Ορθοδοξία.Ο πνευματικός θησαυρός της Ελλάδος
Το πρώτο γνώρισμα της Ορθοδοξίας, το πρώτο βασικό χαρακτηριστικό της είναι η πίστη στο Θεό. Ποιο Θεό όμως; Το θεό του Ισλάμ, το θεό του Ισραήλ, το θεό των Μασόνων, το θεό των διαφόρων θρησκειών, το θεό όπως τον φαντάζεται ο κάθε άνθρωπος και λέγει υπάρχει το θείο, υπάρχει κάτι, υπάρχει μια ανώτερη δύναμη; Όχι.
Ο Θεός της Ορθοδοξίας είναι ο Τριαδικός Θεός, ο αληθινός Θεός, ο μόνος που λυτρώνει τον άνθρωπο. Πατήρ-Υιός-Άγιο Πνεύμα. Και ο Υιός, ο ένας της Τριάδος, μας αποκαλύπτει η Γραφή και μας παραδίδει η ιστορία, ενσαρκώθηκε, προσέλαβε το ημέτερο φύραμα, το θεράπευσε και το ζωοποίησε εις τον αιώνα, αφού «το απρόσληπτον αθεράπευτον» λένε οι πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο Υιός είναι ο Μεσσίας ή Χριστός, αυτός δηλαδή που έχει το χρίσμα και την αποστολή να ενανθρωπήσει, να καταστεί Θεάνθρωπος και να σώσει τον άνθρωπο. Είναι με την ενανθρώπησή του ο απόγονος της Εύας, που θα συντρίψει τον σατανά. Είναι, ως άνθρωπος, ο νέος Αδάμ, που με την υπακοή του θα ξαναδείξει το δρόμο της σωτηρίας προς τον άνθρωπο.
«Και ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία· ουδέ γαρ όνομα έστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πραξ.4,12) μας αποκαλύπτει ο θεόπνευστος απόστολος Πέτρος. Κανείς άλλος εκτός του Χριστού δεν μπορεί να οδηγήσει στη θεογνωσία, στην αληθινή ένωση του ανθρώπου με το Θεό, του κτιστού μετά του Ακτίστου.
Καμμία λοιπόν σχέση δεν έχει ο Θεός της Ορθοδοξίας με το θεό των άλλων θρησκειών, ακόμη και αυτών των μονοθεϊστικών. Κανένα κοινό σημείο, κανένα σημείο επαφής. Οι άλλες θρησκείες αρνούνται την Τριαδικότητα του Θεού, την ενανθρώπηση του Υιού, το Θεανθρώπινο πρόσωπο του Σωτήρος μας. Ματαιοπονούν όσοι κάνουν συνέδρια με τις άλλες μονοθεϊστικές και άλλες θρησκείες. Τα είδωλα των εθνών και των διαφόρων ανθρώπων είναι δαιμόνια σύμφωνα με τη Γραφή ή δημιουργήματα του πεπτωκότος ανθρώπου.
Η πίστη η αληθινή είναι αποκάλυψη του αληθινού Θεού στον άνθρωπο και όχι ανακάλυψη του πεπτωκότος ανθρώπου. Ο ίδιος ο Θεός αποκάλυψε τον εαυτό του και το θέλημά του μέσω των εμφανίσεών του σε εκλεκτούς ανθρώπους και μέσω των θείων Γραφών. Ήταν αδύνατο ο άνθρωπος ν’ ανακαλύψει το Θεό· ν’ ανακαλύψει το κτίσμα τον Κτίστη του. Τώρα οι άνθρωποι, που δεν δέχθηκαν την αποκάλυψη του Θεού, ούτε τους απεσταλμένους του, ούτε τις Γραφές του, δημιούργησαν τις διάφορες θρησκείες. Τι σχέση μπορεί να έχει η πίστη μας μ’ αυτές;
Λοιπόν ο Θεός παρέδωσε την αλήθεια του στους ανθρώπους και αυτή η παράδοση είναι ορθή δόξα περί του Θεού. «Οι προφήται ως είδον, οι απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν…» λέγει το Συνοδικό της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό Ορθοδοξία και Παράδοση αλληλοπεριχωρούνται και αλληλοεξαρτώνται. Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία της Παραδόσεως. Έτσι η παράδοση είναι το βασικό και πρωταρχικό και θεμελιώδες γνώρισμα της Ορθοδοξίας.
Β΄. Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ορθοδοξία είναι η αρχική παράδοση. Ορθοδοξία θα πη ορθόδοξη πίστη. Αυτή όμως η ορθή πίστη παρεδόθη, όπως προαναφέραμε, από το Θεό στους προφήτες και τους αποστόλους. Λέγει χαρακτηριστικά ο Παύλος· «Εγώ παρέλαβον από του Κυρίου ό και παρέδωκα υμίν» (Α΄ Κορ.11,23). Και άλλού πάλι λέγει «παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις ό και παρέλαβον» (Α΄ Κορ.15,3). Και μετά οι απόστολοι την «άπαξ παραδοθείσαν πίστιν» (Ιουδ. 3) όπως την ονομάζει ο Ιούδας ο αδελφόθεος, την παρέδωσαν στους μαθητές τους.
Έτσι ο Λουκάς στο προοίμιο του ευαγγελίου του λέγει ότι φροντίδα αυτών που γράφουν τα ευαγγέλια ήταν να γράφουν «καθώς παρέδοσαν υμίν οι απ’ αρχής αυτόπται και υπηρέται γενόμενοι του λόγου» (Λκ. 1,2). Και οι μαθητές στους αποστολικούς πατέρες κ.ο.κ. Γι’ αυτό ο Μ. Αθανάσιος προσδιορίζει ως ορθή πίστη, «ήν μεν Κύριος έδωκεν, οι δε απόστολοι εκήρυξαν, και οι πατέρες εφύλαξαν»1. Έτσι αυτός που μένει πιστός στην παράδοση παραμένει εντός της Ορθοδοξίας· αυτός όμως που απομακρύνεται από την παράδοση καθίσταται αυτόχρημα αιρετικός. Ο Πέτρος γράφει ότι το θανάσιμο παράπτωμα των αιρετικών ήταν ότι απομακρύνθηκαν «εκ της παραδοθείσης αυτοίς αγίας εντολής» (Α΄ Πετρ. 2,21).
Ορθόδοξο, λοιπόν, αυτό που παραδόθηκε αρχικά άπαξ δια παντός. Οι μετέπειτα αιώνες δεν προσέθεσαν τίποτα στην αρχική πίστι της Εκκλησίας. Αύτη υπήρξε αυτάρκης εξ αρχής. Τέλεια και αιώνια. Κι αυτές οι οικουμενικές σύνοδοι και οι μεγάλοι πατέρες δεν δημιούργησαν, αλλ’ ερμήνευσαν την ιερά παράδοση.
Γι’ αυτό στο περίφημο Συνοδικό2 της Ζ΄ οικουμενικής συνόδου διαβάζουμε· «Οι προφήται ως είδον, οι απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν…». Στον δε «όρον της πίστεως»3 της ίδιας συνόδου οι πατέρες προσδιορίζουν το έργο της Ζ΄ Οικ. Συνόδου ως εξής· «… Όπως η ένθεος παράδοσις της Καθολικής Εκκλησίας κοινή ψήφω απελάβη το κύρος. Μετά πάσης τοίνων ακριβείας ερευνήσαντές τε και διασκεψάμενοι, και τω σκοπώ της αληθείας ακολουθήσαντες, ουδέν αφαιρούμεν, ουδέν προστίθεμεν, αλλά πάντα τα της Καθολικής Εκκλησίας αμείωτα διαφυλάττομεν…». Επίσης στην δ΄ συνεδρίαση της ιδίας συνόδου διατυπούνται τα εξής· «Ημείς δε κατά πάντα των αυτών Θεοφόρων πατέρων υμών τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδιά μηδέν προστιθέντες, μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν· αλλά τούτοις βεβαιούμεθα τούτοις στηριζόμεθα· ούτως ομολογούμεν, ούτως διδάσκομεν καθώς αι άγιαι και οικουμενικαί εξ σύνοδοι ώρισαν και εβεβαίωσαν»4. Και η υμνογραφία της εορτής συμπληρώνει: «θεσμούς Εκκλησίας πατρικούς διαφυλάττοντες, εικόνας γράφομεν και ασπαζόμεθα στόμασι και καρδία και θελήματι…»5.
Οι παπικοί στο διάβα των αιώνων προσέθεσαν νέα δόγματα όπως του παπικού πρωτείου και αλαθήτου, του Filioque, της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, τα οποία δεν έχουν κανένα έρεισμα στην αρχαία παράδοση.
Οι προτεστάντες μη δεχόμενοι καμμία ανωτέρα αυθεντία εκτός από τον ορθό λόγο, έφθασαν ν’ αρνηθούν αρχαία δόγματα όπως της αειπαρθενίας της Θεοτόκου και μερικοί θεολόγοι τους καταντήσαν να κηρύττουν το ψευδές δήθεν της αναστάσεως του Χριστού ή ακόμη και το θάνατο του Θεού.
Ενώ η ορθοδοξία καυχάται ότι κράτησε αμετάβλητο το δόγμα. Όχι μόνο δεν έχει complex απέναντι στον ορθολογισμό, αλλ’ αντιθέτως σεμνύνεται γιατί η πίστη της αναπληρώνει το χώρο εκείνο στον οποίο ο ορθός λόγος δεν μπορεί να εισχωρήσει. Η πίστη της αγγίζει τα μυστήρια και τα θαυμάσια του Θεού που δεν μπορεί η ανθρώπινη γνώση να πλησιάσει. Αυτά «εσφράγισται τοις ερευνώσι· πεφανέρωται δε τα θαύματα τοις προσκυνούσιν εν πίστει το μυστήριον»7.
Αυτή τη στάση κρατώντας η Ορθοδοξία είναι κολλημένη σαν στρείδι πάνω στην «άπαξ παραδοθείσαν τοίς αγίοις πίστιν». Λέγει ξένος θεολόγος· «Εάν επιθυμούμε να βρούμε δογματική πίστη και συντηρητική παράδοση στην πιο τέλεια έκφραση, οφείλουμε να μεταβούμε όχι στην εκκλησία που αυτοκαλείται καθολική χωρίς να είναι, αλλ’ στην Εκκλησία που θα προτιμούσε να πεθάνει μάλλον, παρά να υποχωρήσει ποτέ, ακόμη και στο ελάχιστο σημείο που παράλαβε από τη Γραφή και τις συνόδους8.
Και συμπληρώνει ο πολυγραφώτατος και γλαφυρώτατος πρωτοπρεσβύτερος Κ. Καλλίνικος στο γνωστό του ύφος· «Επιθυμείτε να ενοήσετε την στοργήν, μεθ’ ής είνε προσκεκολλημένη αύτη είς την άπαξ παραδοθείσαν τοίς αγίοις πίστιν; Ο Τούρκος έκρουσε τας πύλας της βασιλίδος των πόλεων. Ο Πάπας αγέρωχος προσεκάλει από την Δύσιν είς υποταγήν τους ημετέρους. Ας συλλειτουργηθούν Λατίνοι και Ανατολικοί εν τη αγία Σοφία, ας μνημονευθή ο Πάπας ως υπέρτατος ποντίφηξ και απόλυτος του Χριστού βικάριος, ας γείνουν δεκταί υπό της Ανατολής, όλαι αι καινοτομίαι της καταστρηνιασάσης Ρώμης, και τότε ο Πάπας θα συγκατανεύση να πέμψη στρατιωτικήν βοήθειαν, διά να μη υποδουλωθή από την ημισέληνον ο Σταυρός. Αλλά τι πανταχόθεν των ρυμών της λιποψυχούσης πόλεως ακούεται; «Κρειττότερον φακιόλιον τουρκικόν παρά τιάρα λατινική». Τόσον απηχθάνοντο οι προπάτορές μας την νόθευσιν της Ορθοδοξίας ως και του Τουρκικού ζυγού απαισιωτέραν!»9.
Γ΄. Η ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΘΕΟ
Γνώρισμα λοιπόν της Ορθοδοξίας ο αληθινός Θεός, ο μόνος Θεός. Αλλά δεν αρκεί η θεωρητική μόνο παραδοχή και πίστη σ’ αυτόν, «αφού και τας δαιμόνια πιστεύουσιν και φρίσσουσιν» (Ιακ. 2,19), αλλά χρειάζεται και η υποταγή στο θέλημά του, στο φρόνημά του, σ’ ό,τι αυτός αποκαλύπτει στον άνθρωπο. Θα δούμε σε τι συνίσταται το θέλημα του Θεού σε τρεις ενότητες.
α΄) Η «εθελοθρησκεία».
Ο απόστολος Παύλος μας μιλά για κάποιους ανθρώπους, που έχουν μία εντελώς προσωπική θρησκεία, την εθελοθρησκεία (Κολ. 2,23). Είναι η θρησκεία του θελήματός τους, του πιστεύω τους, των προσωπικών δοξασιών τους και παθών τους. Αυτή η θρησκεία είναι τόσο παλιά όσο και ο άνθρωπος. Ο Αδάμ και η Εύα σ’ αυτή τη θρησκεία πίστευαν. Τους είπε ο Θεός· «Από όλα τα δένδρα του παραδείσου μπορείτε να φάτε. Από το δένδρο της γνώσεως όμως απαγορεύεται. Εάν φάτε να ξέρετε θα πεθάνετε». Τους έβαλε ένα γύμνασμα ο Θεός, για να τους εξασκήσει στην υπακοή, την εγκράτεια, την πίστη. Γιατί το έκανε αυτό, αφού προγνώριζε ότι θα ήταν η αιτία της πτώσεως τους; Λένε οι πατέρες της Εκκλησίας ότι, αν ο Θεός δεν έβαζε κάποια άσκηση στον άνθρωπο, αυτός θα σάπιζε· θα εξαχρειωνόταν. Δεν θα έφθανε στη θέωση. Συνεπώς ορθά έπραξε ο Θεός πού έθεσε την εντολή. Εκείνοι που δεν έπραξαν σωστά ήταν οι πρωτόπλαστοι, ο Αδάμ και η Εύα. Να λοιπόν η αξία της υπακοής στο θέλημα του αληθινού Θεού. Να τι ζητά ο αληθινός Θεός από εμάς.
Μετά την πτώση, ο Θεός, θέλοντας να χτυπήσει το φαινόμενο της εθελοθρησκείας -τη τάση δηλαδή του ανθρώπου να νομίζει ότι θα βρει την ευτυχία μόνος του, κάνοντας του κεφαλιού του-, τους εξορίζει από τον παράδεισο, τους αφήνει να γευθούν το θάνατο και το ποικίλο φυσικό κακό και θέτει αμέτρητες εντολές, ζητώντας πολύ περισσότερη υπακοή. Το κάνει αυτό για ν’ αντιληφθούμε· 1ον) ότι πρέπει να δρούμε θεοκεντρικά και όχι ανθρωποκεντρικά 2ον) για να εκτιμήσουμε τι μεγάλος θησαυρός είναι η θέωση, η κατά Θεό και αιώνια ευτυχία, την οποία δεν προσέξαμε καθόλου όταν βρισκόμασταν στον παράδεισο και 3ον) ότι τώρα, μετά την έξοδο από τον παράδεισο, χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη άσκηση, για να μη σαπίσει εντελώς και αιωνίως ο άνθρωπος από την αμαρτία.
Οι εντολές λοιπόν είναι ό,τι το πιο σπουδαίο και πολύτιμο για τον άνθρωπο. Είναι ό,τι οι φτερούγες για τα πουλιά, το έρμα για τα πλοία, οι σιδηροτροχιές για τα τρένα, τα φανάρια της τροχαίας για την κυκλοφορία. Χρειάζονται και για να ξανακερδίσουμε τον χαμένο παράδεισο, αλλά και για να μη γίνει η επίγεια ζωή μας πέρα για πέρα κόλαση. Αν σήμερα οι κοινωνία μας κοντεύει να διαλυθεί εντελώς, είναι, διότι επικρατεί η άποψη για μια εντελώς άναρχη προσωπική ελευθερία. Για μια ασυδοσία, θα λέγαμε, χωρίς κανένα φραγμό, όπου ο καθένας κάνει ό,τι του κατέβει.
Το πόσο σπουδαίες είναι οι εντολές και πόσο μεγάλο πράγμα η υπακοή σ’ αυτές, φαίνεται στο ότι ο Θεός την υπακοή στις εντολές του τη θεωρεί ως τη μεγαλύτερη και ανώτερη θυσία προς αυτόν. Ως το καλύτερο είδος λατρείας.
Δυστυχώς το φαινόμενο της «εθελοθρησκείας» παρατηρείται και σε πολλούς Χριστιανούς.
Τους ακούς να λένε·
«Εγώ δεν πάω στην Εκκλησία, αλλά πάω και ανάβω το κεράκι μου σ’ ένα εκκλησάκι»· ή «περνώ ανάβω το κερί μου και φεύγω».
«Εκκλησιάζομαι αλλά δεν κοινωνώ».
«Δεν χρειάζεται να εξομολογηθώ. Θα τα πω στην εικόνα».
«Για μένα δεν έχει καμμιά αξία η νηστεία. Το φαγητό δεν είναι αμαρτία».
«Είναι θέμα δικό μου αν θα κάνω πολιτικό ή θρησκευτικό γάμο».
Κι όμως ο Θεός απαιτεί απόλυτη και τυφλή υποταγή σε όλα.
1ον) Ζητά να του αφιερώσουμε τους πιο ωραίους και ακατηγόρητους πόθους μας. Ας θυμηθούμε τη θυσία του Αβραάμ όπου ο Θεός ζητά να του θυσιάσει ό,τι πιο πολύτιμο είχε. Το μονογενή του υιό που τον απόκτησε μετά από 25 χρόνια προσευχής και αναμονής!
2ον) Απαιτεί υπακοή στις οδηγίες του και στις οδηγίες των ανθρώπων του, άσχετα αν λογικά εμείς θεωρούμε κάτι άλλο ως σωστό.
Ας θυμηθούμε τον Μωυσή που τον εξέλεξε ενώ ήταν ισχνόφωνος για αρχηγό του Ισραήλ.
Ας θυμηθούμε τον Σύρο αρχιστράτηγο Ναιμάν που ήταν λεπρός και ο Ελισαίος του ζήτησε να λουσθεί επτά φορές στον Ιορδάνη για να θεραπευθεί, ενώ η Συρία είχε τα ποτάμια Αβανά και Φαρφάρ, που ήταν μεγαλύτερα και πιο σπουδαία (Δ΄ Βασ. Ε΄ κεφ.).
3ον) Λέγει· χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα.
Αν δεν φυλάξει ο Κύριος τη πόλη μάταια αγρυπνούν οι φύλακες. Αν ο Κύριος δεν οικοδομήσει οίκο μάταια κοπιάζουν αυτοί που οικοδομούν. Όλα που θέλετε να τα πραγματοποιήσετε στη ζωή σας θα τα κάνετε με την ευλογία μου και την βοήθειά μου. Μη ξανακάνετε το λάθος του Αδάμ και της Εύας, που θέλησαν να ευτυχίσουν και να φθάσουν στη θέωση μόνοι τους.
Θέλετε π.χ. να παντρευτείτε; Τότε θα έρθετε στην Εκκλησία, να πάρετε την ευλογία μου και να ζητήσετε τη συνδρομή μου, για να πετύχετε στο δύσκολο άθλημα της δια βίου εγγάμου συμβιώσεως. Είναι άθλημα ο γάμος, για να γίνετε άγιοι. Δεν είναι για να ικανοποιήσουμε απλώς το γενετήσιο ένστικτο· δεν είναι μόνο για ν’ αποκτήσουμε απογόνους· δεν είναι απλώς για να έχουμε παρέα. Είναι ένα μαρτύριο, μη φοβηθείτε τη λέξη, μέσα από το οποίο φθάνετε στο Θαβώρ. Ας θυμηθούμε την εικόνα της μεταμορφώσεως. Ο Χριστός βρίσκεται ανάμεσα στον Μωυσή που είναι έγγαμος και τον Ηλία που είναι άγαμος. Και οι δύο υπήρξαν θεόπτες, θαυματουργοί, μεγάλοι νηστευτές, άνθρωποι του Θεού με όλη τη σημασία της λέξεως. Να τι είναι η αγαμία και ο γάμος εν Χριστώ. Είναι δύο δρόμοι που οδηγούν στο Θαβώρ. Γι’ αυτό ο Χριστιανός δεν μπορεί να καταφεύγει στον πολιτικό γάμο ή στον συμβολαιογραφικό που πάει να θεσπισθεί τελευταία. Αυτά είναι ανθρωποκεντρικά τερτίπια, γι’ αυτούς που δεν έχουν καμμία σχέση με την Εκκλησία. Αν προχωρήσετε σε πολιτικό ή συμβολαιογραφικό γάμο τότε δεν μπορείτε να μετέχετε του μυστηρίου της Εκκλησίας, τη θεία κοινωνία.
Θέλετε να έχετε ενότητα και ομόνοια; Δεν θα τη βρείτε μέσα στην παγκοσμιοποίηση που επιδιώκουν τα διεθνή συμφέροντα ούτε στη σχετικοποίηση και στο μινιμαλισμό του δόγματος που επιδιώκει ο οικουμενισμός. Η ενότητα είναι δώρο του Αγίου Πνεύματος (πρβλ Γαλ. 5,22), δώρο της ορθοδοξίας και της ορθοπραξίας των πιστών. Δεν είναι κάτι το ανθρωποκεντρικό αλλά κάτι απόλυτα θεοκεντρικό. Αληθινός δε Θεός είναι ένας και όχι πολλοί και αληθινή πίστη είναι μία ενώ οι άλλες είναι ψεύτικες.
Φωνάζετε για ισότητα και αδελφωσύνη και για να το πετύχετε μιλάτε όλο για τα δικαιώματά σας και προσπαθείτε με κάθε μέσο, ακόμη και το πιο απάνθρωπο και τρομοκρατικό, να τα ικανοποιήσετε. Και ξεχνάτε ότι για να έχουμε αδελφωσύνη πρέπει να υποβαθμίζουμε και να σχετικοποιούμε τα δικαιώματά μας, διότι η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής». Έπειτα η Γραφή μας λέγει· «Ευλογητός ει Κύριε δίδαξόν με τα δικαιώματά σου» και όχι τα δικαιώματά μου. Τις μέρες που γιορτάζει η Εκκλησία μας τη μνήμη του αγίου Διονυσίου Αιγίνης (17 Δεκεμβρίου), ο οποίος συγχώρησε, έκρυψε και φυγάδευσε το φονιά του αδελφού του, εμείς κοντέψαμε (το 2008) να καταστρέψουμε ολόκληρη την πατρίδα μας για τον άδικο φόνο ενός νεαρού παιδιού. Και ενώ είμαστε Χριστιανοί και υποσχεθήκαμε στο βάπτισμα ότι συντασσόμαστε με τον Χριστό δεν συγχωρούμε τους εχθρούς μας όπως Εκείνος.
β΄) Η ορθή λατρεία.
Ρώτησε κάποτε ο Νικόλαος Λούβαρις (1885-1961), καθηγητής της θεολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών και υπουργός παιδείας (1936 και 1943-1944), ένα μοναχό αγιορείτη -τον Αβακούμ τον ανυπόδητο- ο οποίος ήξερε όλη την αγία Γραφή απέξω, που η Βίβλος μιλά για πρώτη φορά για την ορθοδοξία και φυσικά για την ορθοπραξία. Και ο Αβακούμ τον απάντησε· «στη θυσία του Κάιν, όταν ο Θεός του λέγει «εάν δεν προσφέρεις ορθά στο Θεό τότε αμαρτάνεις» (Γεν. 4,7).
Από την πρώτη στιγμή, λοιπόν, της ανθρώπινης μεταπτωτικής ιστορίας εμφανίζεται το νόημα της λέξεως ορθοδοξία. Συνδέεται με την λατρεία του ανθρώπου. Εάν δεν προσφέρεις σωστά τα δώρα σου, εάν δεν έχεις ορθή λατρεία όπως τη θέλει ο Θεός, δεν σε δέχεται ο Θεός και σένα και τη λατρεία σου. Ο Θεός ζητά να του δώσουμε όλη τη καρδιά μας, τη σκέψη μας, τη θέλησή μας. Δεν αρκείται στο κεράκι μας και στη τυχόν επίσκεψη σε εκκλησάκι. Ο Θεός ζητά συμμετοχή στο κύριο μυστήριο της Εκκλησίας, στη Θεία Κοινωνία. Αν δε το κάνουμε αυτό δεν σωζόμαστε.
Ο Θεός προσέχει και ζητά πλήρη συμμόρφωση ακόμη και σε λεπτομέρειες της λατρείας. Στην Παλαιά Διαθήκη καθορίζει τη συνταγή που θα κάνουν το μύρο και το θυμίαμα (Εξ. 30,22-38). Απαιτεί πλήρη συμμόρφωση με τις οδηγίες του και απαγορεύει να χρησιμοποιήσουν οι Ιουδαίοι το μύρο αυτό και το θυμίαμα για προσωπική τους χρήση.
Να η σημασία του ορθού δόγματος και της ορθής λατρείας. Να, το ότι όλες θρησκείες δεν οδηγούν στο Θεό ούτε ότι ο Θεός δέχεται τη λατρεία όλων των θρησκειών. Κι αυτό, διότι οι άλλες θρησκείες είναι επινοήσεις του ανθρώπου, κατά τα γούστα του και τα καπρίτσια του· κατά τις φαντασίες του ή τις δαιμονικές επιδράσεις που υφίσταται.
Υπήρχαν έτσι οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων που έτρωγαν, έπιναν, παντρευόταν, εξαπατούσαν ο ένας τον άλλον, τσακωνόταν, μοίχευαν, ζηλοτυπούσαν και γενικά είχαν όλα τα πάθη των ανθρώπων και ήταν κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή τους.
Υπήρχαν οι ανθρωποθυσίες, οι οποίες διασώζονται και σήμερα στη σατανολατρεία και αποτελούν καθαρά δαιμονική επίδραση. Όλα αυτά αντί να εξυψώνουν τον άνθρωπο τον εξαθλίωναν και τον αποκτηνώνανε όλο και περισσότερο. Συνεπώς, όλα αυτά που λέγονται στις μέρες μας περί ορθότητας και αποδοχής όλων των θρησκειών a priori είναι ατόπημα και δεν προσφέρει τίποτα στην πρόοδο του πολιτισμού μας και της ευημερίας μας.
γ΄) Η ορθή ζωή.
Ορθοδοξία λοιπόν η ορθή λατρεία του αληθινού Θεού αλλά και η ορθή ζωή, ή πνευματική ζωή όπως λένε οι πατέρες. Είναι αλληλένδετα και αλληλοπεριχωρούμενα αυτά τα δύο. Αν τα χωρίσεις και κρατήσεις μόνο το ένα, τότε οδηγείσαι στην αίρεση και ο Θεός σε απορρίπτει.
«Ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ω δόλος ουκ έστι» (Ιω. 1,48) είπε ο Χριστός για τον Ναθαναήλ. Δηλαδή αληθινός και σωστός Ισραηλίτης δεν είναι μόνο αυτός που πιστεύει κατά τον Μωυσή και τους προφήτες, αλλά κι αυτός που δεν έχει δόλο. Αυτός που είναι άκακος, απονήρευτος, αγαθός και χαριτωμένος. Μόνο αυτός μπορεί να έχει εμπειρία του αληθινού Θεού.
Λέγει ο Ησαΐας· «Ακούστε το λόγο του Κυρίου οι άρχοντες των Σοδόμων· προσέξτε το νόμο του Θεού ο λαός της Γομμόρας. Τι να το κάνω το πλήθος των θυσιών σας; Είμαι γεμάτος από τα ολοκαυτώματα κριαριών και δεν θέλω το λίπος των αρνιών ούτε το αίμα των ταύρων και των τράγων. Ούτε θέλω να έρχεσθε και να με βλέπετε. Ποιος σας ζήτησε τέτοια πράγματα; Δεν θα σας επιτρέψω να έρχεσθε στο ναό μου. Μάταιο είναι να μου προσφέρετε, για τον τύπο μόνο, θυσία σεμιγδαλιού· σιχαίνομαι δε το θυμίαμά σας. Δεν θα ανεχθώ πλέον τις πρωτομηνιές σας, ούτε τα Σάββατά σας, ούτε τις άλλες γιορτές σας. Τις νηστείες σας και τις αργίες σας και τις πρωτομηνιές σας και τις εορτές σας τα μισεί η ψυχή μου. Σας μπούχτισα· δεν θ’ ανεχθώ πλέον τις αμαρτίες σας. Όταν σηκώνετε τα χέρια σας προς εμένα, θα πάρω τα μάτια μου από σας και εάν πληθύνετε την προσευχή σας δεν πρόκειται να σας ακούσω· διότι τα χέρια σας είναι γεμάτα από αίμα (Ησ. 1, 10-15).
Ας θυμηθούμε και τον Φαρισαίο της γνωστής περικοπής που κι αυτός προσεύχεται στο Θεό μέσα στο ναό των Ιεροσολύμων και αντί να δικαιωθεί και να ευλογηθεί κατακρίνεται και πάει στη κόλαση, γιατί ακριβώς δεν κάνει τη σωστή προσευχή, δεν έχει επίγνωση της αδυναμίας του και είναι γεμάτος εμπάθεια απέναντι στον τελώνη. Αντί να υμνεί το Θεό και να ζητά το έλεος του γι’ αυτόν και για όλους τους ανθρώπους, ακόμη και για τον τελώνη που παρευρίσκεται εκεί, αυτός υμνεί τον εαυτό του, κομπάζει, και επιτίθεται με κακία και περιφρόνηση προς τον τελώνη. Ο τελώνης, χωρίς ν’ αγανακτήσει για τη συμπεριφορά του Φαρισαίου, με υπομονή και ταπείνωση δέεται να τον λυπηθεί ο Θεός. Και ο Θεός δικαιώνει τον αμαρτωλό τελώνη και καταδικάζει τον ενάρετο Φαρισαίο. Να τι σημαίνει ορθό δόγμα αλλά και ορθή ζωή· ορθοδοξία και ορθοπραξία.
