Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Karl R. Popper : Τι πράγμα είναι η διαλεκτική του Χέγκελ;

Karl R. Popper : Τι πράγμα είναι η διαλεκτική του Χέγκελ;

Δέν θα μπορούσαμε να φανταστούμε τίποτε πιό παράξενο και απίστευτο που να μήν έχει λεχθεί απο κάποιον φιλόσοφο.
Καρτέσιος 


Η μοντέρνα διαλεκτική (με την μοντέρνα σημασία, δηλαδή με την Εγελιανή σημασία) είναι μία θεωρία που βεβαιώνει πώς κάτι, δηλαδή η ανθρώπινη σκέψη, αναπτύσσεται σύμφωνα με  μία πρόοδο που χαρακτηρίζεται απο την διαλεκτική τριάδα: θέση, αντίθεση και σύνθεση. Κατ’αρχάς υπάρχει μία ιδέα ή θεωρία ή κίνηση, ή θέση. Η σύγκρουση, πού ακολουθεί λογικώς με την αντίρρηση στήν θέση, των δύο αντιθέτων, προωθείται στα άκρα ώσπου φτάνει σε κάποια λύση που βρίσκεται πέρα απο την θέση και την αντίθεση. Στην σύνθεση. Μπορεί αυτή η σύνθεση να γίνει με την σειρά της θέση που θα δημιουργήσει μία καινούργια διαλεκτική Τριάδα και πάει λέγοντας.
Στην πραγματικότητα όμως δέν παράγει η θέση την αντίθεση αλλά η κριτική μας στάση. Αναλόγως δέ, την σύνθεση δέν την παράγει η διαμάχη ανάμεσα στην θέση και στην αντίθεση, διότι αυτή συμβαίνει μέσα στο μυαλό μας. Και το μυαλό μας πρέπει να είναι σε θέση να παράγει ιδέες.
Πνιγμένη όμως στην αντίθεση δέν βρίσκεται μόνον η κριτική μας ικανότητα αλλά και η αντίφαση. Σημαντική για την σκέψη όσο και η κριτική. Διότι η κριτική στηρίζεται στην ανακάλυψη διαφόρων αντιφάσεων μέσα στην θεωρία. Ακριβώς λοιπόν επειδή οι αντιφάσεις είναι τόσο απαραίτητες στην κριτική, οι σύγχρονοι φιλόσοφοι απεφάσισαν πώς δέν υπάρχει κανένας λόγος να μήν δεχόμαστε τις αντιφάσεις. Εφόσον μάλιστα βρίσκονται παντού. Και εγκατέλειψαν στα αζήτητα την αρχή της μή-αντιφάσεως των αρχαίων. Την ίδια την ουσία της διαλεκτικής της αλήθειας. Και επινόησαν την διαλεκτική λογική.
Ένα σημαντικό κεφάλαιο της μοντέρνας Ιστορίας της φιλοσοφίας, είναι η διαμάχη ανάμεσα στην Καρτεσιανή νοησιαρχία και τον εμπειρισμό, βρεταννικής καταγωγής. Ο Καρτέσιος λοιπόν ισχυρίστηκε στην εποχή του πώς ο αληθινός φιλόσοφος πρέπει να αποφύγει με σχολαστικότητα τις παράλογες και τρελλές ιδέες. Για να βρεί την αλήθεια πρέπει να αποδεχθεί μόνον εκείνες τις σπάνιες ιδέες οι οποίες είναι σύμφωνες με τη νόηση λόγω της φωτεινότητος των, της λαμπρότητος των, της καθαρότητος και της διακρίσεως. Ιδέες οι οποίες είναι αυταπόδεικτες. Μπορούμε να οικοδομήσουμε τις θεωρίες που στηρίζουν την επιστήμη χωρίς καμμία αναφορά στην εμπειρία. Διότι κάθε νοησιαρχική καθαρή πρόταση είναι αναγκαίως μία πραγματική περιγραφή των γεγονότων. Αυτός είναι ο διανοητισμός, ο οποίος εκφράστηκε απο τον Χέγκελ, ώς εξής : «Αυτό που είναι λογικό είναι πραγματικό».
Αντίθετα απο την νοησιαρχία, ο εμπειρισμός ισχυρίζεται πώς μόνον η εμπειρία μάς τοποθετεί σε θέση να αποφασίσουμε για την αλήθεια ή το ψεύδος μιας επιστημονικής θεωρίας.
Ο Kant έβαλε σε κριτική θέση τα πράγματα, λέγοντας πώς η κυριαρχία τής γνώσης μας περιορίζεται μόνον στο πεδίο της δυνατής εμπειρίας. Και κάθε λογική σκέψη πέραν του πεδίου αυτού, η οποία βεβαίως στηρίζεται ή θα στηρίζεται σε κανόνες καθαρής λογικής, δέν δικαιολογείται.
Αυτή η σύνθεση του Κάντ, γέννησε τον Γερμανικό ιδεαλισμό, δηλαδή την οικοδόμηση Μεταφυσικών συστημάτων στηριγμένων στην «διανοητική ενόραση».
Στην ερώτηση λοιπόν, πώς είναι δυνατή η επιστήμη; Η σύγχρονη επιστήμη! Ο Κάντ απάντησε με την σύσταση του σύγχρονου υποκειμένου: «Η διάνοια είναι Ικανή να κατανοήσει τον κόσμο, διότι αυτός, όπως μας φανερώνεται, φαίνεται σε μας, αντίστοιχει σ’αυτόν. Ο κόσμος μοιράζεται την φύση της διάνοιας μας! Ο κόσμος που φαίνεται είναι ένα είδος υλικού στο οποίο η διάνοια μας δίνει μορφή! Το σύγχρονο υποκείμενο, και δέν υπάρχει άλλο, είναι η διάνοια μας. Η γνώση μας. Η αρχαία γνώμη!
Ο Χέγκελ λοιπόν εξαντικειμενοποίησε τον Κάντ λέγοντας: Η διάνοιά μας είναι ο κόσμος. Διότι το λογικό είναι πραγματικό. Διότι πραγματικότης και διάνοια είναι το ίδιο πράγμα (ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ την οποία εισήγαγε ο Γιανναράς και υιοθετήθηκε απο όλους τους υπόλοιπους). Ο Φίχτε που γεφύρωσε τον Κάντ και τον Χέγκελ είχε αποφανθεί: Η διάνοια δημιουργεί τον κόσμο. Τα αντικείμενα, τα πράγματα (Είναι και η θέση του Ράμφου)
Ο Κάντ, ανασκευάζοντας την νοησιαρχία, είχε χρησιμοποιήσει το εξής επιχείρημα. Μπορούμε να οικοδομήσουμε ένα θεωρητικό σύστημα με την καθαρή λογική, αλλά θα βρούμε, απογοητεύοντάς μας, πώς χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα μπορούμε κάλλιστα να αποδείξουμε και την αντίθετη θέση. Δηλαδή  η νοησιαρχική μεταφυσική αρχή ή του αυτονόητου, δέν οδηγεί σε μία και μοναδική λύση ή θεωρία. Με ανάλογο αυτονόητο τρόπο μπορούμε να ισχυρισθούμε μία πολλαπλότητα πραγμάτων (Κάτι που θυμίζει την αρχαία απόφανση: λόγος αντιστρατεύεται λόγον).
Πώς ξεπέρασε ο Χέγκελ, την κριτική αυτή; Καταργώντας την αντίφαση. Ο Κάντ ανασκεύασε την μεταφυσική, όχι την νοησιαρχία. Διότι δέν υπολόγισε την εξέλιξη. Η αντίφαση είναι μία θεωρία η οποία δέν υπολόγισε ότι η πραγματικότης, η σκέψη δηλαδή δέν είναι ένα σταθερό μέγεθος, αλλά αναπτύσσεται, διότι ζούμε σ’έναν κόσμο που εξελίσσεται.
Σήμερα ο Χέγκελ ζεί στα μαθηματικά, όπου οι δογματικές βεβαιότητες στηρίζονται στο ψευδοερώτημα : Γιατί ο κόσμος αντιστοιχεί στα μαθηματικά; 
Η ανάπτυξη της διαλεκτικής του Χέγκελ με τον διαλεκτικό υλισμό του Μάρξ, ισχυρίζεται πώς προσφέρει προγνωστικά της εξελίξεως, δημιουργεί δηλαδή ιστορία, δημιουργεί μέλλον. Κάτι που κατερρίφθη ήδη πανηγυρικά απο την ιστορία.
Για αυτό το λόγο επειδή το υποκείμενο κατάγεται απο τη διάνοιά μας και το πρόσωπο απο το υποκείμενο ελέγχουμε το Ράμφο, το Γιανναρά, το Ζιάκα, το Λουδοβίκο, λέγοντας τους : Κύριοι αυτά που γράφετε σε μορφή ερεύνης και μελέτης είναι δικά σας εγκεφαλογραφήματα. Ποσώς μας ενδιαφέρουν. Ας βρείτε ένα γιατρό. Αλλά κανείς δέν ακούει. Διότι κάθε φορά που τους χτυπάμε την πόρτα, το βρίσκουμε ακατοίκητο, διότι είτε θα είναι γεμάτο το κεφάλι τους με τα φαντάσματά τους, είτε θα είναι άδειο, ξεφορτωμένο σε κάποιο βιβλίο, ή σε κάποια ομιλία.

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου