θεῖοις ἐγκαθίδρυται θρόνοις ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ὡς τά τῆς Θεότητος αὐχήματα τῷ τρόπῳ τῆς ἀντιδόσεως, καταπλουτίσασα, σωζωμένων τῶν ἰδιο­τή­των τῶν Φύσεων, Αἰωνία ἡ μνήμη!».                                  
Ἡ Ὀρθόδοξη θεώρηση τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ προ­ϋ­ποθέτει τήν διάκριση μεταξύ τῆς Ἐναθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τῆς δευτέρας συγκαταβάσεώς Του νά ἐνεργήση τά ἀδιάβλητα πά­θη τῆς πεπτωκυΐας φύσεώς μας, δηλαδή, τήν πεῖνα, τήν δίψα, τόν κόπον, τήν αἱμάτωση, τήν δειλία τοῦ θανάτου, καί αὐτόν τόν θά­να­­τον, χωρίς νά εἶναι ὑποχρεωμένος νά τά ἐνεργήση λόγῳ τῆς «ἐξ ἄ­κρας συλ­λή­ψεως» θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως πού ἔλαβε.
Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ νέος Ἀδάμ». Γεννᾶται χωρίς σπέρμα ἀνδρός, ὅπως ὁ Πρωτόπλαστος Ἀδάμ καί, συνεπῶς, ἀφοῦ γεννᾶται χωρίς σπέρ­μα, δέν εἶναι φορέας τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τό ὁποῖο κλη­ρο­δο­τεῖ­ται διά τοῦ σπέρματος σέ ὅλους ἐμᾶς τούς μεταπτωτικούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό, «ὡς νέος Ἀδάμ» καί, μάλιστα χωρίς νά πέση ὅπως ὁ Ἀδάμ, ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος Τέλειος Ἄνθρωπος.
Νά ὑπογραμμίσουμε καί πάλι «ὅταν ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε Τέλειος Ἄνθρωπος, τοῦτο δέν σημαίνει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε τά πρό­τυ­πά Του, ἀλλ’ ὅτι ἐμεῖς πρέπει νά μοιάσουμε σ’ Αὐτόν γιά νά γί­νου­με τέλειοι. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε τέλειοι ἄνθρωποι. Εἴμαστε ἀτελεῖς, ἁμαρτωλοί, διεφθαρμένοι, πεπτωκότες»4
Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶναι καί μείζων τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ, ὄχι μόνο γιατί δέν μιμήθηκε τόν Ἀδάμ στήν πτώση του ἀλλά γιατί εἶναι καί Τέλειος Θεός, ἀφοῦ ὡς Πρόσωπο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του ὁ Χριστός ἔχει τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Συνεπῶς, ὡς Τέλειος Θεός καί Τέλειος Ἄνθρωπος, ὡς Θεάν­θρω­πος ὁ Χριστός, δέν ὑπέκειτο σέ καμμία ἀνθρώπινη ἀνάγκη, δέν ἦταν ἀναγκασμένος νά ἐνεργήση τά ἀδιάβλητα πάθη μας, τίς συνέπειες, δηλαδή, καί τά ἐπιτίμια τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων, οὔτε ἦταν ἀναγκασμένος νά πεθάνη, ἀφοῦ ἀποκλειστική προϋπόθεση τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ὑποχρεωτική καί ἀναγκαστική λειτουργία τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν. Ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ὡς «καθαρά τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας οὐκ ἐχρεώστει δι’ ἑαυτήν θάνατον» (ἅγιος Μάξιμος καί Μ. Ἀθανάσιος). «Ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος, μποροῦσε, ἐάν ἤθελε, νά μή ἀποθάνη»5.
Πρέπει, λοιπόν, νά συνειδητοποιήσουμε πώς ἄν ὁ Χριστός ἔφθα­νε μόνο μέχρι τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του, θά ἐθεώνετο μόνο ἡ ἀν­θρώ­πινη Φύση Του, στήν Ὁποία δέν θά μποροῦσε νά συμμετάσχη κα­νείς ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ προϋπόθεση συμμετοχῆς μας σέ Αὐτήν θά ἦταν ἡ παντελής ἀπουσία ἀδιαβλήτων παθῶν, πρᾶγμα ἀδύνατον γιά ὅλους ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι ὡς ἀπόγονοι τῶν πεπτωκότων Πρωτοπλάστων εἴμαστε ἀναγκασμένοι καί νά πεινᾶμε καί νά διψᾶμε καί νά αἱματώνουμε καί νά κουραζόμαστε καί νά πεθαίνουμε.
Ἐάν ἤθελε ὁ Χριστός, μποροῦσε νά ζεῖ αἰωνίως ἐπί τῆς γῆς ὡς Θεάνθρωπος καί νά λοιδορῆ τήν ἀνθρωπότητα δείχνοντάς μας τόν Ἑαυτόν Του καί λέγοντάς μας: –Δεῖτε πῶς θά εἴσαστε ἄν δέ μέ παρακούατε! Τώρα δέν ὑπάρχει ἄλλη ἐκδοχή ἀπό τήν καταδίκη σας σέ αἰώνιο θάνατο!
Ὅμως ὁ Φιλάνθρωπος Θεός μας δέν ἔφθασε μόνο μέχρι τῆς Ἐναν­θρω­πή­σεώς Του. Δέν ἔλαβε μόνο τήν ἀνθρώπινη φύση μας ἀλ­λά προσέλαβε καί τά ἀδιάβλητα πάθη μας καί τά ἐνήργησε χωρίς ὑπερ­βολές καί καταχρήσεις, δηλαδή χωρίς ἁμαρτία. Αὐτή ἡ πρόσληψη τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν μας ἀποκαλεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας «πρόσ­λημμα» γιατί ἔλαβε ὡς κάτι ἐπί πλέον τῆς ἀνθρωπίνης φύ­σεως, κάνοντας δεύτερη συγκατάβαση μετά τήν συγκατάβαση τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του.
Βεβαίως, πρέπει νά διευκρινήσουμε ὅτι καί μετά τήν πρόσληψη τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν, τά πάθη αὐτά δέν ἦσαν ἀναγκαιότητα τῆς Ἀν­θρω­πίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ καί γι’ αὐτό τά ἐνεργοῦσε ὅταν καί ὅσο Αὐτός ἤθελε. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς ἐξηγεῖ τό πῶς ἐνεργοῦσε τά ἀδιάβλητα πάθη ὁ Χριστός, ὥστε νά μήν πλανηθοῦμε οὔτε «ἐκ δεξιῶν» οὔτε «ἐξ ἀριστερῶν». Οὔτε νά ἐννοήσουμε αὐτά ὅ­πως οἱ «Ἀφθαρτοδοκῆται», πού ἐπίστευαν ὅτι ὁ Χριστός δέν ἐνερ­γοῦ­σε τά ἀδιάβλητα πάθη πραγματικά ἀλλά φαινομενικά, οὔτε νά τά ἐννοήσουμε ὅπως οἱ ἑτερόδοξοι καί οἱ Μεταπατερικοί, δηλαδή ὡς ὑποχρεωτικά καί ἀναγ­κα­στικά διότι, κυρίως, σ’ αὐτό τό σημεῖο προσ­κρούουν καί οἱ πιό παραδοσιακοί θεολόγοι μας, ταυτίζοντες τό πραγματικό μέ τό ἀναγκαστικό: «Ἀμέλει (=χωρίς ἀμφιβολία) τά φυσικά ἡμῶν πάθη κατά φύσιν καί ὑπέρ φύσιν ἦσαν ἐν τῷ Χριστῷ. Κατά φύσιν μέν γάρ ἐκινεῖτο ἐν αὐτῷ, ὅτε παρεχώρει τῇ σαρκί παθεῖν τά ἴδια• ὑπέρ φύσιν δέ ὅτι οὐ προηγεῖτο ἐν τῷ Κυρίῳ τῆς θελήσεως τά φυσικά οὐδέν γάρ ἠναγκασμένον ἐπ’ αὐτοῦ θεωρεῖται, ἀλλά πάντα ἑκούσια θέλων γάρ ἐπείνασε, θέλων ἐδίψησε, θέλων ἐδειλίασε, θέλων ἀπέθανεν»6.
Ἡ Θεολογία τῶν Ἁγ. Πατέρων μας ἑρμηνεύει μέ θεοπνευστία τίς δύο συγκαταβάσεις τοῦ Θεοῦ Λόγου, βεβαιώνοντάς μας καί ὡς πρός τό ὅτι «ἐξ ἄκρας ἑνώσεως» τοῦ Θεοῦ Λόγου μέ τήν ἀνθρώπινη Φύση ἐθεώθη ἡ Ἀνθρώπινη Φύσις τοῦ Χριστοῦ καί ὡς πρός τό πῶς ἡ θεωθεῖσα φύσις ἐνεργοῦσε ἀδιάβλητα πάθη, δεδομένου ὅτι ἡ Θέωσις σημαίνει πρωτίστως ἀναστολή τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν.
Αὐτή τή σύζευξη ἔκαμε ὁ Θεάνθρωπος Χριστός διότι τά ἀδιάβλητα πάθη ἐνεργοῦντο ἀπό Ἐκεῖνον μέ τήν θέλησή Του, ὅταν καί ὅσο Αὐτός ἤθελε καί δέν ἐνεργοῦντο ἀναγκαστικά καί ὑποχρεωτικά. Αὐτό εἶναι στοιχεῖο τῆς «ὑπερφυοῦς φυσιολογίας τοῦ Χριστοῦ», κα­τά τήν ὁρολογία τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.
Πρέπει νά προσθέσουμε ὅτι ὁ Θεός Λόγος «ἐξ ἄκρας ἑνώσεως» μέ τήν Ἀνθρώπινη Φύση ἐθέωσε μέν τήν Φύση πού ἕνωσε μέ τόν Ἑαυ­τόν Του ἀλλά δέν τῆς ἔδωσε ἀτρεψία, ὅπως καί ὁ Πρωτόπλαστος Ἀδάμ δέν ἦταν ἄτρεπτος. Ἡ μή πρόσληψις τῆς ἀτρεψίας, δέν συνεπάγεται τήν φθορά οὔτε τήν ἀναγκαστική λειτουργία τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν ἀλλά τήν ἑκούσια λειτουργία τους.
Αὐτή ἡ διάκριση μεταξύ Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς Προσ­λή­ψεως τῶν ἀδιαβλήτων Παθῶν μας, τά ὁποῖα ἑκουσίως κατεδέχθη ὁ Χριστός «διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν», μᾶς ἀποκαλύπτει, ὅσον τό δυ­να­τόν στήν ἀνθρώπινη ἀναισθησία μας, τήν ἀπύθμενη ἀγάπη καί φι­λαν­θρω­πία τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ μας, ὁ ὁποῖος δέν δίστασε νά μᾶς ἀκολουθήση ἀκόμη καί στήν κατάσταση τῶν ἐπιτιμίων μας γιά νά λάβη ὡς ἀνταπόδοση τήν ἀσπλαχνία καί κακία μας, τούς «ἐμπτυσμούς καί μά­στιγας καί ραπίσματα καί κολαφισμούς καί Σταυ­ρόν καί θάνατον»!
Ἡ διάκριση μεταξύ Ἐνανθρωπήσεως καί προσλήψεως τῶν ἀδια­βλή­­­­των παθῶν μας ἑρμηνεύει καί τήν φράση τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Με­­­­τα­­­λή­ψεως, «Ὁ τῇ ἐνδόξῳ Σου Ἀναλήψει τῆς σαρκός θεώσας τό πρόσ­λημμα», ἡ ὁποία ἄλλως θά ἦταν ἀκατανόητη, ἀφοῦ θά ἐρχόταν σέ ἀντίθεση μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας περί τῆς «ἐξ ἄκρας Ἑνώ­σεως» θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ.
Κατά τήν Ἐνανθρώπηση ἐθεώθη μόνο ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ κατά τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ μας ἐθεώθη καί ἡ δική μας ἀνθρώπινη φύση, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ ἀναγκαστικά τά ἀδιάβλητα πάθη, ἀλλά χάριν τοῦ ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἐνήργησε ἑκουσίως καί ὄχι ἀναγκαστικῶς τά πάθη αὐτά, ἔπαψαν νά ἀποτελοῦν ἐμπόδιο γιά τήν θέωσή μας.
Τά ἑκούσια Πάθη τοῦ Χριστοῦ μας «ἐπήγασαν ἀπάθειαν, ζωήν καί ἀφθαρσίαν» γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος καί ἀποτελοῦν τήν κορυφαία ἔκφραση τῆς Φιλανθρωπίας καί τῆς Ἀγάπης τοῦ Θε­οῦ μας. Σ’ αὐτήν τήν ἀγάπη ἀπαντήσαμε κάποτε μέ σκληροκαρδία. Μπο­ρεῖ, ὅμως, ὁ καθένας μας νά παύση νά συμμετέχη σ’ αὐτό τό «κάποτε» μέ τό «τώρα» τῆς εὐγνωμοσύνης, τῆς ἀφοσιώσεως καί τοῦ ἀστείρευτου πόθου υἱικῆς ἀνταποκρίσεως στήν ἀνεξιχνίαστη Ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατέρα μας!Καλή Ἀνάσταση στίς ψυχές μας!

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Αρ. Τεύχους 140
Ἀπρίλιος 2014

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον      www.egolpion.com 

Read more: http://www.egolpion.com/FFD7AA40.el.aspx#ixzz30AMxT8EJ

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ὁ Χριστός προσκαλεῖ τήν ἁμαρτωλήν ψυχήν μας κοντά του.Ἅγιος Τύχων Ζάγκορσκ



Ὁ Χριστός προσκαλεῖ τήν ἁμαρτωλήν ψυχήν μας κοντά του.Ἅγιος Τύχων Ζάγκορσκ

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΩΛΗΝ ΨΥΧΗΝ ΜΑΣ ΚΟΝΤΑ ΤΟΥ Ο ΑΓΙΟΣ ΤΥΧΩΝ ΖΑΓΚΟΡΣΚ

Διατί μέ έγκατέλειψες άνθρωπε;  Διατί άποστράφηκες από τόν αγαπήσαντά σε;  Διατί ενώθηκε πάλιν με τον εχθρόν μου;  Θυμήσου πώς κατέβηκα διά σένα από τους ούρανούς.  Θυμήσου πώς έγινα σάρκα διά σένα.  Θυμήσου πώς γεννήθηκα διά σένα από τήν Παρθένον.  Θυμήσου πώς έγινα διά σένα βρέφος.  Θυμήσου πώς ταπεινώθηκα διά σένα. Θυμήσου πως εφτώχυνα διά σένα.  Θυμήσου πώς έζησα διά σένα επί της γης. Θυμήσου πώς υπέμεινα διά σένα διωγμούς.  Θυμήσου πώς αποδέχτηκα διά σένα τις κακολογίες, τίς ύβρεις, τίς ατιμώσεις, τίς πληγές, τούς εμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τίς κοροϊδίες καί τίς καταδίκες.  Θυμήσου πώς διά σένα μετά ανόμων έλογίσθην. Θυμήσου πώς διά σένα έλαβα τόν ατιμωτικόν θάνατον. Θυμήσου πώς διά σένα ένταφιάστηκα.  Κατέβηκα από τούς ούρανούς διά νά σέ ανεβάσω στούς ουρανούς.  Ταπεινώθηκα διά νά σε υψώσω.  Επτώχευσα διά νά σέ πλουτίσω. Ατιμάστηκα διά νά σέ δοξάσω. Πληγώθηκα διά νά σέ ζωντανέψω.
 Εσύ έκαμες την αμαρτίαν καί Έγώ πήρα αυτήν τήν αμαρτίαν επάνω μου.  Εσύ  φταις καί Εγώ εκτελέστηκα.  Εσύ είσαι οφελέτης καί Εγώ έπλήρωσα τό χρέος . Εσύ καταδικάστηκες σέ θάνατον καί Εγώ πέθανα διά νά σου δώσω ζωήν.   Μέ προσέλκυσε νά τό κάνω η αγάπη μου καί η ευσπλαγχνία μου.  Δέν  μπόρεσα νά αντέξω νά υποφέρης ευρισκόμενος σέ τόσην δυστυχίαν.  Καί εσύ περιφρονείς αυτήν τήν αγάπην μου. Άντί αγάπης μού ανταποδίδεις τό μίσος.  Αντί για Εμένα αγαπάς τήν αμαρτίαν.  Αντί νά μέ υπηρετής λειτουργείς τά πάθη σου. Αλλά τί βρήκες σέ Μένα πού θά έπρεπε νά αποφύγης;  Διατί δέν θέλεις νά έλθης σ’ Μένα;  Αναζητάς καλό διά τόν εαυτόν σου;  Κάθε καλό τό έχω Έγώ.  Αναζητάς τήν μακαριότητα;  Κάθε μακαριότητα τήν έχω Εγώ.  Αναζητάς τήν ομορφιά;  Τί υπάρχει πιό όμορφο από Μένα;  Αναζητάς τήν ευγένειαν;  Ποιός είναι πιό ευγενής από τόν Υιόν του Θεού και τήν Παρθένον;  Αναζητάς αυτό πού είναι υψηλόν;  Τί είναι πιό υψηλό από το Βασίλειον των Ουρανών; Αναζητάς τήν δόξαν;  Ποιός είναι πιό ένδοξος από Μένα; Αναζητάς τόν πλούτον; Όλα τά πλούτη βρίσκονται σέ Μένα.  Αναζητάς τήν σοφίαν;  Εγώ είμαι η Σοφία του Θεού.  Αναζητάς τήν φιλίαν;  Ποιός είναι φιλικότερος από Μένα πού έδωσα τήν ψυχήν μου διά όλους σας;  Αναζητάς τήν βοήθειαν;  Ποιός μπορεί νά σέ βοηθήση εκτός από Μένα; 
  Αναζητάς τόν ιατρόν; Ποιός μπορεί νά σέ θεραπεύση εκτός από Μένα;  Αναζητάς τήν αγαλλίασιν;  Ποιός θά σου την δώση εκτός από Μένα;  Αναζητάς τήν παρηγοριάν μέσα στίς θλίψεις σου;  Ποιός θά σέ παρηγορήση εκτός από Μένα;  Αναζητάς την ησυχίαν;  Σ’ έμένα θά βρής τήν ησυχίαν διά τήν ψυχήν σου.  Αναζητάς τήν ειρήνην;  Εγώ είμαι η ειρήνη της ψυχής. Αναζητάς την ζωήν; Εγώ έχω πηγήν ζωής.Αναζητάς τό φώς; Εγώ είμαι το Φως του κόσμου.  Αναζητάς τήν αλήθειαν;  Εγώ είμαι η Αλήθεια.  Αναζητάς τήν οδόν;  Εγώ είμαι η οδός.  Αναζητάς τον οδηγόν στόν Ουρανόν;  Εγώ είμαι ο πιστός οδηγός.  Λοιπόν, διατί δέν θέλεις νά έλθης σέ Μένα;  Δέν τολμάς νά μέ πλησιάσης;  Ποιός, αλήθεια είναι πιό ευπρόσδεκτος από Μένα;  Φοβάσαι νά μέ παρακαλείς; Πότε, αλήθεια, αρνήθηκα νά πραγματοποιήσω κάτι όταν Μέ παρακάλεσες μέ πίστιν;  Δέν σού επιτρέπουν οι αμαρτίες σου; Όμως Εγώ πέθανα διά τούς αμαρτωλούς.  Στενοχωριέσαι διά το πλήθος των αμαρτιών σου; Αλλά η ευσπλαγχνία μου είναι πιό μεγάλη.  «Δεύτε πρός Με πάντες οι κοπιώτες καί πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς.» (Μτ. 11:28).
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2014/04/blog-post_3966.html

Στόν νομικό Γεώργιο Μ. γιά τή δεύτερη ἐντολή.

Στόν νομικό Γεώργιο Μ. γιά τή δεύτερη ἐντολή.

 
   « ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή·»
( Ἰωάν ιδ΄: 6)
  Σάν πιστός ὀρθόδοξος χριστιανός ἐσύ θά ἤθελες νά ὑπερασπιστεῖς τήν πίστη σου ἀπό τούς μισθοφόρους οἱ ὁποῖοι ἀποστάτησαν ἀπό τό γένος καί τήν πίστη ἐξαιτίας τῶν κινήτρων τοῦ Ἰούδα. Ἐκεῖνοι σοῦ λένε ὅτι οἱ εἰκόνες εἶναι εἴδωλα καί ὅτι τό προσκύνημα σ᾿ αὐτές ἐναντιώνεται στή δεύτερη ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Προκύπτει, δηλαδή ὅτι ἡ πραγματική Χριστιανοσύνη εἶναι εἰδωλολατρία! Αὐτό ἰσχυρίζονται οἱ σεκταριστές, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίστηκαν στόν κόσμο μόλις πρίν ἀπό ἕναν αἰώνα!
Ρώτησε τους:
Ποιός κατέστρεψε τά εἴδωλα στά Βαλκάνια;
Ποιός ἄδειασε τήν Ἀθήνα καί τή Ρώμη ἀπό τό δάσος ἀγαλμάτων εἰδώλων καί τούς ναούς τους;
Ποιός κατέρριψε τόν Δία, τήν Ἀρτέμιδα τῶν Ἐφεσίων καί τήν Ἀστάρτη τῆς Βαβυλωνίας καί τήν Ἴσιδα τῆς Αἰγύπτου;
Ποιός ἔγδυσε τόν Πέρουν
( Ἀρχαία σλαβική θεότητα τοῦ κεραυνοῦ καί τοῦ φωτός) ἀπό τό βουνό τοῦ Κιέβου καί τόν πέταξε στόν Ντνιέπαρ;
Ποιός καθάρισε ἀπό τά εἴδωλα τή Μικρά Ἀσία, τή βόρεια Ἀφρική καί τήν Εὐρώπη ὁλόκληρη;
Οἱ καινούργιοι σεκταριστές ἤ ἡ μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία στή σκληρή μάχη ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας ἔδωσε ἑκατομμύρια ἀνθρώπινες θυσίες καί τό ἡμερολόγιό της γέμισε μέ τά ὀνόματα τῶν μαρτύρων γιά τήν πίστη στόν ἕναν ἀληθινό Θεό; Ἡ σέκτα τους δέν ἔχει οὔτε ἕνα μάρτυρα γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Οὔτε κατέστρεψε κανένα εἴδωλο στόν κόσμο. Ἐκεῖνοι δέν ἔχουν κἄν κανένα χριστιανικό ἡμερολόγιο. Καί νά ἤθελαν νά ἔχουν, δέν θά μποροῦσαν νά τό συνθέσουν μέ τούς ἁγίους τους (πού δέν διαθέτουν), ἀλλά ἀπό τούς δικούς τους συγγραφεῖς τῶν ἄρθρων καί τῶν μπροσούρων. Ἐάν θέλουν μάχη ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας, τί ψάχνουν στά Βαλκάνια, ὅπου τά παγανιστικά εἴδωλα βρῆκαν καταφύγια μόνο στά μουσεῖα; Ἀφοῦ ἡ καρδιά τους φλέγεται ἀπό ζῆλο ἐναντίον τῶν εἰδώλων, γιατί δέν πᾶνε στήν πλατιά Ἀσία, καί στήν Ἀφρική, καί ἀνάμεσα στούς Ἀμερικανούς ἐρυθρόδερμους, ὅπου ὁ παγανισμός δυστυχῶς εἶναι δυνατός σήμερα ὅπως καί πρίν χιλιάδες χρόνια; Σίγουρα δέν πᾶνε σ᾿ αὐτά τά μέρη ἐπειδή ἐκεῖ ἡ ζωή ἑνός ἱεραπόστολου εἶναι σέ κίνδυνο. Διάβασες ὅτι ὁ Δόν Κιχώτης, ἀνακήρυξε τούς ἀνεμόμυλους φιλήσυχων ἀνθρώπων ὀχυρωμένους πύργους τῶν ἐχθρῶν του καί ὕστερα τούς ἐπιτέθηκε μέ στολή μάχης, γιά νά τούς κατακτήσει. Ἔτσι καί ἐκεῖνοι ἀνακήρυξαν τίς Ἅγιες εἰκόνες μας εἴδωλα καί λυσσασμένα τούς ἐπιτίθενται. Ἀφοῦ δέν θέλουν νά πᾶνε μέ τίποτα στίς ἀσιατικές καί ἀφρικάνικες ζοῦγκλες.
Ἀλλά ἐσύ νά ξέρεις, πώς ὅπως ἡ μέρα εἶναι διαφορετική ἀπό τή νύχτα ἔτσι οἱ χριστιανικές Εἰκονές εἶναι διαφορετικές ἀπό τά παγανιστικά εἴδωλα. Τά εἴδωλα εἶναι ἀγάλματα ἐπινοούμενων καί φανταστικῶν ὄντων, ἐνῶ οἱ Εἰκόνες εἶναι μορφές Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι πραγματικά ἔζησαν στή γἦ, μέ τήν πίστη τους δόξασαν τόν Χριστό καί ἀξιώθηκαν τό Βασίλειο τῶν Οὐρανῶν.
Ἐκεῖ τά ψέματα καί οἱ παραπλανήσεις, ἐδῶ ἡ πραγματικότητα.
Ἐκεῖ τά ψέματα καί οἱ παραπλανήσεις, ἐδῶ ἡ ἀλήθεια καί μόνο ἡ ἀλήθεια.
Τά εἴδωλα ἀπομακρύνουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν πραγματικό Θεό, ἐνῶ οἱ Εἰκόνες καθοδηγοῦν τόν ἄνθρωπο πρός τόν πραγματικό Θεό.
Μέ τή δεύτερη ἐντολή Του ὁ Δημιουργός ἤθελε νά ἀποστρέψει τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό ἐκεῖνο πού τό χωρίζει ἀπ᾿ Αὐτόν, δηλαδή νά τό ἀποστρέψει ἀπ᾿ ὅλα τά δαιμονικά ψέματα, παραπλανήσεις καί φαντασιώσεις.

 Μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία·
πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς ἐμὲ πιστεύετε.
( Ἰωάν ιδ΄: 1)
 
Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…»
Ἱεραποστολικές ἐπιστολές  Α΄
Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»

Εἰ Χριστός οὐκ ἐγείγερται…


Εἰ Χριστός οὐκ ἐγείγερται…

Chora_Anastasis1.jpg
ΕΙ ΧΡΙΣΤΟΣ ΟΥΚ ΕΓΕΙΓΕΡΤΑΙ…
                                             
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Η βεβαία πίστη της Εκκλησίας στην λαμπροφόρο ανάσταση του Χριστού αποτελεί αυτή την ίδια την ύπαρξή Της. Το μέγα και ανεπανάληπτο αυτό γεγονός είναι το ακράδαντο θεμέλιο πάνω στο οποίο είναι θεμελιωμένη και εδραιωμένη. Το Θείο πρόσωπο του Αναστάντα Ιδρυτή Της είναι η ακατανίκητη δύναμη, που τη συγκροτεί, τη συντηρεί και την οδηγεί με ασφάλεια στο σωτήριο προορισμό Της. Οι άγιοι Πατέρες αποφάνθηκαν «εν ενί στόματι» πως η ζωή της Εκκλησίας είναι η ακατάπαυτη βίωση του υπερτάτου γεγονότος της Αναστάσεως του Κυρίου. Είναι μια διαρκής συμμετοχή και πρόγευση της Βασιλείας του Θεού, η οποία απορρέει από το ζωοδόχο Τάφο του Χριστού.
        Όμως υπάρχει και ο κακόδοξος αντίλογος γι’ αυτή την πίστη της Εκκλησίας.Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι αρνούνται την Ανάσταση του Χριστού και κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες να πείσουν για τις μικρόνοες απόψεις τους. Υπάρχουν δυστυχώς και κατ’ όνομα χριστιανοί, οι οποίοι ερμηνεύουν το ύψιστο γεγονός ως δήθεν συμβολικό λόγο! Όλοι αυτοί καλλιεργούν την προσωπική τους «αδιάληπτον οδύνην» (Ρωμ.9,2) και «τίσουσιν όλεθρον αιώνιον από προσώπου του Κυρίου» (Β΄,Θεσ.1,8), διότι σφραγίζουν εθελούσια τους οφθαλμούς τους να μην αντικρύσουν το αναστάσιμο φως.        
       Φαίνεται πως αρνητές της Αναστάσεως του Χριστού υπήρχαν και στην αρχαία Εκκλησία και μάλιστα στην εκκλησία της Κορίνθου. Ο απόστολος Παύλος αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στην Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή του, για να πείσει για το αδιαμφισβήτητο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου «Ει δε Χριστός κηρύσσεται ότι εκ νεκρών εγήγερται, πως λέγουσί τινες εν υμίν ότι ανάστασις νεκρών ουκ έστιν΄ ει δε ανάστασις νεκρών ουκ έστιν, ουδέ Χριστός εγήγερται΄ ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών. Ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, ότι εμαρτυρήσαμεν κατά του Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, ον ουκ ήγειρεν, είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται΄ ει γαρ νεκροί ουκ εγείρονται, ουδέ Χριστός εγήγερται. Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών΄ ότι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών. Άρα και οι κοιμηθέντες εν Χριστώ απώλοντο. Ει εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστώ μόνο, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (Α΄Κορ.15,12-18).
       Είναι όντως φοβερός ο λόγος του αποστόλου των Εθνών. Παράλληλα  ξεχειλίζει από τη βεβαία πίστη του στην Ανάσταση του Χριστού, αποπνέοντας άρρητο άρωμα αισιοδοξίας. Δε διστάζει να χαρακτηρίσει τον εαυτό του ψεύτη, απατεώνα και ελεεινό άνθρωπο αν το κήρυγμά του ήταν απογυμνωμένο από την πίστη στην ανάσταση του Χριστού. Αυτή η πίστη του απορρέει από το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μόνο άνθρωπος, αλλά ο σαρκωμένος Θεός. Είναι ο «Υιός του Θεού εν δυνάμει» (Ρωμ.8,1,4). Είναι ο Υιός «της αγάπης αυτού… εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως… αυτός εστιν προ πάντων, και τα πάντα εν αυτώ συνέστηκε» (Κολ.1,13-17).  Φύσει Θεός αληθινός, εκ Θεού αληθινού. Αρχηγός και δοτήρ  της ζωής, έχοντας τη ζωή αφ’ εαυτού. Ο θάνατος όχι μόνο δεν έχει καμιά σχέση με τη θεία φύση Του, αλλά είναι το φρικτό και ολέθριο αποτέλεσμα αλλότριας επιλογής των κτισμάτων Του από το δικό Του θέλημα. Κατά συνέπεια η ανάστασή Του ήταν η πιο αναγκαστική νομοτέλεια όλων των εποχών. Από αυτή την πίστη απορρέει η βεβαιότητα του αποστόλου Παύλου για την ανάσταση του Κυρίου, διακηρύττοντας πως η πίστη αυτή «καταγγέλεται εν όλω τω κόσμω. Μάρτυς μου (δε) εστιν ο Θεός, ω λατρεύω εν τω πνεύματί μου εν τω ευαγγελίω του Υιού αυτού» (Ρωμ.1,8-9).    
         Ο άγιος απόστολος του Χριστού περιγράφει με τον πιο απαισιόδοξο τρόπο την άρνηση κάποιων στην ανάσταση του Χριστού. Απογυμνωμένο το κήρυγμα του Ιησού από την πίστη στην ανάσταση το θεωρεί όχι μόνον ανώφελο αλλά και επιζήμιο για την ανθρωπότητα, διότι έτσι ο Χριστός υποβιβάζεται στην κατηγορία των πάμπολλων άλλων ιδρυτών θρησκειών, στην κατηγορία των θνητών νομοθετών και κοινωνικών αναμορφωτών και η Εκκλησία Του εντάσσεται στις τόσες άλλες θρησκείες του κόσμου. Λησμονούν όμως πως παρά την παρουσία πλειάδων θρησκειών στον προχριστιανικό κόσμο, η κακοδαιμονία ήταν η μόνιμη τραγική κατάσταση. «Ουκ έστιν αλήθεια, ουδέ έλεος, ουδέ επίγνωσις Θεού επί της γης. Αρά και ψεύδος και φόνος και κλοπή και μοιχεία κέχυται επί της γης, και αίματα αφ’ αίμασιν μίσγουσιν» (Ωσ.4,2. βλ. Ησ.1,17.Αμώς41.Μιχ.2,1). Η θρησκείες δε μπορούσαν να προσφέρουν τίποτε το ουσιαστικό στο ταλαίπωρο ανθρώπινο γένος.
       Ο Ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού δεν ήρθε στη γη να ιδρύσει μια ακόμη θρησκεία, έστω την πιο τέλεια διότι. ο κόσμος είχε χορτάσει από θρησκείες, τελετουργικά, ηθικιστικές διδασκαλίες  και κοινωνικές αναμορφώσεις. Δεν αποζητούσε πια νέα θρησκεία, αλλά καθολική σωτηρία, την οποία προσέφερε μόνον ο Χριστός.  
      To γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου αποτελεί το θριαμβευτικό πέρας του επί γης σωτηριώδους έργου Του. Ο Χριστός έγινε άνθρωπος, όχι απλά να γίνει κοινωνός της ανθρωπίνης φύσεως και να προσφέρει βοήθεια στον πεσόντα άνθρωπο, αλλά ήρθε στον κόσμο να σώσει ολοκληρωτικά την ανθρωπότητα από τη δίνη του κακού και τα τραγικά αποτελέσματα της αμαρτίας. Ήρθε προπάντων να ελευθερώσει τον άνθρωπο από το χειρότερο εχθρό του, τον πικρό θάνατο, ο οποίος κατέστη, μετά την πτώση, νομοτέλεια στη θεία δημιουργία (Γεν.2,17). Ο απόστολος Παύλος θέλοντας να εκφράσει δυναμικά το φοβερό γεγονός του θανάτου, αναφώνησε: «ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος, τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» (Ρωμ.7,24). Προορισμός όλων των ανθρώπων ήταν ο Άδης, η κοινή «οικία παντί θνητώ» (Ιώβ30,23), «το σκότος το εξώτερον, (όπου) εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ.25,30). Ο απαράβατος νόμος της θνητότητας και ο απόλυτος προορισμός κάθε ανθρωπίνης ύπαρξης στον παμφάγο Άδη, καθιστούσε τον άνθρωπο ως το τραγικότερο ον της δημιουργίας.
       Μοναδικό αντίδοτο κατέστη ο θάνατος του Θεού, ο οποίος θανάτωσε το δικό μας θάνατο, αφού «έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α΄Κορ.15,26). Ο Χριστός «ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου, γενώμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ.3,13). Δηλαδή υποτάχτηκε εθελούσια στην νομοτέλεια του θανάτου, για να καταργήσει το θάνατο. Δέχτηκε να κατέβη στον ανήλιο τόπο της βασάνου, τον Άδη, για να καταλύσει το αιώνιο βασίλειό του. «Ο Θεός ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους, και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού, εν ω έχομεν την απολύτρωσιν» (Κολ.1,13). Μετά την τιτάνια μάχη και την περιφανή νίκη Του κατά του Άδη, ανέστη θριαμβευτικά διαλύοντας την αχλή και τη σκοτοδίνη της αμαρτίας και ανοίγοντας μια καινούρια σελίδα στην ιστορία του κόσμου. «Ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ πάν όνομα, ίνα εν τω ονόματι Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλιπ.2,9-11).
      Ο θάνατος δεν έχει πια καμιά δύναμη και επιβολή στους πιστούς χάρη στην Ανάσταση του Χριστού, διότι πιστεύουμε ότι «ο εγείρας τον Χριστόν εκ των νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα ημών» (Ρωμ.8,11). Μας διαβεβαίωσε ο Ίδιος ο Κύριος: «Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν
 εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωαν.5,24). Πιο ελπιδοφόρος λόγος από αυτόν δεν υπάρχει! Ο φυσικός μας θάνατος είναι ένα ασήμαντο πια γεγονός, το οποίο δεν έχει καμιά ουσιαστική επίπτωση στην ύπαρξή μας. Είναι ένας μεγάλος ύπνος, ώσπου να μας ξυπνήσει ο Αναστημένος Κύριός μας, καθ’ ότι «οι νεκροί ακούσονται της φωνής του Υιού του Θεού, και οι ακούσαντες ζήσονται» (Ιωάν.5,25)!
       Η άρνηση της Αναστάσεως του Κυρίου είναι η πιο εκφραστική όψη της τραγικότητας, την οποία συνεχίζει να βιώνει η αποστατούσα ανθρωπότητα. Άνθρωποι θλιβεροί, οι οποίοι αρέσκονται να αυτοαποκαλούνται «προοδευτικοί» και «θεραπευτές του ορθού λόγου», βασανίζονται να απογυμνώσουν τον Ιησού Χριστό από τη θεία του φύση και ως εκ τούτου πασχίζουν να «αποδείξουν» ότι η ένδοξη Ανάστασή Του είναι μύθος! Στην πραγματικότητα όμως φανερώνουν την εμμονή τους στην προχριστιανική κακοδαιμονία και ομολογούν  την πορεία τους στον μηδενιστικό αφανισμό. Χαίρονται να υποστηρίζουν ότι το πέρας του βίου τους είναι ο υγρός τάφος και συνένοικοί τους τα αδηφάγα σκουλήκια!  Πιο ακραίος παραλογισμός από αυτόν δεν υπάρχει! Σε τέτοιες έσχατες μορφές κατάντιας οδηγεί τον άνθρωπο η παραζάλη της αμαρτίας!
        Η πνευματική τους μυωπία τους εμποδίζει να δουν την υπέρτατη κοσμοϊστορική ανατροπή που συντελέσθηκε χάρις στην Ανάσταση του Χριστού. Αφού νικήθηκε κατά κράτος ο διάβολος, η πηγή και ο αίτιος του κακού, «ο θεός του αιώνος τούτου» (Β΄Κορ.4,4), ήρθη από τον κόσμο το κακό και θεμελιώθηκε η ατέρμονη Βασιλεία του Θεού (Εφεσ.5,5), η «καινή ανθρωπότης» (Εφεσ.2,15), η νέα κοινωνία της αγάπης και της συναδελφώσεως των ανθρώπων, ο λαός ο άγιος «πάσης φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους» (Αποκ.5,9).
     Στη μεταναστάσιμη ιστορική περίοδο του κόσμου το κακό υπάρχει και διαιωνίζεται χάρη στους αρνητές του Χριστού, οι οποίοι ως εντολοδόχοι του «άρχοντος του κακού» (Ιωάν.16,11), δίνουν παράταση στην ανθρώπινη κακοδαιμονία. Αυτοί «ου δύνανται ακούειν τον λόγον» του Χριστού (Ιωάν.8,44) και «μη υπακούοντες τω ευαγγελίω» (Β΄Θεσσ.1,8). Στρέφουν το πρόσωπό τους από το άσβεστο αναστάσιμο φως, διότι η εκτυφλωτική πνευματική λαμπρότητα καταδεικνύει την ολοσκότεινη ψυχική τους κατάσταση.
       Για μας τους πιστούς του αναστημένου Χριστού δεν τίθεται ούτε ως απλή σκέψη το δίλημμα «ει Χριστός ουκ εγείγερται» (Α΄Κορ.15,13), διότι η πίστη μας στον  αναστημένο Λυτρωτή μας  είναι τόσο φυσική και απαραίτητη για την ύπαρξή μας, όσο η αναπνοή μας! Μαρτυρούμε στο σύγχρονο αποστατημένο κόσμο  πως «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν… γένος ουν υπάρχοντες του Θεού» (Πράξ.17,28) και κατά συνέπεια διακηρύττουμε με σθένος πως καμιά δύναμη δε μπορεί να μας «χωρίσει από της αγάπης του Χριστού, (ούτε) θλίψις ή στενοχωρία, ή διωγμός, ή λιμός, ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μαχαίρα… υπερνικώμεν δια του αγαπήσαντος ημάς», διότι ο «Χριστός ο αποθανών, μάλλον δε και εγερθείς, ος και εστιν εν δεξιά του Θεού… εντυγχάνει υπερ ημών» (Ρωμ.8,34-38).
Η καταχώρηση δημοσιεύτηκε από τον/την hristospanagia5 στην κατηγορία ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΥΡΙΟΥ, ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΚΟΝΤΖΟΣ, με ετικέτες , , , .

Λόγος στό Ἅγιο Πάσχα, Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Λόγος στό Ἅγιο Πάσχα, Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

 
ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΠΑΣΧΑ
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν
ἸωάννουτοῦΧρυσοστόμου
  1. Εἶναι κατάλληλη στιγμή σήμερα ν᾿ ἀναφωνήσουμε ὅλοι ἐμεῖς ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ μακάριος Δαυΐδ. «Ποιός μπορεῖ νά διηγηθεῖ τή δύναμη τοῦ Κυρίου, νά ἐξυμνήσει ὅλες τίς δόξες του;» (Ψαλμ. 105, 2). Νά λοιπόν ἔφθασε ἡ ποθητή γιά μᾶς καί σωτήρια ἑορτή, ἡ ἀναστάσιμη ἡμέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προϋπόθεση τῆς εἰρήνης, ἡ ἀφορμή τῆς συμφιλίωσης, ἡ ἐξαφάνιση τῶν πολέμων, ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου, ἡ ἥττα τοῦ διαβόλου. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀναμείχθηκαν μέ τούς ἀγγέλους καί αὐτοί πού ἔχουν σῶμα προσφέρουν τή δοξολογία τους μαζί μέ τίς ἀσώματες δυνάμεις. Σήμερα καταργεῖται ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου, σήμερα λύθηκαν τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐξαφανίσθηκε ἡ νίκη τοῦ ἅδη. Σήμερα εἶναι εὐκαιρία νά ποῦμε τά προφητικά ἐκεῖνα λόγια. «Ποῦ εἶναι, θάνατε, τό κεντρί σου; ποῦ εἶναι, ἅδη, ἡ νίκη σου;» (Α´ Κορ. 15, 55). Σήμερα ὁ Κύριός μας ὁ Χριστός συνέτριψε τίς χάλκινες πύλες καί ἐξαφάνισε τόν ἴδιο τό θάνατο.
Καί γιατί λέγω τόν ἴδιο τό θάνατο;Ἄλλαξε τό ὄνομά του, γιατί δέ λέγεται πιά θάνατος, ἀλλά κοίμηση καί ὕπνος. Γιατί πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ καί τή φροντίδα του γιά τόν ἄνθρωπο μέ τή σταύρωσή Του, ἦταν φοβερό καί τό ἴδιο τό ὄνομα τοῦ θανάτου. Γιατί ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ἀφοῦ δημιουργήθηκε, καταδικαζόταν ν᾿ ἀκούει αὐτό, σάν μιά κάποια μεγάλη τιμωρία. «Τήν ἡμέρα πού θά φάγεις, θά πεθάνεις ὁπωσδήποτε» (Γέν. 2, 17). Καί ὁ μακάριος Ἰώβ μ᾿ αὐτό τό ὄνομα τόν ὀνόμασε, λέγοντας. «Ὁ θάνατος εἶναι ἀνάπαυση στόν ἄνθρωπο» (Ἰώβ 3, 23). Καί ὁ προφήτης Δαυΐδ ἔλεγε. «Ὁ θάνατος τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι κακός» (Ψαλμ. 33, 22). Καί ὀνομαζόταν ὄχι μόνο θάνατος ὁ χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, ἀλλά καί ἅδης. Ἄκουσε λοιπόν τόν πατριάρχη Ἰακώβ πού λέγει. «Θά κατεβάσετε τά γηρατειά μου μέ λύπη στόν ἅδη» (Γεν. 42, 38). Ἄκουσε πάλι τόν προφήτη. «Ἄνοιξε πολύ τό στόμα του ὁ ἅδης» (Ἠσ. 5, 14). Καί ἄκουσε πάλι ἄλλον προφήτη πού λέγει.«Θά μέ σώσει ἀπό τόν κατώτατο ἅδη» (Ψαλμ. 85 13). Καί σέ πολλά σημεῖα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης θά βρεῖς νά ὀνομάζεται θάνατος καί ἅδης ἡ ἀναχώρηση ἀπό τήν παρούσα ζωή. Ἀφ᾿ ὅτου ὅμως ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, προσφέρθηκε θυσία καί ἀναστήθηκε, ἔβγαλε ἀπό τή μέση καί αὐτές τίς ὀνομασίες ὁ φιλάνθρωπος Κύριος καί ἔφερε καινούρια καί παράξενη συμπεριφορά στή ζωή μας. Γιατί ἀντί γιά θάνατος λέγεται στό ἑξῆς κοίμηση καί ὕπνος ἡ ἀναχώρηση ἀπό τήν παρούσα ζωή.
Καί ἀπό ποῦ εἶναι φανερό αὐτό; Ἄκουσε τόν ἴδιο τό Χριστό πού λέγει. «Ὁ φίλος μας Λάζαρος ἔχει κοιμηθεῖ, ὅμως πηγαίνω νά τόν ξυπνήσω» (Ἰω. 11, 11). Ὅπως λοιπόν εἶναι εὔκολο σ᾿ ἐμᾶς νά ξυπνήσουμε καί νά σηκώσουμε ἐπάνω ἐκεῖνον πού κοιμᾶται, ἔτσι καί στόν Κύριο ὅλων μας εἶναι εὔκολο τό νά ἀναστήσει νεκρό. Καί ἐπειδή ἦταν καινούρια καί παράξενα τά λόγια του, οὔτε οἱ μαθητές τά κατάλαβαν, ὥσπου συγκαταβαίνοντας στήν ἀδυναμία τους τά εἶπε πιό καθαρά. Καί ὁ διδάσκαλος τῆς οἰκουμένης, ὁ μακάριος Παῦλος, γράφοντας στούς Θεσσαλονικεῖς, λέγει. «Δέ θέλω νά ἔχετε ἄγνοια γιά ἐκείνους πού ἔχουν κοιμηθεῖ, γιά νά μή λυπᾶστε, ὅπως καί οἱ ἄλλοι πού δέν ἔχουν ἐλπίδα» (Α´ Θεσ. 4, 13). Καί ἀλλοῦ πάλι. «Συνεπῶς καί ἐκεῖνοι πού κοιμήθηκαν μέ τήν πίστη στό Χριστό, χάθηκαν» (Α´ Κορ. 15, 18). Καί πάλι.«Ἐμεῖς οἱ ζωντανοί, πού ἀπομείναμε στή ζωή, δέ θά προφθάσουμε ἐκείνους πού κοιμήθηκαν» (Α´ Θεσ. 4, 15). Καί ἀλλοῦ πάλι λέγει. «Γιατί ἄν πιστεύουμε καί ὅτι ὁ Ἰησοῦς πέθανε καί ἀναστήθηκε, ἔτσι πρέπει νά πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεός θά φέρει μαζί του ἐκείνους πού κοιμήθηκαν» (Α´ Θεσ. 4, 14).
2. Εἶδες ὅτι παντοῦ ἀπό τότε ὁ θάνατος ὀνομάζεται κοίμηση καί ὕπνος; καί ὅτι ἐκεῖνος πού πρίν εἶχε φοβερό ὄνομα, τώρα γίνεται εὐκαταφρόνητος μετά τήν ἀνάσταση; Εἶδες ὅτι εἶναι λαμπρό τό τρόπαιο τῆς ἀνάστασης; Μέ αὐτήν ἔχουν ἔρθει σ᾿ ἐμᾶς τά ἄπειρα ἀγαθά, μέ αὐτήν διαλύθηκε ἡ ἀπάτη τῶν δαιμόνων, μέ αὐτήν περιγελοῦμε τό θάνατο. Μέ τήν ἀνάσταση περιφρονοῦμε τήν παρούσα ζωή, μέ αὐτήν ἐπιθυμοῦμε σφοδρά τά μέλλοντα ἀγαθά. Μέ αὐτήν, ἐνῶ ἔχουμε σῶμα, δέν ἔχουμε τίποτε λιγότερο ἀπό τίς ἀσώματες δυνάμεις, ἐάν θέλουμε. Σήμερα ἔγινε ἡ λαμπρή μας νίκη. Σήμερα ὁ Κύριός μας, ἀφοῦ ἔστησε τό τρόπαιο τῆς νίκης του ἐναντίον τοῦ θανάτου καί διέλυσε τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, μᾶς χάρισε μέ τήν ἀνάστασή του τό δρόμο γιά τή σωτηρία μας. Ἄς χαιρόμαστε λοιπόν ὅλοι, ἄς χορεύουμε, ἄς εὐφραινόμαστε. Γιατί, ἄν καί ὁ Κύριός μας νίκησε καί ἔστησε τό τρόπαιο, εἶναι δική μας ὅμως ἡ εὐφροσύνη καί ἡ χαρά. Γιατί ὅλα τά ἔκαμε γιά τήν δική μας σωτηρία, καί μέ ἐκεῖνα τά μέσα πού μᾶς πολέμησε ὁ διάβολος, μέ τά ἴδια τόν νίκησε ὁ Χριστός.
Τά ἴδια τά ὅπλα πῆρε ὁ Χριστός, καί μέ αὐτά τόν νίκησε. Καί ἄκουσε μέ ποιό τρόπο. Ἡ παρθένος καί τό ξύλο καί ὁ θάνατος ἦταν τά σύμβολα τῆς ἥττας μας. Καί πράγματι ἡ Εὔα ἦταν παρθένος, ἀφοῦ δέ γνώριζε ἀκόμη ἄνδρα, ὅταν ἐξαπατήθηκε. Ξύλο ἦταν τό δένδρο, θάνατος ἡ τιμωρία στόν Ἀδάμ. Εἶδες πῶς τά σύμβολα τῆς ἥττας μας ἦταν παρθένος καί ξύλο καί θάνατος; Πρόσεχε λοιπόν πῶς αὐτά ἔγιναν πάλι τά σύνεργα τῆς νίκης μας. Στή θέση τῆς Εὔας εἶναι ἡ Μαρία. Στή θέση τοῦ ξύλου γιά τή γνώση τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, εἶναι τό ξύλο τοῦ σταυροῦ. Στή θέση τοῦ θανάτου τοῦ Ἀδάμ, εἶναι ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου. Εἶδες ὅτι μ᾿ αὐτά πού μας νίκησε, μέ τά ἴδια νικήθηκε; Κοντά στό δένδρο νίκησε τόν Ἀδάμ ὁ διάβολος. Κοντά στό σταυρό νίκησε τό διάβολο ὁ Χριστός. Καί τό ξύλο ἐκεῖνο ἔστελνε στόν ἅδη, τό ξύλο ὅμως αὐτό, δηλαδή τό ξύλο τοῦ σταυροῦ, ξανάφερε πάλι ἀπό τόν ἅδη καί αὐτούς πού πέθαναν. Καί ἐκεῖνο ἔκρυβε τόν νικημένο σάν αἰχμάλωτο καί γυμνό, αὐτό ὅμως ἔδειχνε σ᾿ ὅλους τόν νικητή γυμνό, καρφωμένο στά ψηλά. Καί ὁ θάνατος τοῦ Ἀδάμ καταδίκαζε καί αὐτούς πού ἔζησαν ὕστερα ἀπό αὐτόν, ὁ θάνατος ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἀνάστησε πραγματικά καί αὐτούς πού ἔζησαν πρίν ἀπό αὐτόν. «Ποιός μπορεῖ νά διηγηθεῖ τή δύναμη τοῦ Κυρίου, νά ἐξυμνήσει ὅλες τίς δόξες του;». Ἀπό θνητοί ἔχουμε γίνει ἀθάνατοι, ἀπό νεκροί ἀναστηθήκαμε, ἀπό νικημένοι γίναμε νικητές.
3. Αὐτά εἶναι τά κατορθώματα τοῦ σταυροῦ, αὐτά ἀποτελοῦν τήν πιό μεγάλη ἀπόδειξη τῆς ἀνάστασης. Σήμερα χορεύουν οἱ ἄγγελοι καί ἀγάλλονται ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, ἐπειδή χαίρονται γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Γιατί, ἄν γίνεται χαρά στόν οὐρανό καί τή γῆ, ὅταν μετανοεῖ ἕνας ἁμαρτωλός, πολύ περισσότερο θά γίνεται γιά τή σωτηρία ὅλης τῆς οἰκουμένης. Σήμερα ἀφοῦ ἐλευθέρωσε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, τό ξανάφερε στήν προηγούμενη τιμητική του θέση. Ὅταν λοιπόν δῶ ὅτι ἡ ἐκλεκτή προσφορά μας νίκησε τόσο πολύ τό θάνατο, δέ φοβοῦμαι πιά, δέν τρέμω πιά τόν πόλεμο. Οὔτε βλέπω στήν ἀδυναμία μου, ἀλλά προσέχω στήν ἀνέκφραστη δύναμη ἐκείνου πού πρόκειται νά γίνει σύμμαχός μου. Γιατί ἐκεῖνος πού νίκησε τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου καί τοῦ ἀφαίρεσε ὅλη του τή δύναμη, τί δέ θά κάμνει στό ἑξῆς γιά τό γένος πού εἶναι ὅμοιό του, τή μορφή τοῦ ὁποίου ἀπό τή μεγάλη του φιλανθρωπία θεώρησε ἄξιο νά πάρει, καί μ᾿ αὐτήν νά παλέψει μέ τό διάβολο; Σήμερα παντοῦ στήν οἰκουμένη ἐπικρατεῖ χαρά καί πνευματική εὐφροσύνη. Σήμερα ὅλοι οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἀγάλλονται γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Σκέψου λοιπόν, ἀγαπητέ μου, πόσο μεγάλη εἶναι ἡ χαρά, ἀφοῦ καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἑορτάζουν μαζί μας, γιατί χαίρονται μαζί μας γιά τά δικά μας ἀγαθά. Γιατί ἄν καί εἶναι δική μας ἡ χάρη πού ἔδωσε ὁ Κύριος, εἶναι ὅμως καί δική τους ἡ εὐχαρίστηση. Γι᾿ αὐτό δέν ντρέπονται νά ἑορτάσουν μαζί μας. Καί γιατί λέγω, ὅτι οἱ σύνδουλοί μας δέν ντρέπονται νά ἑορτάσουν μαζί μας; Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, πού εἶναι δικός τους καί δικός μας, δέν ντρέπεται νά ἑορτάσει μαζί μας. Καί γιατί εἶπα, δέν ντρέπεται; Αὐτός μάλιστα ἐπιθυμεῖ νά ἑορτάσει μαζί μας. Ἀπό ποῦ εἶναι φανερό αὐτό; Ἄκουσε τόν ἴδιο πού λέγει. «Ἐπιθύμησα πολύ νά φάγω αὐτό τό Πάσχα μαζί σας» (Λουκ. 22, 15). Ἐάν ὅμως ἐπιθύμησε νά φάγει τό Πάσχα, εἶναι φανερό ὅτι ἐπιθυμεῖ καί νά ἑορτάσει μαζί μας. Ὅταν λοιπόν βλέπεις ὅτι ὄχι μόνο οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, ἀλλά καί ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων ἑορτάζει μαζί μας, τί σοῦ λείπει πιά γιά νά χαίρεσαι πολύ; Κανένας λοιπόν ἄς μήν εἶναι θλιμμένος σήμερα ἐξ αἰτίας τῆς φτώχειας του, γιατί σήμερα εἶναι ἑορτή πνευματική.
Ἄς μήν ὑπερηφανεύεται κανένας πλούσιος γιά τόν πλοῦτο του, γιατί δέν μπορεῖ νά προσφέρει τίποτε στήν ἑορτή αὐτή ἀπό τά χρήματά του. Στίς ἑορτές βέβαια ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἐννοῶ τίς κοσμικές, ὅπου γίνεται μεγάλη ἐπίδειξη καί τῆς ἐξωτερικῆς περιβολῆς καί τῆς πολυτέλειας στά τραπέζια, δικαιολογημένα ἐκεῖ θά εἶναι ὁ φτωχός στενοχωρημένος καί θλιμμένος, καί ὁ πλούσιος χαρούμενος καί εὐχαριστημένος. Γιατί ὅμως; Γιατί ὁ πλούσιος φορᾶ λαμπρά ροῦχα καί προσφέρει πλουσιότερο τραπέζι, ὁ φτωχός ὅμως ἐμποδίζεται ἀπό τή φτώχεια του νά δείξει τήν ἴδια γενναιοδωρία. Ἐδῶ ὅμως δέ συμβαίνει τίποτε τέτοιο, ἀλλά λείπει κάθε τέτοια διάκριση καί ὑπάρχει ἕνα τραπέζι καί γιά τόν πλούσιο καί γιά τό φτωχό, καί γιά τό δοῦλο καί γιά τόν ἐλεύθερο. Καί ἄν εἶσαι πλούσιος, δέν ἔχεις τίποτε περισσότερο ἀπό τό φτωχό. Καί ἄν εἶσαι φτωχός, δέν ἔχεις τίποτε λιγότερο ἀπό τόν πλούσιο, οὔτε θά ἐλαττωθεῖ ἡ πνευματική σου εὐωχία ἐξ αἰτίας τῆς φτώχειας σου. Γιατί ἡ χάρη εἶναι τοῦ Θεοῦ καί δέν ξεχωρίζει τά πρόσωπα. Καί γιατί λέγω, ὅτι τό ἴδιο τραπέζι βρίσκεται μπροστά στόν πλούσιο καί στό φτωχό; Καί σ᾿ αὐτόν πού ἔχει τό βασιλικό στέμμα καί φορᾶ τή βασιλική πορφύρα, πού ἔχει ἀναλάβει τήν ἐξουσία τῆς οἰκουμένης, καί στό φτωχό πού κάθεται γιά ἐλεημοσύνη, ὑπάρχει τό ἴδιο τραπέζι. Τέτοια λοιπόν εἶναι τά πνευματικά δῶρα. Δέ διαιροῦν τήν κοινωνία ἀνάλογα μέ τή διάθεση καί τίς σκέψεις τοῦ καθενός. Μέ τό ἴδιο θάρρος καί τήν ἴδια τιμή ὁρμοῦν καί ὁ βασιλιάς καί ὁ φτωχός γιά ν᾿ ἀπολαύσουν καί νά κοινωνήσουν τά θεῖα αὐτά μυστήρια. Καί γιατί λέγω, μέ τήν ἴδια τιμή; Πολλές φορές ὁ φτωχός ἔρχεται μέ περισσότερο θάρρος. Γιατί λοιπόν γίνεται αὐτό; Γιατί τό βασιλιά, πού εἶναι κυκλωμένος ἀπό φροντίδες καί περιστοιχισμένος ἀπό πολλά ζητήματα, σάν νά εἶναι μέσα σέ πέλαγος, ἔτσι ἀπό παντοῦ τόν κτυποῦν τά κύματα συνεχῶς καί τόν καταστρέφουν τά πολλά ἁμαρτήματα. Ὁ φτωχός ὅμως, ἀπαλλαγμένος ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, καί φροντίζοντας μόνο γιά τήν ἀπαραίτητη τροφή του, καί κάμνοντας μιά ἀμέριμνη καί ἥσυχη ζωή, σάν νά κάθεται σέ λιμάνι καί γαλήνη, πλησιάζει μέ πολλή εὐλάβεια τό τραπέζι.
4. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί ἀπό πολλά ἄλλα προέρχονται διάφορες στενοχώριες σ᾿ ἐκείνους πού ἀσχολοῦνται μέ τίς κοσμικές ἑορτές. Γιατί ἐκεῖ πάλι ὁ φτωχός εἶναι στενοχωρημένος καί ὁ πλούσιος χαρούμενος, ὄχι μόνο γιά τό τραπέζι καί τήν πολυτέλεια, ἀλλά καί γιά τά πολυτελή ροῦχα καί τή φανταστική ἐμφάνισή τους. Ἐκεῖνο λοιπόν πού παθαίνουν στό τραπέζι, αὐτό παθαίνουν καί στά ροῦχα. Ὅταν λοιπόν δεῖ τόν πλούσιο ὁ φτωχός νά φορᾶ πολυτελέστερη στολή, τόν κυριεύει μεγάλη λύπη, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του δυστυχισμένο, ξεστομίζει πολλές κατάρες. Ἐδῶ ὅμως καί αὐτή ἡ στενοχώρια ἐξαφανίζεται, γιατί ἕνα εἶναι τό ἔνδυμα τῆς σωτηρίας γιά ὅλους. Καί φωνάζει ὁ Παῦλος λέγοντας: «Ὅσοι βαπτισθήκατε στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ντυθήκατε τό Χριστό» (Γαλ. 3, 27).
Ἄς μήν προσβάλλουμε λοιπόν αὐτήν τήν ἑορτή, σᾶς παρακαλῶ, ἀλλά ἄς ἀποκτήσουμε φρόνημα ἄξιο ἐκείνων πού μᾶς δώρησε ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἄς μήν παραδοθοῦμε στή μέθη καί στήν πολυφαγία, ἀλλ᾿, ἀφοῦ κατανοήσουμε τή γενναιοδωρία τοῦ Κυρίου μας, καί ὅτι τίμησε τό ἴδιο καί τούς πλούσιους καί τούς φτωχούς καί τούς δούλους καί τούς ἐλεύθερους, καί ἔστειλε σ᾿ ὅλους τήν ἴδια χάρη, ἄς ἀμείψουμε τόν εὐεργέτη γιά τήν ἀγάπη του πού δείχνει σ᾿ ἐμᾶς. Καί ἀμοιβή ἱκανοποιητική εἶναι συμπεριφορά πού ἀρέσει σ᾿ Αὐτόν καί ψυχή νηφάλια καί ἄγρυπνη. Αὐτή ἡ ἑορτή καί πανήγυρη δέ χρειάζεται χρήματα, οὔτε ἔξοδα, ἀλλά διάθεση μόνο καί καθαρή σκέψη. Τίποτε τό ὑλικό δέν μποροῦμε νά ὠφεληθοῦμε ἐδῶ, ἀλλ᾿ ὅλα τά πνευματικά, τήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τίς εὐχές τῶν πατέρων, τίς εὐλογίες τῶν ἱερέων, τήν κοινωνία τῶν θείων καί ἀπόρρητων μυστηρίων, τήν εἰρήνη καί τήν ὁμόνοια, καί δῶρα πνευματικά καί ἄξια τῆς γενναιοδωρίας ἐκείνου πού τά δωρίζει. Ἄς ἑορτάσουμε λοιπόν τήν ἑορτή αὐτή κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος. Γιατί ἀναστήθηκε καί ἀνέστησε μαζί του τήν οἰκουμένη. Καί αὐτός βέβαια ἀναστήθηκε, ἀφοῦ ἔσπασε τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐμᾶς ὅμως μᾶς ἀνέστησε ἀφοῦ διέλυσε τούς σωρούς τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἁμάρτησε ὁ Ἀδάμ καί πέθανε, δέν ἁμάρτησε ὁ Χριστός καί πέθανε. Καινούριο καί παράδοξο πράγμα. Ἐκεῖνος ἁμάρτησε καί πέθανε, αὐτός δέν ἁμάρτησε καί πέθανε. Γιά ποιό λόγο καί γιά ποιό σκοπό; Γιά νά μπορέσει ἐκεῖνος πού ἁμάρτησε καί πέθανε νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά δεσμά τοῦ θανάτου μέ τή βοήθεια ἐκείνου πού δέν ἁμάρτησε καί πέθανε. Ἔτσι γίνεται πολλές φορές καί σ᾿ ἐκείνους πού ὀφείλουν χρήματα. Ὀφείλει κάποιος χρήματα σέ κάποιον καί δέν μπορεῖ νά τά ἐπιστρέψει, καί γι᾿ αὐτό φυλακίζεται. Κάποιος ἄλλος πού δέν ὀφείλει, ἀλλά πού μπορεῖ νά τά ἐπιστρέψει, ἀφοῦ τά δώσει ἐλευθερώνει τόν ὑπεύθυνο. Ἔτσι ἔγινε καί στόν Ἀδάμ καί στό Χριστό. Χρεωστοῦσε ὁ Ἀδάμ τό θάνατο, καί τόν κρατοῦσε φυλακισμένο ὁ διάβολος. Δέ χρεωστοῦσε ὁ Χριστός, οὔτε τόν κρατοῦσε ὁ διάβολος. Ἦρθε καί κατέθεσε τό θάνατό του γιά χάρη τοῦ φυλακισμένου, μέ σκοπό νά τόν ἐλευθερώσει ἀπό τά δεσμά τοῦ θανάτου. Εἶδες τά κατορθώματα τῆς ἀνάστασης; εἶδες τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου; εἶδες τό μέγεθος τῆς φροντίδας του;
Ἄς μή γινόμαστε λοιπόν ἀχάριστοι πρός αὐτόν τόν τόσο μεγάλο εὐεργέτη, οὔτε ἐπειδή πέρασε ἡ νηστεία νά γίνουμε πιό ἀδιάφοροι. Ἀλλά τώρα ἄς φροντίζουμε τήν ψυχή μας περισσότερο ἀπό προηγουμένως, γιά νά μή γίνει πιό ἀδύνατη, ἐπειδή παχαίνει τό σῶμα μας, γιά νά μή παραμελοῦμε τήν οἰκοδέσποινα φροντίζοντας τή δούλη. Γιατί ποιό εἶναι τό ὄφειλος, πές μου, νά σκάνουμε ἀπό τήν πολυφαγία καί νά ξεπερνᾶμε τό μέτρο; Αὐτό καί τό σῶμα καταστρέφει καί τήν εὐγένεια τῆς ψυχῆς ζημιώνουμε. Ἀλλά ἄς μᾶς ἱκανοποιοῦν τά λίγα καί τά ἀπαραίτητα, γιά νά ξεπληρώσουμε ἐκεῖνο πού πρέπει καί στήν ψυχή καί στό σῶμα, γιά νά μή σκορπίσουμε ἀμέσως ἐκεῖνα πού συγκεντρώσαμε ἀπό τή νηστεία. Μήπως λοιπόν σᾶς ἐμποδίζω νά ἀπολαμβάνετε τά φαγητά καί νά διασκεδάζετε; Δέν ἐμποδίζω αὐτά, ἀλλά συμβουλεύω νά γίνονται τά ἀπαραίτητα, καί νά σταματήσουμε τήν πολλή διασκέδαση καί νά μή καταστρέφουμε τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας ξεπερνώντας τό μέτρο. Γιατί ἐκεῖνος πού ξεπερνᾶ τά ὅρια τῆς ἀνάγκης δέ θά ἀπολαύσει καμιά εὐχαρίστηση, καί τό γνωρίζουν αὐτό πολύ καλά ἐκεῖνοι πού τό δοκίμασαν, ἀφοῦ προξενοῦν ἀπό αὐτό πολλές ἀρρώστιες στόν ἑαυτό τους καί ὑποφέρουν πολλές στενοχώριες. Ἀλλά τό ὅτι θά ὑπακούσετε στίς παραινέσεις μου, δέν ἀμφιβάλλω, γιατί γνωρίζω πόσο ὑπάκουοι εἶστε.
5. Καί γι᾿ αὐτό ἀφοῦ σταματήσω ἐδῶ τίς παραινέσεις γιά τό ζήτημα αὐτό, θέλω νά μεταφέρω τό λόγο πρός αὐτούς πού ἀξιώθηκαν τή λαμπρή αὐτή νύχτα νά πάρουν τή χάρη τοῦ θείου βαπτίσματος, τά καλά αὐτά φυτά τῆς Ἐκκλησίας, τά πνευματικά ἄνθη, τούς νέους στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Προχθές ὁ Κύριος βρισκόταν στό σταυρό, ἀλλά ἀναστήθηκε τώρα. Ἔτσι καί αὐτοί, προχθές τούς κρατοῦσε δούλους ἡ ἁμαρτία, ἀλλά τώρα ἀναστήθηκαν μαζί μέ τό Χριστό. Ἐκεῖνος μέ τό σῶμα του πέθανε καί ἀναστήθηκε, αὐτοί ἦταν μέ τίς ἁμαρτίες τους νεκροί, καί ἀπό τήν ἁμαρτία ἀναστήθηκαν. Ἡ γῆ λοιπόν τήν ἐποχή αὐτή τῆς ἄνοιξης μᾶς προσφέρει τριαντάφυλλα καί μηνεξέδες καί ἄλλα λουλούδια. Τά νερά ὅμως μᾶς παρουσίασαν σήμερα λιβάδι πιό ὄμορφο ἀπό τό τῆς γῆς.
Καί μήν ἀπορήσεις, ἀγαπητέ μου, ἄν βγῆκαν ἀπό τά νερά λιβάδια μέ λουλούδια. Γιατί οὔτε ἡ γῆ ἀπό τήν ἀρχή ἔβγαλε τά εἴδη τῶν φυτῶν γιατί τό ἀπαιτοῦσε ἡ φύση της, ἀλλά γιατί ὑπάκουσε στό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου. Καί τά νερά ὅμως τότε ἔβγαλαν ζῶα μέ ζωή, ἐπειδή ἄκουσαν. «Ἄς βγάλουν τά νερά ἑρπετά ζωντανά» (Γεν. 1, 20). Καί ἡ προσταγή πραγματοποιήθηκε, ἡ ἄψυχη οὐσία ἔβγαλε ζωντανά ζῶα. Ἔτσι καί τώρα ἡ ἴδια προσταγή ἔκαμε τά πάντα. Τότε εἶπε.«Ἄς βγάλουν τά νερά ἑρπετά ζωντανά», τώρα ὅμως δέ ἔβγαλαν ἑρπετά, ἀλλά πνευματικά χαρίσματα. Τότε τά νερά ἔβγαλαν ψάρια χωρίς λογικό, τώρα ὅμως μᾶς γέννησαν ψάρια λογικά καί πνευματικά πού τά ψάρεψαν οἱ ἀπόστολοι. Γιατί λέγει. «Ἀκολουθῆστε με καί θά σᾶς κάνω ἱκανούς νά ψαρεύετε ἀνθρώπους» (Ματθ. 4, 19). Εἶναι ἀλήθεια καινούριος αὐτός ὁ τρόπος ψαρέματος. Γιατί αὐτοί πού ψαρεύουν βγάζουν ἀπό τά νερά τά ψάρια, καί ὅσα ψαρέψουν τά νεκρώνουν. Ἐμεῖς ἀντίθετα τούς ρίχνουμε μέσα στά νερά καί παίρνουν ζωή ἐκεῖνοι πού ψαρεύονται.
Ὑπῆρχε κάποτε καί στούς Ἰουδαίους κολυμβήθρα μέ νερό. Ἀλλά μάθε ποιά δύναμη εἶχε, γιά νά γνωρίσεις καλά τή φτώχεια τῶν Ἰουδαίων καί νά μπορέσεις νά ἀντιληφθεῖς τό δικό μας πλοῦτο. «Κατέβαινε ἐκεῖ», λέγει, «ἕνας ἄγγελος καί τάραζε τό νερό, καί ἐκεῖνος πού θά ἔμπαινε πρῶτος ὕστερα ἀπό τό κούνημα τοῦ νεροῦ, θεραπευόταν» (Ἰω. 5, 4). Κατέβηκε ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων στά νερά τοῦ Ἰορδάνη, καί ἀφοῦ ἁγίασε τά νερά θεράπευσε ὅλη τήν οἰκουμένη. Γι᾿ αὐτό ἐκεῖ ἐκεῖνος πού κατέβαινε ὕστερα ἀπό τόν πρῶτο δέ θεραπευόταν πιά, γιατί στούς Ἰουδαίους ἡ χάρη δινόταν στούς ἄρρωστους, σ᾿ ἐκείνους πού σύρονταν στό ἔδαφος. Ἐδῶ ὅμως ὕστερα ἀπό τόν πρῶτο μπαίνει ὁ δεύτερος, ὕστερα ἀπό τό δεύτερο ὁ τρίτος καί ὁ τέταρτος. Καί ἄν ἀκόμη πεῖς πάρα πολλούς, καί ἄν ἀκόμη ὅλη τήν οἰκουμένη βάλεις μέσα σ᾿ αὐτά τά πνευματικά νερά, δέν ξοδεύεται ἡ χάρη, δέν τελειώνει ἡ δωρεά, δέ μολύνονται τά νερά, δέν ἐλαττώνεται ἡ γενναιοδωρία του.
Εἶδες πόσο μεγάλη εἶναι ἡ δωρεά; Ἀκοῦτε αὐτά ἐσεῖς πού σήμερα καί αὐτή τή νύχτα γίνατε πολίτες στήν ἄνω Ἰερουσαλήμ, καί φυλάξτε τα ὅπως ἀξίζει στίς πολλές δωρεές, γιά ν᾿ ἀποσπάσετε πιό ἄφθονη τή χάρη. Γιατί ἡ εὐγνωμοσύνη γι᾿ αὐτά πού μᾶς ἔδωσε ἤδη προσκαλεῖ τή γενναιοδωρία τοῦ Κυρίου. Δέν ἐπιτρέπεται, ἀγαπητέ, νά ζεῖς ἀδιάφορα στό ἑξῆς, ἀλλά ὅρισε στόν ἑαυτό σου νόμους καί κανόνες, ὥστε νά κάνεις τά πάντα στήν ἐντέλεια καί νά φυλάγεσαι πολύ καί ἀπό ἐκεῖνα πού θεωροῦνται ὅτι εἶναι κακά. Γιατί ὅλη ἡ παρούσα ζωή εἶναι ἀγώνας καί πάλη, καί πρέπει ἐκεῖνοι πού μπαίνουν μιά γιά πάντα στό στάδιο αὐτό τῆς ἀρετῆς νά εἶναι ἐγκρατεῖς σ᾿ ὅλα. «Γιατί καθένας πού ἀγωνίζεται, εἶναι ἐγκρατής σ᾿ ὅλα» (Α´ Κορ. 9, 25). Δέ βλέπεις στούς γυμνικούς ἀγῶνες πῶς φροντίζουν πολύ γιά τόν ἑαυτό τους ἐκεῖνοι πού δέχονται νά παλέψουν μέ ἀνθρώπους, καί μέ πόση ἐγκράτεια κάνουν τήν ἄσκηση τοῦ σώματός τους; Ἔτσι βέβαια καί ἐδῶ πρέπει νά γίνεται. Ἐπειδή ἡ πάλη μας δέν εἶναι μέ ἀνθρώπους, ἀλλά μέ τά πονηρά πνεύματα, καί ἡ ἄσκηση καί ἡ ἐγκράτειά μας ἄς εἶναι πνευματική, ἀφοῦ καί τά ὅπλα μας, πού μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος, εἶναι πνευματικά.
Ἄς ἔχουν λοιπόν καί τά μάτια περιορισμούς καί κανόνες, ὥστε νά μήν πέφτουν χωρίς σκέψη σ᾿ ὅλα πού συναντοῦν. Καί ἡ γλώσσα ἄς ἔχει φράχτη, ὥστε νά μή τρέχει πρίν ἀπό τό νοῦ. Γι᾿ αὐτό λοιπόν καί τά δόντια καί τά χείλη δημιουργήθηκαν γιά τήν προφύλαξη τῆς γλώσσας, γιά νά μή βγεῖ ποτέ χωρίς σκέψη ἀφοῦ ἀνοίξει τίς πόρτες, ἀλλ᾿ ὅταν τακτοποιήσει καλά τά δικά της, τότε μέ κάθε σεμνότητα νά προχωρήσει καί νά προφέρει τέτοια λόγια, γιά νά ὠφελεῖ ἐκείνους πού ἀκούουν καί νά λέγει ἐκεῖνα πού συντελοῦν στήν οἰκοδομή τῶν ἀκροατῶν. Καί πρέπει νά ἀποφεύγει ἐντελῶς τά ἄπρεπα γέλια, νά ἔχει ἤρεμο καί ἥσυχο βάδισμα νά ἔχει σεμνό ντύσιμο, καί γενικά πρέπει νά ρυθμίζει τά πάντα ἐκεῖνος πού διάλεξε τό στάδιο τῆς ἀρετῆς. Γιατί ἡ καλή διαγωγή τῶν ἐξωτερικῶν μας μελῶν εἶναι εἰκόνα τῆς κατάστασης πού ἐπικρατεῖ στήν ψυχή μας.
6. Ἑάν φέρουμε ἀπό τήν ἀρχή τούς ἑαυτούς μας σέ τέτοια συνήθεια, βαδίζοντας στό ἑξῆς μέ εὐκολία τό δρόμο μας, θά κατορθώσουμε ὅλη τήν ἀρετή, καί δέ θά χρειασθοῦμε πολύ κόπο καί θά προσελκύσουμε μεγάλη βοήθεια ἀπό τό Θεό. Ἔτσι λοιπόν θά μπορέσουμε καί τά κύματα τῆς παρούσας ζωῆς νά περάσουμε μέ ἀσφάλεια καί, ἀφοῦ ἐξουδετερώσουμε τίς παγίδες τοῦ διαβόλου, νά ἐπιτύχουμε τά αἰώνια ἀγαθά, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, μαζί μέ τόν ὁποῖο στόν Πατέρα καί συγχρόνως στό ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη, ἡ τιμή, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.   
(Πηγή: imkby.gr)
 http://www.alopsis.gr/alopsis/pasxa3.htm

Η καταχώρηση δημοσιεύτηκε από τον/την hristospanagia5 στην κατηγορία ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΥΡΙΟΥ, ΠΑΣΧΑ, με ετικέτες , , , , .

ΑΝΤΙΗΣΥΧΑΣΤΙΚΟΣ ΜΕΤΑΠΡΑΤΙΣΜΟΣ «Ἡ ἀλλοίωση τῆς ὀρθόδοξης ὁρολογίας συνιστᾶ ἐκκοσμίκευση» (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

ΑΝΤΙΗΣΥΧΑΣΤΙΚΟΣ ΜΕΤΑΠΡΑΤΙΣΜΟΣ «Ἡ ἀλλοίωση τῆς ὀρθόδοξης ὁρολογίας συνιστᾶ ἐκκοσμίκευση» (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

Ἀπόσπασμα ἄρθρου
τοῦ Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
ὑπὸ τὸν τίτλο «Πρόσωπο καί ἄτομο»

Περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΙΣ», ἀρ. τ. 211

ΕΙΣ. ΣΧ. «ΧΡ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.»: Καίριες ἐπισημάνσεις. Κυριολεκτικῶς σῆμα κινδύνου γιὰ τὸν ἐπελαύνοντα (ὑπούλως) ἀντιησυχασμό.

.         […] Ἡ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου μέ τήν ἔννοια τῆς ἀγάπης, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς αἰώνιας μοναδικότητας τῆς ὕπαρξης φαίνεται ὡς σαγηνευτική πού προκαλεῖ τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, ἀλλά ἐνέχει πολλούς κινδύνους στό νά ὑπονομευθῆ ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν ἐπικρατήση μιά τέτοια ἀντίληψη, τότε ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐλευθερία θά συνδέεται μέ τό πρόσωπο, ὁπότε κάθε πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος θά ἔχει ἰδιαίτερη ἀγάπη καί ἐλευθερία, καθώς ἐπίσης θά ταυτίζεται τό ἄκτιστο μέ τό κτιστό, θά συγχέεται ἡ τριαδολογία μέ τήν ἀνθρωπολογία, θά ἀποδίδονται στόν Θεό καταστάσεις πού συμβαίνουν στούς ἀνθρώπους, θά ἀποσυνδέεται ἡ θέληση ἀπό τήν φύση καί πολλά ἄλλα. Αὐτό συνιστᾶ ἀλλοτρίωση τοῦ θεολογικοῦ λόγου.
.        Ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι ἡ μετάβαση τῆς σύγχρονης θεολογίας ἀπό τήν θεολογική ἔννοια τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ ἀνθρώπου, στήν ὁρολογία τοῦ προσώπου καί τοῦ ἀτόμου γίνεται γιά δύο βασικούς λόγους.

.         Ὁ πρῶτος λόγος εἶναι γιά νά δοθῆ μιά νέα ἑρμηνεία περί τοῦ ἀνθρώπου καί στήν πραγματικότητα γιά νά ὑπονομευθῆ ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν πορεία πρός τήν θέωση, πού γίνεται μέ τήν πρακτική φιλοσοφία, τήν φυσική θεωρία καί τήν μυστική θεολογία, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή ἤ κατ’ ἄλλη ἑρμηνεία ἀπό τήν πράξη στήν θεωρία μέ τήν μέθεξη τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καί θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Πράγματι, ὅσοι κάνουν λόγο γιά πρόσωπο καί ἄτομο στόν ἄνθρωπο ἀποφεύγουν νά ἀναφέρονται στήν διδασκαλία τῶν Πατέρων γιά κάθαρση, φωτισμό καί θέωση, τήν ὁποία θεωροῦν ὡς νεοπλατωνισμό, καί στήν πράξη εἶναι ἀντιησυχαστές καί ἀντίθετοι σέ ὅλη τήν ἀσκητική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
.         Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί κάνουν λόγο γιά τήν συμμετοχή στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ὑπονομεύουν τήν φιλοκαλική ζωή. Αὐτό εἶναι βαρύτατο σφάλμα. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἐπισημαίνει: «ἐάν δέ ἐν τῷ φωτί περιπατῶμεν, ὡς αὐτός ἐστιν ἐν τῷ φωτί, κοινωνίαν ἔχομεν μετ᾿ ἀλλήλων, καί τό αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α´ Ἰω. α´, 7). Τό πνευματικό νόημα εἶναι σαφέστατο. Ὁ Χριστός εἶναι μέσα στό Φῶς, εἶναι Φῶς ἄκτιστο, πού εἶναι τό Φῶς τῆς θεοπτίας, καί ὅσοι περιπατοῦν μέσα σέ αὐτό τό Φῶς, ἔχουν κοινωνία μεταξύ τους, καί βεβαίως καθαρίζονται ἀπό κάθε ἁμαρτία, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία εἶναι στέρηση τοῦ Φωτός καί ὅσοι μετέχουν τοῦ Φωτός ἐλευθερώνονται ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἔτσι, δέν πρόκειται γιά κάποια ἀφηρημένη «κοινωνία προσώπων», γιά κάποια συγχώρηση ἀπό ἐνοχές, γιά μιά τυπική μετοχή στήν θεία Κοινωνία, ἀλλά γιά κοινωνία μέ τόν Χριστό καί τούς ἀνθρώπους ἐν τῷ Φωτί.
.         Ὁ δεύτερος λόγος γιά τόν ὁποῖο γίνεται πολύς λόγος σήμερα γιά πρόσωπο καί ἄτομο στόν ἄνθρωπο καί ὄχι γιά κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση εἶναι ἡ μετάβαση ἀπό τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας στήν κοινωνιολογία καί ἠθικολογία, στά λεγόμενα ἀνθρώπινα δικαιώματα. Βεβαίως, πρέπει νά σεβόμαστε τά ἀνθρώπινα δικαιώματα τῶν ἄλλων, ἀλλά δέν εἶναι δυνατόν ὁ θεολογικός καί ἐκκλησιαστικός λόγος νά μετατρέπεται σέ κοινωνιολογικό λόγο καί νά ἐκκοσμικεύεται. Τά ἀνθρώπινα δικαιώματα εἶναι σεβαστά γιά νά ὑπάρχουν μερικά βασικά στηρίγματα στήν κοινωνία, ὥστε νά μή γίνη ζούγκλα. Ὅμως, ὁ Χριστιανός ἀποβλέπει σέ μιά ἄλλη ζωή, θυσιάζει ὅλα τά δικά του ἀτομικά δικαιώματα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τό νά στηρίζεται κανείς στήν ἱκανοποίηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἶναι ἕνας πνευματικός θάνατος.
.               Στήν Ἐκκλησία διδασκόμαστε καί τό λέμε θριαμβευτικά στήν δοξολογία: «Εὐλογητός εἶ Κύριε δίδαξόν με τά δικαιώματά Σου, εὐλογητός εἶ Δέσποτα συνέτισόν με τά δικαιώματά Σου, εὐλογητός εἶ Ἅγιε φώτισόν με τοῖς δικαιώμασί Σου». Ὁ Χριστιανός ἀγωνίζεται στήν ζωή του συνεχῶς γιά νά διαφυλάξη τά δικαιώματα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι νά ἱκανοποιῆ τά δικά του δικαιώματα. Δυστυχῶς, ἡ πλειονότητα τῶν Χριστιανῶν τό «Σου» τό μετέτρεψε σέ «Μου», δηλαδή ζῆ καί προσεύχεται μέ τήν προσευχή «δίδαξόν με τά δικαιώματά Μου».
.         Ὅταν γινόμαστε Χριστιανοί, καί κυρίως ὅταν γινόμαστε μοναχοί καί Κληρικοί ἀπεκδυόμαστε ὅλα τά ἀτομικά μας δικαιώματα καί ὑποτασσόμαστε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στηρίζουμε τήν ζωή μας στήν ὑπακοή, στήν ἐπιθυμία νά φθάσουμε ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωση καί ὄχι στήν ἱκανοποίηση τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων.
.         Ὅλα τά ἀνωτέρω δείχνουν ὅτι ὡς Κληρικοί, θεολόγοι μοναχοί καί Χριστιανοί πρέπει νά ὁμιλοῦμε γιά ἀνθρωπολογικά θέματα μέσα ἀπό τούς βιβλικοπατερικούς λόγους «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση» καί ὄχι μέ τούς σχολαστικούς, φιλοσοφικούς ὅρους πρόσωπο καί ἄτομο, προσωπικότητα καί ἀτομικότητα. Ἡ ἀλλοίωση τῆς ὀρθόδοξης ὁρολογίας συνιστᾶ ἀλλοίωση τοῦ στόχου τοῦ ἀνθρώπου, πού συνιστᾶ ἐκκοσμίκευση. Ἐπί τέλους δέν πρέπει νά παρασυρόμαστε ἀπό μερικούς «μεταπράτες» πού μεταφέρουν κάποια ἄλλη παράδοση στήν καρδιά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἔτσι νά συντελοῦμε καί ἐμεῖς στήν ὑπονόμευση τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας καί ζωῆς.

.         Ἑπομένως, ἄν θέλουμε νά βρισκόμαστε μέσα στήν ἐκκλησιαστική παράδοση δέν πρέπει νά κάνουμε λόγο γιά τόν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο καί ἄτομο, ἀλλά ὡς κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση Θεοῦ, γιατί αὐτό συντονίζεται στήν ὅλη ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ὀρθόδοξη ποιμαντική.

Λέγε ἀκατάπαυστα τήν εὐχή “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με” μέ τή γλῶσσα καί μέ τόν νοῦ.


Λέγε ἀκατάπαυστα τήν εὐχή “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με” μέ τή γλῶσσα καί μέ τόν νοῦ.

Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου.<br /><br />
Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα.<br /><br />
 (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου.
Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη.
Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα. 
(Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
http://talantoblog.blogspot.gr/2014/04/blog-post_9348.html

Γέροντας Ἰωσήφ Ἡσυχαστής: Πρός νέον ἐρωτήσαντα περί τῆς «εὐχῆς»

Γέροντας Ἰωσήφ Ἡσυχαστής: Πρός νέον ἐρωτήσαντα περί τῆς «εὐχῆς»

Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ μου, εύχομαι να είσαι καλά. Εσήμερον έγινα κάτοχος της επιστολής σου και σε δίδω απάντησιν εις όσα μου γράφεις. Αι πληροφορίες, όπου ζητείς, δεν απαιτούσι καιρόν και κόπον δια να σκεφθώ να σε απαντήσω. Η νοερά προσευχή εις εμένα είναι όπως η τέχνη του καθενός, καθότι εργάζομαι αυτήν τριανταέξ και επέκεινα χρόνια. Όταν εγώ ήλθα στο Άγιον Όρος, εζήτησα απ’ ευθείας τους ερημίτας, οπού εργάζονται την προσευχήν. Τότε υπήρχαν πολλοί – πριν σαράντα χρόνια – οπού είχαν ζωή μέσα τους. Άνθρωποι αρετής. Γεροντάκια παλαιά. Από αυτούς εκάναμε Γέροντα και τους είχαμεν οδηγούς. Λοιπόν η πράξις της νοεράς προσευχής είναι να βιάσης τον εαυτόν σου να λέγης συνεχώς την ευχήν με το στόμα, αδιαλείπτως. Εις την αρχήν γρήγορα· να μην «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όταν αυτό πολυχρονίση, το συνηθίζει ο νους και το λεγει. Και γλυκαίνεσαι ωσάν να έχης μέλι στο στόμα σου. Και θέλεις όλο να το λέγης. “Αν το αφήνης, στενοχωρείσαι πολύ.
Όταν το συνηθίση ο νους και χορτάση -το μάθη καλά – τότε το στέλνει εις την καρδίαν. Επειδή ο νους είναι ο τροφοδότης της ψυχής και ό,τι καλόν ή πονηρόν ίδη ή ακούση η δουλειά του είναι να το κατεβάση εις την καρδιαν, οπού είναι το κέντρον της πνευματικης και σωματικής δυνάμεως του ανθρώπου, ο θρόνος του νου· λοιπόν, όταν ο ευχόμενος κρατάη τον νουν του να μην φαντάζεται τίποτε, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής, τότε αναπνέοντας ελαφρά με κάποιαν βίαν και θέλησιν εδικήν του τον κατεβάζει εις την καρδίαν και τον κρατεί μέσα δίκην κλεισούρας, και λέγει με ρυθμόν την ευχήν: – Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με! Εις την αρχήν λέγει μερικές φορές την ευχήν και παίρνει μιαν αναπνοήν. Κατόπιν, όταν συνηθίση να στέκη ο νους εις την καρδίαν, λέγει εις κάθε αναπνοήν μιαν ευχήν. «Κύριε Ιησού Χριστέ»: εμβαίνει η αναπνοή, «ελέησόν με»: εβγαίνει. Αυτό γίνεται μέχρις ότου επισκιάση και αρχίση να ενεργή η χάρις μέσα εις την ψυχήν μετά πλέον είναι θεωρία. Λοιπόν παντού λέγεται η ευχή· και καθήμενος και στο κρεβάτι και περιπατώντας και όρθιος.  «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε», λέγει ο Απόστολος. Δεν πρόκειται όμως μόνον όταν πλαγιάζης να προσεύχεσαι. Θέλει αγώνα «όρθιος-καθήμενος». Όταν κουράζεσαι, κάθεσαι. Και πάλιν όρθιος. Να μη σε πιάνη ο ύπνος. Αυτά λέγονται «πράξις». Δεικνύεις την προαίρεσίν σου εις τον Θεόν το δε παν έγκειται εις Αυτόν, εάν σου δώση. Ο Θεός είναι η αρχή και το τέλος. Η χάρις Του ενεργεί όλα. Αυτή είναι η κινητήριος δύναμις. Το δε πως γίνεται, πως ενεργείται η αγάπη, είναι να φυλάξης τας εντολάς. “Όταν εσύ εγείρεσαι την νύκτα και προσεύχεσαι· όταν βλέπης τον ασθενή και τον συμπαθής· την χήραν και τα ορφανά, τους γέροντας και τους ελεής, τότε σε αγαπά ο Θεός. Και τότε και συ τον αγαπάς. Εκείνος πρώτον αγαπά και εκχέει την χάριν Του. Και ημείς τα ίδια εκ των ιδίων, «τα σα εκ των σων» αποδίδομεν. Εάν λοιπόν ζητής να τον εύρης μόνον δια της «ευχής», μη βγάλης πνοήν χωρίς την ευχήν. Πρόσεχε μόνον να μη δέχεσαι φαντασίες. Διότι το Θείον είναι ανείδεον, αφάνταστον, αχρωμάτιστον είναι υπερτέλειον. Δεν δέχεται συλλογισμούς. Ενεργεί ως αύρα λεπτή εν ταις διανοίαις ημών. Η κατάνυξις έρχεται, όταν σκέπτεσαι πόσον ελύπησες τον Θεόν. Όπου Εκείνος είναι τόσον καλός, τόσον γλυκύς, τόσον ελεήμων, αγαθός, όλος γεμάτος αγάπη. Όπου εσταυρώθη και όλα τα έπαθεν δι’ ημάς. Αυτά και άλλα όπου έπαθεν ο Κύριος, όταν μελετάς, σου φέρνουν κατάνυξιν. Λοιπόν, εάν ημπορέσης να λέγης την ευχήν εκφώνως και αδιαλείπτως, σε δυο-τρεις μήνες την συνηθίζεις. Και επισκιάζει η χάρις και σε δροσίζει. Μόνον να την λέγης εκφώνως, χωρίς διακοπήν. Και όταν την παραλάβη ο νους, τότε θα ξεκουρασθής με την γλώσσαν να την λέγης. Και πάλιν, όταν την αφήνη ο νους, αρχίζει η γλώσσα. “Όλη η βία χρειάζεται εις την γλώσσαν, έως ότου να συνηθίσης εις την αρχήν κατόπιν, όλα της ζωής σου τα έτη, θα την λέγη ο νους χωρίς κόπων. Όταν έλθης, ως λέγεις, εις το Άγιον Όρος, να έλθης να μας ιδής. ‘Αλλά τότε θα ομιλήσωμεν άλλα πράγματα. Δεν θα σου μείνη καιρός δια την ευχήν. Την ευχήν αυτού θα την βρεις, όπου θα είναι ήσυχον το μυαλό σου. Εδώ όπου θα γυρίζης στα Μοναστήρια αλλού θα περισπάται ο νους σου, εις εκείνα οπού θα ακούς και θα βλέπης. Εγώ είμαι βέβαιος ότι θα την ‘βρης την “ευχή”. Μην αμφιβάλλης. Μόνον κτύπα ευθέως εις την θύραν του θείου ελέους και πάντως ο Χριστός θα σου ανοίξη· είναι αδύνατον. Αγάπησε τον πολύ, δια να λάβης πολύ. Εις την αγάπην Του, πολλήν ή ολίγην, έγκειται η δόσις, πολύ ή ολίγον. http://www.pemptousia.gr
 http://agathan.wordpress.com/