Δ΄. Η ΟΡΘΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Ένα τέταρτο σημείο που θα θέλαμε να τονίσουμε είναι ότι η Ορθοδοξία είναι η σωστή θεραπεία. Ο άνθρωπος, λόγω των αμαρτιών των προγόνων του και των προσωπικών του αμαρτιών, είναι άρρωστος. Η Ορθοδοξία του αποκαλύπτει την αρρώστια του και του υποδεικνύει θεραπεία. Είναι ιατρείο η Εκκλησία· δεν διώχνει κανένα, δεν μισεί κανένα, αλλά αποκαλύπτει τα νοσήματα που μας κατατρύχουν και μας δίνει τα φάρμακα.
Τελευταία όμως, ο άνθρωπος, εν ονόματι της ελευθερίας και δήθεν της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της καταργήσεως των περιθωριοποιήσεων, αρχίζει να θεωρεί ως υγεία ότι είναι αρρώστια και θέλει να το προβάλλει ως κάτι το κοινωνικά, πολιτικά και λογικά ορθό. Κι όποιος δεν συμφωνεί μ’ αυτές τις ιδέες θεωρείται ρατσιστής.
Έτσι ζητούν κάποιοι να μη θεωρεί κανείς ότι η ομοφυλοφιλία, π.χ., δεν είναι κάτι το μη σωστό· αντίθετα πιστεύουν ότι είναι μία προσωπική επιλογή και ιδιαιτερότητα και οφείλει το κράτος να προχωρήσει στη νομοθέτηση του «γάμου» των ομοφυλοφίλων και τη δυνατότητα υιοθεσίας παιδιών απ’ αυτούς. Οι πολιτικοί, δια λόγους λαϊκισμού και ψηφοθηρίας, το θεωρούν πολιτικά ορθό το αίτημα και αρχίζουν να το στηρίζουν, για να γίνει και κοινωνικά αποδεκτό. Αυτό όμως είναι τόσο παράλογο όσο αν το κράτος έδινε πιστοποιητικό υγείας σ’ ένα καρκινοπαθή ή σ’ ένα που πάσχει από ανίατη νόσο. Αν συνεχίσει αυτή η μόδα το κράτος πρέπει να θεωρήσει σωστό τη νεκροφιλία, την παιδοφιλία, την αιμομιξία, την κλεπτομανία, τη χρήση ναρκωτικών κ.ο.κ.
Επιτέλους ας συνέλθουμε. Ας δούμε τα θέματα αυτά με νηφαλιότητα αλλά και ευθύνη. Με σύνεση αλλά και ορθότητα. Ας πούμε με παρρησία, χωρίς φόβο ή πάθος, αλλά με «ήρεμο θάρρος» τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη.
Ε΄. Η ΟΡΘΗ ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ
«Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι Εκκλησία της ασκήσεως. Το ασκητικό στοιχείο είναι πολύ έντονο στη παράδοσή της. Δεν είναι τυχαίο το ότι κι αυτή η ονομαστική εορτή της είναι εντεταγμένη -αν και χαρμόσυνη- στην περίοδο της Μ. Σαρακοστής, στην Α΄ Κυριακή των Νηστειών. Δεν είναι τυχαίο ότι στις 11 Μαρτίου του 843, Α΄ Κυριακή των νηστειών και τότε, η ενδημούσα σύνοδος της Κων/πόλεως αναστήλωσε τις εικόνες, δίδοντας έτσι τέλος στην πολιτικοθρησκευτική αναστάτωση της εικονομαχίας (726-843) και οριστικοποιώντας τη νίκη της Ορθοδοξίας εναντίον πασών των αιρέσεων.
»Δεν είναι τυχαίο ότι ο μοναχισμός και ο αναχωρητισμός αποτελεί κατά την μακραίωνη ιστορία της Ορθοδοξίας τα ιδεώδες, του ορθοδόξου. Το ιδεώδες το οποίο διαδέχθηκε το ιδεώδες του μαρτυρίου. Ο μοναχός θεωρείται από την Ορθόδοξη παράδοση ‘τη του πρωτομάρτυρος στρατεία βαδίζων’11, η δε μοναχική πολιτεία θεωρείται ως το φως του κόσμου10. Στα συναξάρια και στην υμνολογία, μετά τους μάρτυρες, τιμώνται οι μοναχοί. Σε πλείστους τόνους υμνείται το ιδεώδες της ασκήσεως, του πολέμου κατά της σαρκός, του πλούτου, της φιληδονίας και της ματαιοδοξίας του κόσμου.
»Αλλά και στη ζωή της Εκκλησίας μας φαίνεται το ασκητικό φρόνημα της. Μεγάλες νηστείες, μακρές ακολουθίες, ορθοστασία, (παλαιότερα καθίσματα δεν υπήρχαν στους ναούς, τα δε ελάχιστα στασίδια ήταν για τους γέρους και τους αρρώστους και δεν έδιδαν, ως γνωστό, τη δυνατότητα αναπαυτικού καθίσματος), αυστηρά επιτίμια. Είναι αδιανόητο για ένα Δυτικό Χριστιανό να νηστεύσει ή να μείνει στην Εκκλησία τρεις ή πέντε ώρες όπως μένουν οι ορθόδοξοι ιδίως κατά τις ακολουθίες της Μ. Εβδομάδος. Είναι αντιθέτως σύνηθες στους διαμαρτυρομένους να κοινωνούν, αφού προηγουμένως έχουν φάγει το πλούσιο πρωινό τους. Οι ρωμαιοκαθολικοί κατήργησαν τελευταία στην Αμερική κι αυτή τη σκιώδη νηστεία της Παρασκευής»12.
Το ασκητικό αυτό όμως πνεύμα συνδυάζεται με το εσχατολογικό πνεύμα της αναμονής, αλλά και της προγεύσεως της χαράς της Βασιλείας του Θεού. Ο Χριστιανός ασκείται και απέχει από τις χαρές του κόσμου, όχι γιατί τον σιχαίνεται ή τον θεωρεί κακό, αλλά γιατί ζη και προσμένει με λαχτάρα τον ερχομό του Χριστού. Τα ξεχνά όλα χάριν του μεγάλου επισκέπτου. Ο σωστός ορθόδοξος Χριστιανός δεν έχει νοσηρό φόβο ούτε παραλύει από την αγωνία, όταν σκέφτεται, συζητά, ή εντρυφά για τον ερχομό του Χριστού και την Β΄ Παρουσία του. Ακούει την υπόσχεση του Χριστού «ναι έρχομαι ταχύ» και απαντά «ναι έρχου Κύριε Ιησού».
Το συνδυασμό αυτόν του ασκητικού και του εσχατολογικού ιδεώδους τον παρουσιάζει πολύ ωραία ένα κείμενο του β΄ αιώνος ή προς Διόγνητον Επιστολή. Οι Χριστιανοί λέγει· «πατρίδας οικούσιν ιδίας, αλλ’ ως πάροικοι· μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πανθ’ υπομένουσιν ως ξένοι· πάσα ξένη πατρίς αυτών και πάσα πατρίς ξένη… Εν σαρκί τυγχάνουσιν, αλλ’ ού κατά σάρκα ζώσιν. Επί γης διατρίβουσιν, αλλ’ έν ουρανώ πολιτεύονται»13.
ΣΤ΄. Η ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ, Η ΑΥΤΟΜΕΜΨΙΑ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ.
Γνωρίζοντας τα χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας μας, θα πρέπει ν’ αναρωτηθούμε, εμείς οι σημερινοί απόγονοι και διάδοχοι των προ ημών αγίων και μαρτυρικών πατέρων και αδελφών μας, αν τα βιώνουμε, αν τα τηρούμε, και αν έχουμε την μέχρι θανάτου και μαρτυρίου απόφαση να υπερασπισθούμε το θησαυρό της Ορθοδοξίας μας.
Είναι εύκολο να εκφωνούμε πανηγυρικούς και να διοργανώνουμε εορταστικές εκδηλώσεις για την Ορθοδοξία, όσοι δεν απορροφηθήκαμε ακόμη στη χοάνη του οικουμενισμού και του συγκρητισμού. Είναι εύκολο να τιμούμε και να γεραίρουμε αγίους όπως ο Μάξιμος ο ομολογητής, ο Θεόδωρος ο Στουδίτης, ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός, που αγωνίσθηκαν -σκληρά και επώδυνα γι’ αυτούς- εναντίον των αιρετικών, αλλά και εναντίον των εκκλησιαστικών προϊσταμένων τους, που ήταν αλληλέγγυοι ή χλιαροί έναντι των αιρετικών, φθάνοντας μέχρι και διακοπής του μνημοσύνου τους, χωρίς εμείς ν’ αγωνιζόμαστε και να διαμαρτυρόμαστε αναλόγως. Δεν μας στοιχίζει τίποτα το να διακηρύττουμε έτσι ακίνδυνα και ανώδυνα, εν πλήρη ανέσει και ησυχία και ασφαλεία, την ορθόδοξη πίστη μας.
Είναι όμως δύσκολο και μαρτυρικό να έχουμε και ορθοπραξία· να έχουμε ανένδοτο και ασταμάτητο αγώνα εναντίον αυτών που προδίδουν την Ορθοδοξία· να έχουμε απόλυτη υπακοή στο θέλημα του αληθινού Θεού· να συντασσόμαστε συνεχώς με το Χριστό και ν’ αποτασσόμαστε συνεχώς από το σατανά· να μη λησμονούμε το ασκητικό και εσχατολογικό ιδεώδες της ορθόδοξης Εκκλησίας μας· να έχουμε ιεραποστολική ανησυχία και να ενισχύουμε, και εκ του υστερήματός μας ακόμη, την εσωτερική και εξωτερική ιεραποστολή· να ποθούμε το μαρτύριο χάριν της Ορθοδοξίας μας.
Αυτά όλα ας τα σκεπτόμαστε συνεχώς· ας κάνουμε συνεχή έλεγχο αν τα βιώνουμε ή αν αγωνιζόμαστε σκληρά και με θυσίες να τα πετύχουμε. Η αυτοκριτική, η αυτομεμψία, και η μετάνοια για τις ελλείψεις μας και τις αδυναμίες μας ας είναι η καθημερινή μας σπουδή και ενασχόληση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου