ΚΑΤΑ ΖΗΖΙΟΥΛΑ
Αξιολογώντας
το έργο των Καππαδοκών σ' αυτόν τον τομέα, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως
δογματικά έχουν καθορίσει μια θεωρία της Αγίας Τριάδος, κλασσική, η
οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέτρο στην Εκκλησιαστική διδασκαλία. Η
διδασκαλία τους επίσης συνιστά μια θεολογική θεωρία η οποία
περιλαμβάνει το πιο ώριμο φρούτο του αρχαίου στοχασμού: μια σύνθεση του
αριστοτελισμού, του πλατωνισμού και του νεο-πλατωνισμού, στην οποία κάθε
μια από αυτές τις θέσεις έχει ξεπεράσει την θεολογική της
αποκλειστικότητα. Και κάθε μια συμπληρώνεται από την άλλη. Μια τέτοια
σύνθεση προφανώς δεν μπορεί να είναι τελειωτική, ούτε ολοκληρωμένη.
Φέρνει πάνω της τα σημάδια των ορίων της εποχής της. Η θεολογία των
Καππαδοκών είναι σαφώς κατώτερη της δογματικής τους.
Τα αδύναμα σημεία τους είναι τα εξής:
1)
Το δόγμα των Καππαδοκών δεν είναι, κυριολεκτικώς, ένα δόγμα της Αγίας
Τριάδος, αλλά έχει μόνον την πρόθεση να είναι τέτοιο. Ξεκινά από την
τριαδικότητα των υποστάσεων, που θα συστήσει στην συνέχεια την Αγία
Τριάδα. Μ' αυτό όμως, το σύστημα παραμένει ατελές, σαν αποτέλεσμα, διότι
εξασφαλίζεται μεν μια τρι-ένωση σε μια μόνη φύση, αλλά όχι μια
τρι-ενότης. Η ενότης της Αγίας Τριάδος εξασφαλίζεται μ' αυτόν τον τρόπο,
μόνον από την ενότητα αυτής της φύσεως, αλλά όχι στην τρι-υπόσταση του
θείου προσώπου, η οποία θα περιλαμβάνει την Τριάδα των ισό-θεων προσώπων
σε μία μόνο φύση. Καθότι Μία, η τρι-υποστατική θεότης είναι μόνον το
θείο "Τούτο" και όχι το "Εγώ", το τρι-υποστατικό, ούτε η θεία
τρι-ενότης. Είναι το μοναδικό μέρος του συστήματος των Καππαδοκών στο
οποίο το δόγμα της Αγίας Τριάδος εκφράζεται όχι μόνον με ανακρίβεια,
αλλά και με λανθασμένο τρόπο. Η ενότης της Τριάδος είναι κατά το ίδιο
μέτρο, πρόσωπο, παρότι τρι-υποστατικό, είναι μια μοναδική φύση, αλλά δεν
είναι μόνον η ενότης της φύσεως.
2)
Σ' αυτό πρέπει να προσθέσουμε ένα άλλο αδύναμο σημείο του τριαδικού
δόγματος των Καππαδοκών, συνέπεια όμως της τυπικής λογικής του
Αριστοτελισμού τους: οι υποστάσεις, στερεωμένες η καθεμιά τους από τον
ιδιαίτερο υποστατικό χαρακτήρα, παραμένουν χωρίς δεσμό μεταξύ τους.
Ενώνονται λόγω της ουσίας των, αλλά όχι μεταξύ τους. Παραμένουν τρεις
υποστάσεις η μία πάνω στην άλλη, αλλά δεν είναι Τριάδα: και η υποστατική
τριαδικότης έχει αντικατασταθεί εδώ από την ενότητα της φύσεως.
Αυτό
είναι μια συνέπεια της μηχανο-τυπικής εφαρμογής των Αριστοτελικών
σχημάτων της ουσίας και της υποστάσεως: έτσι ώστε κάθε ξεχωριστή
υποστατική ιδιότης (γνώρισμα) δίνει μια καινούργια υπόσταση. Ο αριθμός
αυτών των υποστάσεων είναι περιορισμένος μόνον εξαιτίας της παρουσίας
των χαρακτήρων. Καθ' εαυτός θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος ή
μικρότερος των τριών. Η οντολογική αναγκαιότης των τριών αυτών, καθότι
Τριάς, δεν επισημαίνεται, ούτε αποδεικνύεται. Είναι αλήθεια πως αυτή η
Τριάδα αιτιολογείται από τους Καππαδόκες από τους τρεις υποστατικούς
χαρακτήρες, οι οποίοι λαμβάνονται από την αποκάλυψη. Την οντολογική
απαγωγή της Τριάδος, που ξεκίνησαν στηριζόμενοι στον Αριστοτέλη, την
ολοκληρώνουν στηριζόμενοι στο δογματικό γεγονός της αποκαλύψεως των
τριών υποστάσεων. Αλλά αυτό το συμπλήρωμα πραγματικά, δεν μπορεί να
υποκαταστήσει την θεολογική του επεξεργασία.
3)
Το επόμενο θεμέλιο, με το οποίο οι Καππαδόκες θέλουν να εξασφαλίσουν
έναν δεσμό μέσα στην Αγία Τριάδα και στο οποίο θέλουν να στηρίξουν
θεολογικά την τρι-ενότητα των τριών, είναι η ιδέα της μοναρχίας, η
διάκριση μέσα στην Αγία Τριάδα, μιας αρχής χωρίς αρχή και υποστάσεων που
έχουν μια αρχή·
αιτία και αιτιατά. Αλλ' όμως αυτή η τόσο σπουδαία έννοια παραμένει
στοχαστικώς συγκεχυμένη στην θεολογική της σημασία. Πρέπει λοιπόν να
εξηγηθεί για να την προστατέψουμε από την πλευρά της υποταγής.
4)
Η τάξις επίσης παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο για τους Καππαδόκες,
λόγω της ειδικής τοποθετήσεως του προβλήματος της τριαδικότητος. Είναι η
τάξις στην αλληλοδιαδοχή των θείων προσώπων, στην υπηρεσία πάντοτε της
μοναδικότητος της αρχής της Αγίας Τριάδος. Παίρνοντας στην αποκάλυψη την
τάξη των υποστάσεων και εφαρμόζοντάς το στην αρχή της μοναρχίας, οι
Καππαδόκες δεν προσφέρουν μια ερμηνεία θεολογικο-οντολογική: είναι η
φυσική συνέπεια της απουσίας δεσμού ανάμεσα στις τρεις υποστάσεις, στο
τριαδικό τους δόγμα. Η θεωρία της τάξεως και της αυθεντικής της
σπουδαιότητος πρέπει να αποκτήσει κεντρική θέση, ουσιώδη, στο δόγμα της
Αγίας Τριάδος.
Εάν
παρακολουθήσουμε την πνευματολογία, συγκεκριμένα, πρέπει να
επισημάνουμε την θέση που είναι κοινή σε όλους τους Καππαδόκες, για την
θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Και οι τρεις πάλεψαν εναντίον των
πνευματομάχων που το αρνούντο.
Η
ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος είναι μία από της ηρωικές και
λαμπρές πράξεις των Καππαδοκών πατέρων, που επέτυχαν από κοινού. Ήταν
τόσο δύσκολο το γεγονός αυτό, λόγω των συνθηκών της εποχής τους, που ο
Άγιος Βασίλειος, παρότι υπεραμύνθηκε με πάθος την θεότητα του Αγίου
Πνεύματος, δεν αναφέρει στους λόγους του την λέξη Θεός. Κάτι που του
χάρισε μία παρατήρηση αποδοκιμασίας εκ μέρους του Γρηγορίου του
θεολόγου. Δεν πρέπει όμως να εντυπωσιαζόμεθα περισσότερο, διότι πρέπει
να θυμηθούμε πως το σύμβολο της πίστεως, το Νικαιο-Κωνσταντινοπολίτικο,
παρότι ομολογείται η Ισότης σε δόξα και θεότητα του Αγίου Πνεύματος με
τον Πατέρα και τον Υιό, το Πνεύμα δεν ονομάζεται ξεκάθαρα Θεός.
Ήδη
από τώρα λοιπόν, είναι δυνατόν να διαισθανθούμε πως η απουσία ενός
δόγματος συγκεκριμένως τριαδικού των σχέσεων ανάμεσα στις υποστάσεις σαν
τρι-ενότης (και όχι μόνον σαν τριαδικότης) της Αγίας Τριάδος έχει τις
συνέπειες της πάνω στο δόγμα της Αγίας Τριάδος. Ο Άγιος Βασίλειος,
ασχολείται, καθαρά με το θέμα αυτό, στην πολεμική του εναντίον του
Ευνομίου, ο οποίος είχε εκφράσει την ακόλουθη σκέψη: «Το πνεύμα είναι το τρίτο σε δόξα και στην τάξη, και γι' αυτό εμείς πιστεύουμε πως είναι τρίτο και ως προς την φύση». Και ο Άγιος Βασίλειος απαντά: «Εάν
το Άγιο Πνεύμα είναι τρίτο σε δόξα και στην τάξη, ποια ανάγκη υπάρχει
ώστε να είναι τρίτο ως προς την φύση; Καθότι όπως ο Υιός είναι δεύτερος
μετά τον Πατέρα, ως προς την τάξη, διότι είναι εκ του Πατρός, και
δεύτερος ως προς την δόξα, καθότι ο Πατήρ είναι Αρχή και Αιτία (στο
μέτρο που είναι Πατήρ) του Υιού και διότι μέσω του Υιού έχουμε πρόσβαση
στον Θεό και στον Πατέρα αλλά δεν είναι δεύτερος ως προς την Φύση, διότι
και στους δύο η θεότης είναι μία· ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, παρά το
γεγονός πως το Άγιο Πνεύμα σε τιμή και σε δόξα έρχεται μετά τον Υιό, από
όλο αυτό δεν προκύπτει πως είναι νόμιμο να συμπεράνουμε πως το Άγιο
Πνεύμα αποτελείται από μια άλλη ουσία»(Εναντίον του Ευνομίου, 3, PG 29, 653, 656A).
Αυτό
το περίεργο και λίγο θολό κείμενο εισάγει μια κάποια υποταγή «σε τιμή
και τάξη». Αυτή η σκέψη μπορεί να ερμηνευθεί με πολλούς τρόπους, αλλά
δεδομένης της απουσίας του τριαδικού δόγματος, παραμένει αμφίβολο και
σκοτεινό. Η θέση του Αγίου Πνεύματος στην Αγία Τριάδα καθορίζεται από
τον Άγιο Βασίλειο χάρις σε δύο χαρακτήρες: κατ' αρχάς την εκπόρευση εκ του Πατρός, σύμφωνα με την αρχή της μοναρχίας·
και κατά δεύτερο λόγο με τον δυαδικό συσχετισμό με τον Υιό, που μας
είναι ήδη γνωστό από το δόγμα του Αγίου Αθανασίου. Πρώτα απ' όλα ο Άγιος
Βασίλειος ξαναπαίρνει για λογαριασμό του την ουσιαστική ιδέα του Μ.
Αθανασίου, δηλαδή «η
εικόνα του Πατρός είναι ο Χριστός (Κολ. 1, 15) και η εικόνα του Υιού
είναι το Πνεύμα και όσοι μετέχουν του Πνεύματος γίνονται όμοιοι του
Υιού, σύμφωνα με την Γραφή»(Ρωμ. 8, 29). Είναι ακριβώς το κείμενο του Μ.
Αθανασίου. Και ακόμη: «ο Υιός είναι ο Λόγος του Θεού και το Πνεύμα
είναι η λέξη, η γλώσσα του Υιού, αυτός είναι η γλώσσα του Θεού»[Ο Άγιος
Βασίλειος σταματά μάλιστα στην ερώτηση η οποία ανήκει στον Δίδυμο τον
Τυφλό: "Εάν ο Υιός είναι ο Λόγος του Θεού και εάν το Άγιο Πνεύμα είναι η
εικόνα του Υιού, γιατί το Άγιο Πνεύμα δεν ονομάζεται Υιός του Θεού" την
οποία απαντά με το επιχείρημα ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα γινόταν
εισαγωγή της πολλαπλότητος στην θεότητα (Εναντίον Ευνομίου 5,6,11: PG 29, 724C, 723A)].
Το
Άγιο Πνεύμα απεσταλμένο από τον Πατέρα, δίδεται μέσω του Υιού. «Δεν
είναι δυνατόν να λατρέψουμε τον Υιό διαφορετικά παρά μόνον μέσα στο Άγιο
Πνεύμα. Δεν μπορούμε να καλέσουμε τον Πατέρα παρά μόνον μέσα στο πνεύμα
της υιοθεσίας»(Στον Αμφιλόχιο, 11, PG 32, 116B).
«Ένα είναι το Άγιο Πνεύμα που ενώνεται με τον μοναδικό Πατέρα, μέσω του
μοναδικού του Υιού και ολοκληρώνει με τον εαυτό Του την μακάρια Τριάδα,
την οποία λατρεύουμε»(Στον Αμφιλόχιο, 18, PG 32, 146C-152A).
«Όπως στον Υιό φανερώνεται ο Πατήρ, έτσι στο Πνεύμα φανερώνεται ο
Υιός... Και όπως βεβαιώνουμε πως η υιοθεσία είναι στον Υιό σαν την
εικόνα του Θεού και Πατρός, έτσι και η υιοθεσία είναι στο Πνεύμα, γιατί
φανερώνει στον εαυτό του την θεότητα του Κυρίου... Είναι αδύνατον να
δούμε την εικόνα του αοράτου Θεού, παρά μόνον στον φωτισμό του
Πνεύματος»(περί του Αγίου Πνεύματος, 26, PG 32, 185A,B).
(Συνεχίζεται)
Σχόλιο: Ας
κρατήσουμε στην μνήμη μας το επιχείρημα του Μ. Βασιλείου ότι δεν
μπορούμε να δεχθούμε την πολλαπλότητα στην Αγία Τριάδα, κάτι που δέχεται
χωρίς ντροπή ο Ζηζιούλας λέγοντας πως στην Αγία Τριάδα εκτός από την
Μοναρχία του Πατρός, της ετερότητος (διδασκαλίες του Πλάτωνος και οι
δύο) έχουμε και τον Νόμο του Ενός και των πολλών.
Όσο
για την κατηγορία που προσάπτεται στον Μ. Βασίλειο, για επηρεασμό του
από τον Νεοπλατωνισμό, υπάρχει μια ογκωδέστατη εργασία του J.M. Rist την οποία θα παρουσιάσουμε Θεού θέλοντος στον καιρό της, η οποία αποδεικνύει το άτοπον του ισχυρισμού.
ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΠΩΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΜΑΣ
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου